Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Η μεταμφίεση (Ελένη, ή ο Κανένας), Ρέα Γαλανάκη

  • Το απόσπασμα προέρχεται από το πρώτο μέρος του μυθιστορήματος Ελένη, ή ο Κανένας (1998) της Ρέας Γαλανάκη. Το έργο είναι χωρισμένο σε τρία μέρη και σε 24 κεφάλαια, θυμίζοντας τις 24 ραψωδίες του καθενός από τα ομηρικά έπη. Ωστόσο και η Λεξη «Κανένας» του τίτλου παραπέμπει στην Οδύσσεια, όπου ο Οδυσσέας συστήθηκε στον Πολύφημο με αυτό το όνομα, αλλά και το όνομα της ηρωίδας παραπέμπει στην Ιλιάδα, αφού για κάποιαν άλλη Ελένη έγινε ο Τρωικός πόλεμος.
  • Η υπόθεση στηρίζεται σε μια πραγματική ιστορία και είναι η μυθιστορηματική βιογραφία της Ελένης Αλταμούρα-Μπούκουρα, της πρώτης σπουδασμένης Ελληνίδας ζωγράφου (η συγγραφέας συνδυάζει το ιστορικό και το βιογραφικά υλικό με καθαρά μυθοπλαστικά στοιχεία).

Η ίδια η συγγραφέας, Ρέα Γαλανάκη, μιλώντας για το έργο της σε ένα τμήμα μαθητών της Γ΄ τάξης στο Πειραματικό Γυμνάσιο Ηρακλείου, στις 30 Μαρτίου 2009, εξήγησε πώς συναντήθηκε με την Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα. 


Ερ.: Ειδικά για το μυθιστόρημα “Ελένη”... υπάρχουν κοινά σημεία της ζωής, αλλά και της πνευματικής πορείας της πρωταγωνίστριας του μυθιστορήματος, της Ελένης Μπούκουρα με σας τη συγγραφέα του; Συγκεκριμένα έχετε κάνει τη δική σας επανάσταση στα νεανικά σας χρόνια;

Ρέα Γαλανάκη: Αν δεν υπάρχει κάτι μέσα μας που να κάνει ένα κλικ δεν μας ενδιαφέρει. Στη ζωή αυτής της γυναίκας είδα κάποια στοιχεία. Δεν ήταν η εποχή της ούτε καλύτερη ούτε χειρότερη. Η γυναίκα που θέλει να κάνει τέχνη και τότε και τώρα έχει να αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες. Η Ελένη αποτελεί ένα συγκινητικό παράδειγμα. Ήθελε να σπουδάσει και στα μέσα του 19ου αιώνα δεν επιτρεπόταν στις γυναίκες να σπουδάζουν στην Ελλάδα. Το πάθος της για ζωγραφική, το τι μηχανεύτηκε για να μπορέσει να σπουδάσει ήταν μια εντυπωσιακή υπόθεση. 

Ερ. Ο τίτλος λοιπόν από μόνος του παραπέμπει και στη χρήση μυθοπλαστικών στοιχείων; Θα θέλαμε να μας εξηγήσετε κατά πόσον κάνατε χρήση πέραν των καθ’αυτό ιστορικών μαρτυριών για τη ζωή της ζωγράφου, αν αξιοποιήσατε και τα παραπάνω μοτίβα από τη μυθολογία;

Ρέα Γαλανάκη: Πολύ σωστή επισήμανση. Κάποιες πινελιές από την Οδύσσεια.

Στην εφημερίδα Καθημερινή, ένα άρθρο με τίτλο “Η δική μου Ελένη” αναφέρω ότι ο Δούρειος Ίππος ήταν ένα τέχνασμα· η Ελένη μπήκε στα ανδρικά ρούχα όπως οι Έλληνες στο Δούρειο Ίππο για να εκπορθήσουν την Τροία. Η Ελένη παύει να είναι η Ελένη Μπούκουρα. Είναι το φοβερό “Κανένας”. Είναι η Οδύσσεια μιας γυναίκας (πολύ χονδροειδώς βέβαια).

Ερ. Ανταποκρίνεται και στη σύγχρονη πραγματικότητα για τη θέση της γυναίκας, ο συμβολισμός του τίτλου που επιλέξατε: “Ελένη ή ο Κανένας”; Λειτουργεί η Ελένη Μπούκουρα ως σύμβολο και για τις γυναίκες που αγωνίζονται προκειμένου να κατακτήσουν “την ισοζυγία δυνάμεων” σε όλους τους τομείς της οικογενειακής και επαγγελματικής της ζωής (σταδιοδρομία);

Ρέα Γαλανάκη: Τα πράγματα για τις γυναίκες είναι πολύ καλύτερα σήμερα. Η Μπούκουρα αποτελεί ένα συγκινητικό παράδειγμα ανθρώπου που μπόρεσε να καταφέρει αυτό που ήθελε αν και του ανατράπηκε η ζωή αργότερα. Να έχει τη στιγμή που πρέπει τη δυνατότητα να κάνει αυτό που θέλει να πετύχει τον στόχο της. Ακόμη επικρατούσε ο απόηχος της ελληνικής επανάστασης. Ένα από τα μηνύματα του Διαφωτισμού ήταν η ισότιμη σχέση της γυναίκας και του άνδρα. Ο πατέρας της είχε υπόψη του ό,τι έλεγε ο Ρήγας Φεραίος. Τη βοήθησε ο πατέρας της. Τα στερεότυπα είναι λίγο πιο ελαστικά εκείνη την εποχή.


Θέματα του αποσπάσματος
  • Η προσωπικότητα της τολμηρής και μορφωμένης ζωγράφου, η οποία μεταμφιέστηκε σε άντρα για να μπορέσει να πραγματοποιήσει το όνειρό της, δηλ. να σπουδάσει ζωγραφική στη Σχολή των Ναζαρηνών ζωγράφων  στην Ιταλία, η οποία δεχόταν μόνον άνδρες .
  • Πρότυπο της Ελένης είναι η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, η επιφανέστερη γυναικεία μορφή του Αγώνα του 1821, η Σπετσιώτισσα κυρά, που, για τον έρωτα της ελευθερίας και αγνοώντας τις κοινωνικές συμβάσεις ,όσο βρισκόταν πάνω στο πλοίο, πετούσε τα γυναικεία ενδύματα και μεταμορφωνόταν σε δυναμικό άντρα: "με γυναικεία ενδύματα δεν μπαίνει άνθρωπος στην πράξη του πολέμου. Oύτε τα όπλα του χειρίζεται σωστά ούτε και σκέφτεται σωστά. Και το χειρότερο, με τα παράταιρα γυναικεία ρούχα έδινε στόχο στον εχθρό σέρνοντας γρουσουζιά στους δικούς του. Άρα, συμπέραιναν δίχως βέβαια να την έχουν δει σε ώρα μάχης, η Λασκαρίνα ανέβαινε στα πλοία και κατέβαινε με τις φούστες της και με τις χρυσές μαντίλες, ενόσω όμως έκανε κουμάντο, δεν μπορεί παρά να βρισκότανε μέσα σε αντρίκεια φορεσιά."



ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

Ο έρωτας για τη ζωγραφική – τα εμπόδια 


Η μανία της να ζωγραφίζει δεν είχε καμιά σχέση με τη διδασκαλία του διακοσμητικού σχεδίου και με την υποταγή, που απαιτούνε τα χειροτεχνήματα των κοριτσιών, των προορισμένων για κυρίες της Αυλής ή και συζύγους πλούσιων αστών, των προορισμένων πάνω απ' όλα για μητέρες αγοριών. Η Ελένη έπρεπε να τιμωρηθεί, γιατί συνέχιζε να ζωγραφίζει όχι μονάχα στα διαλείμματα, μα και μέσα στην τάξη, κατά την ώρα του μαθήματος. Όμως κάθε πάθος, κατά τα λεγόμενα των διδασκάλων, συγκροτεί αργά και σταθερά παρέκκλιση. Και μια παρέκκλιση θα έβλαπτε την ίδια, την αγωγή των υπολοίπων δεσποινίδων και τη φήμη του σχολείου. Ήδη είχε αγνοήσει τόσες και τόσες υποδείξεις, ότι μόνον κατά την ώρα της ιχνογραφίας μπορούσε ακίνδυνα να αντιγράφει τα αντικείμενα, που η καθηγήτρια τοποθετούσε πάνω στην έδρα για να φαίνονται καλά, λόγου χάριν ένα άδειο βάζο ή έναν χαρτονένιο κύβο. Οι δεσποινίδες όφειλαν να ζωγραφίζουν μόνον αυτά που η δασκάλα τούς επέτρεπε να δουν, και με τον τρόπο ακριβώς που τους τα έδειχνε. Η νεαρή Ελένη έπρεπε εφεξής να απέχει από την παρατήρηση και αποτύπωση των κοριτσίστικων σωμάτων στα διαλείμματα, κι απ' όλα αυτά τα άδολα δήθεν δώρα, πράξεις που θα μπορούσαν να εκληφθούν ακόμη και ως μια πρόωρη αιχμαλωσία της στο δόλο σαρκικών αμαρτημάτων.

Η Ελένη δεν καταδέχτηκε να κλάψει όσο κράτησε η τιμωρία, που η ταπείνωση έκανε πιο αργό και πιο αβάσταχτο τον χρόνο της. Τότε όμως αποφάσισε ότι θα γίνει οπωσδήποτε ζωγράφος, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε να μείνει διά βίου διαφορετική από τα συνομήλικα κορίτσια και από τις γυναίκες του σογιού της. Να στηριχτεί στα ένοχα για τους πολλούς, αθώα για την ίδια, πλην όμως ανεξερεύνητα ακόμη καλέσματα και ηδονές της τέχνης. Να μην παντρευτεί, να μη γεννήσει, να μην έχει έρωτα πάρεξ για τη ζωγραφική. Να μην υπακούσει στο σχολείο. Να διακυβεύσει τη μορφή μιας διαφορετικής Ελληνίδας, αφού στην καρδιά της δεν μπορούσε να συνδέσει αυτή την απαιτητική, τη χαρισματική λέξη με την υπόδουλη ζωή των γυναικών σε γάμο, σε μικρά παιδιά, σε υποχρεώσεις προς τους ασθενείς και προς τους πεθαμένους. Ορκίστηκε με την μπέσα της μητρικής της γλώσσας πως μόνο ο θάνατος θα εμπόδιζε το χέρι της να ζωγραφίζει, ενώ το περήφανο, κι έτσι στο τέλος ανυπάκουο μυαλό της, πήγε στη ναυτική σημαία του πατέρα της, που έγραφε στα ελληνικά Ελευθερία ή Θάνατος] Κάλεσε ως εγγυητή του όρκου τη Μεγάλη τους Κυρά. Άκουσε αμέσως φλοίσβο. Μόλις πρόφτασε να τη δει που διέσχιζε την τάξη, μια ηλιαχτίδα που ανακλάται σε μικρό γυαλί και περπατά επάνω στο υδρόχρωμα ενός τοίχου……

Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής από τον Ιταλό ζωγράφο Ραφαέλο Τσέκολι
Εκεί άλλωστε βρήκε [Ο Ιωάννης Μπούκουρης, πατέρας της Ελένης], χωρίς να χρειαστεί να ψάξει, τον Ιταλό ζωγράφο Τσέκολι για να του ζητήσει να κάνει μαθήματα ζωγραφικής στην κόρη του Ελένη. Του διηγήθηκε τι είχε ακούσει από τη διευθύντρια του σχολείου, όταν τον κάλεσε να του μιλήσει. Του είπε πως η κόρη του έκλεβε τα αποκέρια και πως έκανε τη νύχτα μέρα ζωγραφίζοντας στα θεοσκότεινα, την ώρα που κανονικά έπρεπε να κοιμάται. Αξιόμεμπτη δεν ήταν όμως μόνο η κλοπή, μα και η ανταρσία της κοπέλας, που την έφερνε να ζει με εικόνες και οράματα, ενώ όλα τούτα τα υπερβολικά και άταχτα της είχαν βέβαια απαγορευτεί. Τα υπόλοιπα κορίτσια τη φοβόντουσαν πια και τη νόμιζαν μάγισσα. Άλλωστε, όπως θα έβλεπε και μόνος του, η αρρώστια της ζωγραφικής και η έλλειψη ύπνου είχαν αδυνατίσει την Ελένη. Κάθε πρωί που έμπαινε στην τάξη έμοιαζε σαν να βγαίνει από μεγάλη ταραχή. Χλομή και νευρική, κοιμόταν πάνω στα θρανία, αυτή η άριστη πριν λίγο καιρό σε όλα τα μαθήματα.
Ο Ιωάννης Μπούκουρης συνέχισε λέγοντας στον Τσέκολι ότι, αφού είχε συζητήσει με την κόρη του, αποφάσισε να κάνει αυτό ακριβώς που θα είχε κάνει και για τον εαυτό του. Κατάλαβε πως η αγάπη που είχε η Ελένη στη ζωγραφική έμοιαζε με το δικό του πάθος για τα θαλασσινά ταξίδια. Κάτι που δεν τιμωρείται, είχε τη γνώμη, αφού δεν είχε αμαρτία. Κι όπως αυτός ήθελε να συνεχίσει με τον δικό του τρόπο τα ταξίδια, σκέφτηκε χωρίς να το πει στον Τσέκολι, έπρεπε και η Ελένη του να συνεχίσει τη ζωγραφική της. Ανακοίνωσε στον Ιταλό ζωγράφο την απόφαση να συνεχίσει τη ζωγραφική της εκτός σχολείου, από το οποίο σύντομα θα αποφοιτούσε, και με δάσκαλο αυτόν, που δίδασκε στο Σχολείο των Τεχνών. Συμφωνώντας με τον Τσέκολι να έρχεται στο σπίτι τους στην Πλάκα, πέρασε από το μυαλό του η σκέψη πως, αφού τούτη η συζήτηση γινόταν μέσα στο λιθόχτιστο καράβι, γυρνώντας για λογαριασμό του ο τροχός της μοίρας σήκωνε μαζί και την Ελένη. Της ευχήθηκε τύχη σε όσα με πείσμα είχε διαλέξει.
Τα μαθήματα τους κράτησαν αρκετά χρόνια. Ο δάσκαλος, που γνώριζε ανατομία, δίδαξε στην Ελένη την ανθρώπινη πλευρά των αγαλμάτων. Ο ίδιος, μεγάλος γνώστης της αρχαίας τέχνης, δίδαξε στη μαθήτρια του την ιερότητα κυρίως του γυμνού. Η Ελένη άρχισε να αντιλαμβάνεται τον πίνακα σαν μια οργάνωση ζωής, ένα δίχτυ αναφορών κι αισθημάτων, όπου πιανόταν η ανθρώπινη ψυχή. Όχι για να φυλακιστεί εντός του, όπως έτρεμαν οι αδαείς δεσποινίδες του σχολείου, μα αντίθετα για να πετάξει από κει ελεύθερη από τα δεσμά της ύλης και του μετρημένου χρόνου. Το πρόσωπο προπάντων, υποστήριζε ο δάσκαλος της, σαν καθρέφτης της ψυχής, έπρεπε να κυριαρχεί στον πίνακα ακόμη κι αν δεν βρισκότανε ζωγραφισμένο, γιατί η δική του αναζήτηση ήταν ανέκαθεν μια από τις αιτίες της ζωγραφικής.
Της μίλησε για την περίφημη ιταλική ζωγραφική. Οι πίνακες, η καλλιτεχνική ατμόσφαιρα των Ακαδημιών, αλλά και οι παρέες των ομότεχνων τού έλειπαν αφόρητα στη μικρή πόλη των Αθηνών, όπου είχε αναγκαστεί να καταφύγει και να δουλεύει άμισθος στο Σχολείο των Τεχνών. ........Της εξήγησε τους συγκεκριμένους πολιτικούς λόγους, που τον ανάγκασαν να εκπατριστεί, διασώζοντας και μια ντουζίνα ελληνικά ή λατινικά βιβλία. Και της μιλούσε για τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, επισημαίνοντας της όμως να μην εμπιστεύεται ούτε παράδεισο ζωής ούτε παράδεισο ζωγραφικής στην επικράτεια τους. Δεν έπρεπε να παραβλέπει τις δυσκολίες και τις συγκρούσεις, που ενοικούν παντού. Ούτε στη Δύση, άλλωστε, έβγαινε εύκολα κανείς από το κέλυφος που του είχε οριστεί να ζήσει. Ο τρόπος όμως που το αντιμετώπιζε ο καθένας, αυτό μετρούσε, υποστήριξε. Ήδη η μαθήτρια του είχε τιμωρηθεί για την αγάπη της ζωγραφικής. Κατά τη γνώμη του, όπως και του πατέρα της, το πάθος της, μολονότι απαγορευμένο στις γυναίκες, δεν έπρεπε να μαραζώσει, μα να καλλιεργηθεί και να καρποφορήσει. Σαν να ήταν η μαθήτρια του άντρας, πρόσθεσε με μια σχεδόν ειλημμένη απόφαση.
Ελένη Μπούκουρα, Απελπισία

Οι σπουδές στην Ιταλία
Στα είκοσι εφτά μου, είχε αποκάμει πια να μου γυρεύει η μάνα στεφανώματα. Ας έστεργα τουλάχιστον, έλεγε κάθε μέρα όλο τον χειμώνα, να μείνω, να γεράσω απάντρευτη κοντά στις παντρεμένες αδερφές μου, κι ας βουρλιζόμουν ως το τέλος της ζωής μου από τα δαιμόνια της ζωγραφικής. Μα εγώ γύρευα Ακαδημίες και περγαμηνές. Τεκμήρια των αντρών. Για να τα κάμω τι, αναρωτιόταν. Με την προίκα μου θα μπορούσα οποιαδήποτε στιγμή να παντρευτώ καλά, επέμενε, αγνοώντας πως εγώ είχα συμφωνήσει με τον κύρη μου να με συντηρεί από το κεφάλαιο αυτής της προίκας, όσο θα έμενα για σπουδές στην Ιταλία. Καλά είχε κάμει, πρόσθετε, που ποτέ δεν αποδέχτηκε τα θέατρα και τα καλά τους. Ιδού που ο άντρας της είχε τώρα ξεσηκωθεί από τα μάγια τους και από τους επαίνους του Τσέκολι, και συναινούσε να πάω στα ξένα για να δω τις πιο σπουδαίες ζωγραφιές, μα προπαντός για να σπουδάσω τα λίγα, όσα μπορούσα κι εκεί να σπουδάσω ως γυναίκα στα εργαστήρια της ζωγραφικής. Ακόμη και σ' αυτά να συμφωνούσε η μητέρα μου, ανησυχούσε πώς θα τριγύρναγε μια νέα γυναίκα μόνη κι ασυνόδευτη στα τρίστρατα της ξενιτιάς. Ο καπετάνιος, βέβαια, από τη μεριά του ουδέποτε υπολόγισε τη γη ολάκερη σαν κάτι απρόσιτο και ξένο. Ένα γερό αρμένισμα και φτάνεις, έλεγε. Μαθαίνεις έπειτα τον άλλο κόσμο, αν έχεις βαθιά μελετήσει τον δικό σου. Άλλωστε, και στην μπέσα της πρώτης του θυγατέρας, που του έμοιαζε σε όλα, πίστευε, και με αρμήνευε, εκεί που θα βρεθώ, να μη λησμονήσω ότι είμαι Ελληνίδα. Πίστευε ότι το κράμα του αρβανίτικου αίματος και της ελληνικής ιδέας, όπως εκείνος είχε πλάσει το άγαλμα της στο μυαλό του, της διαψευσμένης όσο και της αδιάψευστης, θα αποτελούσε το πιο σίγουρο φυλαχτό. Φρόνιμο θα ήταν να μη φύγει η αντάρτισσα τούτη κόρη χωρίς αυτό το φυλαχτό καρφιτσωμένο πάνω στην καρδιά της.
Η Ελένη μέσα στην αντρική φορεσιά
Είχα πια συνηθίσει την εικόνα της μορφής, που μου επίστρεφαν οι γερτοί παλιοί καθρέφτες στο Καφέ Γκρέκο, ενός μοναχικού, συνεσταλμένου, άσχημου μάλλον και ανήσυχου άντρα, βυθισμένου στην προοπτική των δίχως όρια ταξιδιών και των περιπλανήσεων, που θα του επέτρεπαν η αμφίεση και οι σπουδές του. Διότι κοιτάζοντας το είδωλό μου αποφάσιζα σιγά σιγά να μην ξαναγυρίσω στην Ελλάδα, ούτε στα μακριά φορέματα του φύλου μου. Θα χαιρόμουν την ελευθερία του άντρα, σκεφτόμουν παραβλέποντας το γεγονός ότι και ως άντρας έπρεπε να γυρνώ νωρίς το απόγευμα στο μοναστήρι των Ναζαρηνών, για να μην παραβιάσω τους κανόνες. Ήδη τους είχα παραβιάσει όντας ο Κανένας. Έφερα στο μυαλό μου την αλλοτινή Ελένη, που έκλεβε τα αποκέρια στο σχολείο για να ζωγραφίζει στο σκοτάδι ενός άλλου μοναστηριού κι ενός άλλου παραδείσου. Τώρα η παραβίαση μου ήταν πολύ πιο σοβαρή. Ποια θα ήταν άραγες η τιμωρία μου; Την περίμενα ψύχραιμα.
Ελένη ή ο Κανένας, εκδόσεις Καστανιώτη

Το πορτρέτο της Ελένης Μπούκουρα-Αλταμούρα από τον Σαβέριο Αλταμούρα


Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Τελειώνοντας τη σχολή των Ναζαρηνών εξακολούθησε να φορά κοστούμια, για να ζει μόνη και να ταξιδεύει με ασφάλεια. Η Ελένη είχε μάθει να γίνεται αόρατη. Μόλις περνούσε «το μαγικό δαχτυλίδι των αντρίκειων ρούχων, την αντικαθιστούσε αμέσως η εικόνα ενός νέου άντρα, ονομαζόμενου Κανένας». Απελευθερώθηκε σταδιακά μετά τη μετακίνησή της από την κλειστή κοινωνία των Σπετσών στην αθηναϊκή κοινωνία και έπειτα σε μια ξένη χώρα. Απολάμβανε πια την ελευθερία του ξένου, του ξεριζωμένου.
        Κι ύστερα, μια πολιτεία της ενδοχώρας, στάθηκε μοιραία για την Ελένη. Η Φλωρεντία. Κι ο έρωτας για το ζωγράφο Σαβέριο Αλταμούρα. «Πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια, η εντός της Ελένη εξεγέρθηκε εναντίον του Κανένα, όπως πάντα εξεγείρεται η ζωή εναντίον του θανάτου. Αν νικούσε η Ελένη, θα έχανε όλα τα προνόμια που της υποσχόταν ο Κανένας. Αν νικούσε ο Κανένας, τότε η Ελένη θα έχανε για πάντα την ψυχή της»
        Αποφάσισε, λοιπόν, να ενώσει τη ζωή της με τη δύναμη αυτού του ανέμου, του Σαβέριο Αλταμούρα. Ο άνεμός του «την εσήκωσε σε δυνατή και τρυφερή αγκάλη και την ταξίδεψε για λίγο στους εφτά ουρανούς». Εκεί γεννήθηκαν τα δύο πρώτα της παιδιά, ο Ιωάννης και η Σοφία. Αναγκάστηκε, μάλιστα, να ασπαστεί τον καθολικισμό, για να στεφανωθεί το Σαβέριο, προδίδοντας την παμπάλαιη γονεϊκή της πίστη. Κι ύστερα ήρθε ο δεύτερος γιος, ο Αλέξανδρος.
        Κι όταν μετά από κάποια χρόνια την εγκατέλειψε ο Σαβέριο, για να φύγει με την Αγγλίδα φίλη της και ζωγράφο Τζέιν Χέι, η Ελένη κίνησε με το πλοίο της επιστροφής για την Ελλάδα. Τον Ιωάννη και τη Σοφία άλλωστε ανέτρεφαν οι γονείς της στην πατρίδα. Τον Αλέξανδρο, βρέφος ακόμα, τον πήρε μαζί του ο Σαβέριο. Και στο ταξίδι αυτό η Ελένη επέλεξε να ενδυθεί τα αττικά της φορέματα, αφήνοντας πίσω της για πάντα το αντρικό κοστούμι του Κανένα.

Ρέα Γαλανάκη


Η Ρέα Γαλανάκη είναι σύγχρονη Ελληνίδα λογοτέχνις και σημαντική μορφή της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Έχει ασχοληθεί με τα περισσότερα είδη του γραπτού λόγου και έχει εκδώσει ποιήματα, μυθιστορήματα, διηγήματα, δοκίμια, μελέτες και αυτοβιογραφικά κείμενα.
Γεννήθηκε το 1947 στο Ηράκλειο Κρήτης. Δεύτερο παιδί μιας εύπορης οικογένειας γιατρών του Ηρακλείου, έλαβε καλή μόρφωση στα νεανικά της χρόνια και το 1965 έρχεται στην Αθήνα για να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Έκτοτε στο Ηράκλειο επιστρέφει μόνο σαν επισκέπτρια, παρόλο που ο τόπος καταγωγής της δεσπόζει στο συγγραφικό της έργο. Έντονα πολιτικοποιημένη, είναι ενταγμένη στην Αριστερά, ήδη από την περίοδο των φοιτητικών της χρόνων. Είναι ιδρυτικό μέλος της Ενωσης Ελλήνων Συγγραφέων (1981), διετέλεσε Αντιπρόεδρος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου Πολιτισμού (1994-1997) ενώ υπήρξε και δημοτική σύμβουλος στο Δήμο Αθηναίων, στον οποίο εκλέχτηκε με το συνδυασμό του Γ. Καμίνη στις δημοτικές εκλογές του 2010 και πρόεδρος του ραδιοφωνικού σταθμού Αθήνα 9.84, θέσεις από τις οποίες παραιτήθηκε τον Δεκέμβρη του 2011. Είναι για δεύτερη φορά παντρεμένη με τον καθηγητή Φυσιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών, Ηλία Κούβελα, και μητέρα μιας κόρης. Τα τελευταία χρόνια ζει μόνιμα στην περιοχή της Πάτρας. Τα βιβλία της έχουν δημοσιευτεί σε δεκαπέντε γλώσσες και συγκεκριμένα: αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά, ολλανδικά, τσέχικα, βουλγάρικα, σουηδικά, λιθουανικά, αλβανικά, αραβικά, τούρκικα, κινέζικα και εβραϊκά.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Νέα ποιητική συλλογή της Κικής Δημουλά


Η 17η ποιητική συλλογή της Κικής Δημουλά κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ικαρος με τίτλο «Δημόσιος καιρός».
Στον καιρό της Σαρακοστής ήρθε ο «Δημόσιος καιρός», η νέα ποιητική συλλογή της ακαδημαϊκού και πιο αγαπητής σήμερα Ελληνίδας ποιήτριας, Κικής Δημουλά. Από τις εκδόσεις «Ικαρος», όπως όλες οι συλλογές της από το 1998. Είναι η 17η ποιητική συλλογή της ποιήτριας που μας έμαθε να «ακούμε» τους ήχους της σκιάς, μιας φωτογραφίας, ενός συναισθήματος. Κι είναι αυτά τα ποιήματα πιο προσωπικά από ποτέ, πιο εσωστρεφή (στραμμένα προς το εντός της δηλαδή) από οποιαδήποτε προηγούμενά της και με εύγλωττη και εκκωφαντική την έγνοια για το άγνωστο μέλλον και τη διαδρομή της φθαρτής ζωής: «Ξύπνα, φτάνουμε. /Τέρμα στην επόμενη στάση./ Κατεβαίνουμε./ Νίψε λίγο το πρόσωπό σου/ σύρε και κείνη τη μολυβιά στα μάτια/ να φαίνονται εναργή/ βάλε και το ελαφρύ ΛΑΪΦ άρωμά σου./ Μη λες ποιος θα με δει/ θα είναι εκεί η ματαιότητα να σε υποδεχτεί./ Φτάνουμε, ετοιμάσου/ έχε πρόχειρες τις αμαρτίες σου/ το ΑΦΜ τους το θυμάσαι;/ θα σου ζητηθεί βεβαίωση/ ότι όλα τα παραπάνω έχουνε λήξει/ βεβαίωση επίσης/ ότι κι εσύ έχεις λήξει/ εδώ ελέγχονται αυστηρά τα σύνορα./ Βάλε στο αθόρυβο τον βηματοδότη σου./ Μετά εκεί, τον δυναμώνεις/ και η αιωνιότητα τι νομίζεις/ με βηματοδότη ζει», γράφει σ’ ένα από τα 55 ποιήματα αυτής της συλλογής που έχει τον τίτλο «Διόδια».

Κι όπως πάντα, η Κική Δημουλά, με τον δικό της ποιητικό τρόπο, μας κάνει πιο εύκολα τα ασήκωτα, τα αφόρητα κι όσα πληγώνουν τους ανθρώπους. Ετσι που μεταμορφώνει, μ’ εκείνη τη διαρκή λεπτή ειρωνεία τις έννοιες, τα συναισθήματα και τα αισθήματα σε πρόσωπα κοντινά και οικεία τα κάνει πιο κατανοητά, πιο εύληπτα. Κι ίσως είναι αυτός ο λόγος που τόσο μεγάλος πληθυσμός αναγνωστών, από τόσες πολλές και διαφορετικές κατηγορίες μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου, βρίσκει στην ποίηση της Κικής Δημουλά παρηγορία και ένα είδος συνενοχής: γιατί απομυθοποιεί, μέσω της ποίησης, ό,τι τρομάζει και βαραίνει τις καρδιές των ανθρώπων. Αλλά ακόμα -και κυρίως- εκείνα που τρομάζουν την ίδια, όπως στο ποίημα «Η παγίδα»: «ακόμα/ ακόμα και τώρα με τόσα/ αξεπέραστα που πέρασα/ ακόμα τις τρέμω τις λέξεις./ Απορώ πώς αφέθηκα./ Μόνες τους όμως/ μόνες τους προσφέρθηκαν/ να χτίσουν/ αυτό που θέλω/ γράφοντάς το να υψωθεί -αν μη/ τι άλλο- σε κάτι άλλο./ (...) Α, θα ’πρεπε θα ’πρεπε/ με τόσο δύσκολη/ φτύνοντας αίμα πείρα/ που έχω εξοικονομήσει/ θα έπρεπε βλέποντας τις λέξεις/ έτσι στο άψε σβήσε/ να χτίζουν μια σιωπή/ εμφανώς μασουλώντας ομιλία/ θα έπρεπε αμέσως να διακρίνω/ ότι μου έστηνε παγίδα/ η τόσο παρορμητική των λέξεων/ προσφορά».

Μέχρι ν’ αγοράσετε τη νέα ποιητική συλλογή της Κικής Δημουλά, μπορείτε να έχετε τη συντροφιά των στίχων της με τον τόμο της σειράς «Ελληνες ποιητές» που κυκλοφορεί με την «Καθημερινή» της Κυριακής εκτάκτως αυτό το Σάββατο. Μια νέα ανθολόγηση από όλο το έργο της, από τη δεκαετία του ’50 μέχρι σήμερα, ένα εκτενές κείμενο για τη ζωή και το έργο της και ένα cd στο οποίο η ίδια απαγγέλλει τα ποιήματά της.
Πηγή : Καθημερινή

Σάββατο 19 Απριλίου 2014

"Μεγάλο Σάββατο" Κική Δημουλά

Μεγάλο Σάββατο

Εὐχὲς κροτίδες καὶ φιλήματα ἀνταλλάσσουν
οἱ ἅγιες μέρες μεταξύ τους
κι ἐγὼ χτυπῶ τὴν πόρτα σου
ὄχι γιὰ νὰ εἰσέλθω μολονότι
κατάλληλο εἶναι τὸ σῶμα ποὺ φορῶ
μὲ προϋπηρεσία ἔντιμη μακρὰ
ἔξωθεν τοῦ Νυμφῶνος.
Βγὲς ἄφοβα.
Ὄχι ἀνταπόκριση ἀπόκριση ζητῶ
τὸ φίλημα ἐκεῖνο ποὺ ἔριξες
ἀπὸ τὸ ὕψος εὐγενέστατης εὐχῆς
Καλὴ Ἀνάσταση
καὶ σφάχτηκε ὁ λαιμὸς μὲ τὸ γιακὰ μου
ἦταν ἀπὸ τὰ κέρματα ποὺ ρίχνουμε
στὸ δίσκο τοῦ ἐθίμου;
ἦταν στὸ τίμιο ξύλο μου αγκίδα
περιγελαστική;
ἦταν μιὰ γενναιόδωρη ἔμπνευση
πτωχῆς ἀδιαφορίας;
Σὲ ρωτῶ
γιατὶ δὲν εἶδα ταμπελίτσα
δὲν εἶδα νὰ αναγράφεται
τὸ μέγεθος καὶ ἡ σύνθεση τῆς θέρμης
οὔτε καὶ εἶδα τυπωμένη
τὴ μάρκα τῶν χειλιῶν σου πουθενά.
Ἀνώνυμο τελείως
λαθραῖο δηλαδὴ τὸ πῶς νὰ αἰσθανθῶ.

(Χλόη Θερμοκηπίου,2005)

Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

"100 Χρόνια Μοναξιάς"

Πέθανε ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες - Τριήμερο πένθος στην Κολομβία

 
Παγκόσμια συγκίνηση για το μεγάλο συγγραφέα
 
 
Παγκόσμια συγκίνηση για δημιουργό των αριστουργημάτων «100 χρόνια μοναξιάς» και «Ο Έρωτας στα χρόνια της χολέρας», Γκάμπριελ Γκαρσία Μάρκεζ ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή σήμερα σε ηλικία 87 ετών. Εδινε μάχη με την επάρατη νόσο τα τελευταία χρόνια
 
Η είδηση, δηλαδή πως ο παγκοσμίως γνωστός συγγραφέας, πέθανε στο σπίτι του στο Μεξικό, έχει προκαλέσει θλίψη σε όλο το κόσμο.
Ο δημοσιογράφος Familiar Fernanda έγραψε στο twitter πως «ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες πέθανε. Η σύζυγός του Μερσέντες και τα παιδιά του Ροντρίγκο και Γκονζάλο με εξουσιοδότησαν να μεταδώσω την πληροφορία.
O Γκάμπριελ είχε πάρει εξιτήριο από το νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς η οικογένειά του αποφάσισε πως δεν υπήρχε λόγος να υποβληθεί σε νέα θεραπεία, αλλά να πεθάνει ήρεμος στο σπίτι του, δίπλα στους αγαπημένους του.
Γεννήθηκε στις 6 Μαρτίου 1927 στο χωριό Αρακατάκα, Διαμέρισμα Μαγδαλένα, Κολομβία. Το 1947 ξεκίνησε να σπουδάζει Νομική και Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Μπογοτά. Την ίδια χρονιά δημοσίευσε σε εφημερίδα το πρώτο του διήγημα, «Η Τρίτη Παραίτηση». Το 1948 μετακόμισε στην Καρθαγένη της Ινδίας των Δυτικών Ινδιών και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία σε εφημερίδες και περιοδικά. (http://el.wikipedia.org)
Πρωτοεμφανίστηκε το 1947 και το 1967 δημοσιεύτηκε το μυθιστόρημά του «Εκατό Χρόνια Μοναξιάς», το οποίο τον καθιέρωσε ως έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής μας, καθώς αποκόμισε αμέσως τις θετικότερες κριτικές.
Πηγή : Alfavita.gr

Σάββατο 5 Απριλίου 2014

"Εμείς οι Έλληνες" Γ.Σαραντάρης (Α' Γυμνασίου)



Γιώργου Σαραντάρη, «[Εμείς οι Έλληνες]»

Εμείς οι Έλληνες
Με τις ελιές με τα πεύκα
Με τα μάρμαρα με τη θάλασσα
Φυλάξαμε και άλλες αρετές
Δεν εξοφλήσαμε την ευφυΐα μας
Σ' έναν καιρό πιο ήμερο
Και πιο γενναίο
Δεν θα διστάσουμε
Δεν θα δειλιάσουμε
Από τις κρύπτες θα βγάλουμε τα όργανα
Στην ορχήστρα και στο χορό
Οι φωνές μας θα προσφέρουν
Κάτι σαν το επιούσιον
Το δικό μας πάθος
                                (29/3/1936)

"Πρώτες ενθυμήσεις"

Σημειώσεις για το απόσπασμα θα βρείτε εδώ.

Πηνελόπη Δέλτα : Βιογραφικό σημείωμα

Δέλτα Πηνελόπη


Τόπος Γέννησης:Αίγυπτος- Αλεξάνδρεια
Έτος Γέννησης:1874
Έτος Θανάτου:1941
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:Πεζογραφία
Ταξιδιωτική λογοτεχνία
Μελέτη
Παιδική λογοτεχνία

Βιογραφικό Σημείωμα
ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΔΕΛΤΑ (1874 - 1941)


Η Πηνελόπη Δέλτα γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, τρίτο παιδί του Εμμανουήλ Μπενάκη, μεγαλεμπόρου βαμβακιού, και της Βιργινίας το γένος Χωρέμη, που κατάγονταν από τη Χίο. Εκτός από την Πηνελόπη η οικογένεια είχε δύο ακόμη κόρες, την Αλεξάνδρα και την Αργίνη και τρεις γιους, τον Αντώνη, τον Κωνσταντίνο και τον Αλέξανδρο. Τα παιδικά της χρόνια τα πέρασε στο αυστηρό αρχοντικό περιβάλλον του σπιτιού της και τα καλοκαίρια ταξίδεψε στην Ελλάδα και την Ευρώπη (Αθήνα, Πειραιάς, Χίος, Liverpool, Gratz κ.α.) Τις σχολικές γνώσεις της κάλυψε με κατ’ οίκον μαθήματα. Η σύγκριση των ελληνικών μαθητικών βιβλίων με τα αντίστοιχα ξενόγλωσσα την έκανε να συνειδητοποιήσει την ανάγκη για συγγραφή παιδικών βιβλίων γραμμένων σε απλή γλώσσα. Μετά την αγγλική κατάκτηση της Αιγύπτου (1882), η οικογένεια έφυγε για την Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Κηφισιά. Το 1895 η Πηνελόπη παντρεύτηκε το φαναριώτη επιχειρηματία Στέφανο Δέλτα, με τον οποίο επέστρεψε μετά το τέλος του πολέμου του 1897 στην Αλεξάνδρεια και απέκτησε τρεις κόρες, τη Σοφία, τη Βιργινία και την Αλεξάνδρα. Ο Δέλτας ήταν φιλόδημοτικιστής και η Πηνελόπη επηρεάστηκε κυρίως από τον αδερφό του Κωνσταντίνο και τη γνωριμία και σχέση της με τον Ίωνα Δραγούμη, που υπηρετούσε την περίοδο εκείνη στο προξενείο της Αλεξάνδρειας και την γνώρισε με τους Πάλλη, Εφταλιώτη, Βλαστό, Φωτιάδη, Ψυχάρη και Παλαμά, με τους οποίους διατήρησε επαφή και αλληλογραφία, συμβάλλοντας στο δημοτικιστικό αγώνα. Από το 1906 ως το 1913 έζησε με την οικογένειά της στη Φρανκφούρτη. Εκεί γνωρίστηκε με το Μανώλη Τριανταφυλλίδη και μέσω αυτού με τον κύκλο του Γληνού και του Δελμούζου, με τους οποίους συνέπραξε αργότερα στην έκδοση του Δελτίου του Εκπαιδευτικού Ομίλου, του οποίου έγινε μέλος το 1910. Μακροχρόνια αλληλογραφία διατήρησε και με το γάλλο βυζαντινολόγο Γκυστάβ Σλυμπερζέ, του οποίου το βιβλίο Βυζαντινή Εποποιία ενέπνευσε τη Δέλτα στη συγγραφή μυθιστορημάτων με βυζαντινή θεματική (Για την πατρίδα, Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου). Παράλληλα με τη λογοτεχνία η Δέλτα ασχολήθηκε και με τις παιδαγωγικές μελέτες και το 1910 εξέδωσε το βιβλίο Στοχασμοί περί της ανατροφής των παιδιών μας. Το 1909 έγινε μέλος της Λαογραφικής Εταιρείας. Το 1916 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και έζησε από κοντά τα Νοεμβριανά γεγονότα. Η φρίκη που αντίκρισε και ο κίνδυνος που αντιμετώπισε ο βενιζελικός και δήμαρχος τότε της Αθήνας πατέρας της συνέβαλαν στην πολιτική μεταστροφή της Δέλτα από την βασιλική στη βενιζελική παράταξη. Ο Βενιζέλος υπήρξε πρότυπο της Δέλτα και διατήρησε αλληλογραφία μαζί του, καθώς επίσης με τον Νικόλαο Πλαστήρα. Οι πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν ως τη Μικρασιατική καταστροφή επηρέασαν και τραυμάτισαν την ψυχοσύνθεση της Δέλτα, που αντιμετώπιζε περισσότερο συναισθηματικά παρά εγκεφαλικά τα γεγονότα. Παρά την άσχημη κατάσταση της υγείας της (προϊούσα παράλυση των άκρων), ήδη από το 1925 ανέλαβε σημαντικές πρωτοβουλίες για περίθαλψη και οικονομική ενίσχυση των προσφύγων από τη Βουλγαρία και τη Μικρασία. Ανάλογη πρωτοβουλία ανέλαβε και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, η είδηση ωστόσο της εισόδου των γερμανών στην Αθήνα την οδήγησε στην αυτοκτονία. Η Πηνελόπη Δέλτα υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες στην Ελλάδα των αρχών του αιώνα. Στο πεζογραφικό έργο της προσπάθησε να επιτύχει τόσο την ψυχαγωγία των μικρών αναγνωστών της όσο και την διαπαιδαγώγησή τους, ιστορική και ηθική. Εξίσου σημαντικό είναι το ιστορικό ερευνητικό της έργο, που οδήγησε στη συγκέντρωση πολύτιμου αρχειακού υλικού για την ελληνική ιστορία του αιώνα μας, ενώ ένα σημαντικό μέρος του συνόλου του έργου της καλύπτει η αλληλογραφία της με εξέχουσες προσωπικότητες της πολιτικής και των γραμμάτων.

Πηγή : Εθνικό Κέντρο Βιβλίου

Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

2 Απριλίου: Παγκόσμια ημέρα παιδικού βιβλίου

Στις 2 Απριλίου, ημέρα γενεθλίων του δανού παραμυθά Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (1805-1875), γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου με σκοπό να τονώσει την αγάπη για το διάβασμα και να στρέψει την προσοχή στα παιδικά βιβλία.

Κάθε χρόνο, από το 1967 όταν καθιερώθηκε ο εορτασμός, ένα διαφορετικό εθνικό τμήμα του International Board on Books for Young People (IBBY), της Διεθνούς Οργάνωσης Βιβλίων για τη Νεότητα, γίνεται χορηγός της Παγκόσμιας Ημέρας Παιδικού Βιβλίου. Επιλέγει ένα θέμα και καλεί ένα γνωστό συγγραφέα να γράψει ένα μήνυμα για όλα τα παιδιά του κόσμου και ένα γνωστό εικονογράφο να φιλοτεχνήσει μια αφίσα. Εφέτος το υλικό επιμελήθηκε το Τμήμα της Ιρλανδίας. Η βραβευμένη ιρλανδή συγγραφέας Siobhàn Parkinson έγραψε το μήνυμα της ημέρας και την αφίσα φιλοτέχνησε η ιρλανδή εικονογράφος, συγγραφέας και δημιουργός κινούμενων σχεδίων Niamh Sharkey:

«Συχνά οι αναγνώστες ρωτούν τους συγγραφείς πώς γίνεται και γράφουν τις ιστορίες τους - από πού έρχονται οι ιδέες; Από τη φαντασία μου, απαντάει ο συγγραφέας. Α, μάλιστα, μπορεί να πουν οι αναγνώστες. Αλλά πού είναι η φαντασία σας, και από τι είναι φτιαγμένη, και έχουν όλοι φαντασία;», λέει το μήνυμα της Siobhàn Parkinson που μετέφρασε στα ελληνικά η συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας ελληνίδα Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου. «Α, λέει τότε ο συγγραφέας, η φαντασία είναι μέσα στο κεφάλι μου βέβαια, και είναι φτιαγμένη από εικόνες και λέξεις, αναμνήσεις και ίχνη από άλλες ιστορίες και λέξεις, κομμάτια από πράγματα και μελωδίες και σκέψεις και πρόσωπα και τέρατα και σχήματα και λέξεις, κινήσεις και λέξεις, κύματα και αραβουργήματα και τοπία και λέξεις, αρώματα και αισθήματα και χρώματα και ρίμες και μικρούς ήχους και ξαφνικούς θορύβους και γεύσεις και εκρήξεις ενέργειας και γρίφους και αύρες και λέξεις. Και στροβιλίζονται όλα εκεί μέσα και τραγουδούν κι αλλάζουν διαρκώς σαν να τα βλέπεις από καλειδοσκόπιο και αιωρούνται και κάθονται και σκέφτονται και τσιγκλούν το κεφάλι. Βέβαια, φαντασία έχει ο καθένας, διαφορετικά δε θα μπορούσαμε να ονειρευόμαστε. Η φαντασία του καθενός, ωστόσο, δεν έχει μέσα της το ίδιο υλικό. Στους μάγειρες ίσως περιέχει γεύσεις κυρίως και στους ζωγράφους χρώματα και σχήματα κυρίως. Όμως η φαντασία των συγγραφέων είναι γεμάτη κυρίως από λέξεις.

Με λέξεις λειτουργεί επίσης και η φαντασία εκείνων που διαβάζουν ή ακούν ιστορίες. Η φαντασία του συγγραφέα πλάθει και ανακατεύει και φτιάχνει ιδέες και ήχους και φωνές και χαρακτήρες και γεγονότα μέσα στην ιστορία, και η ιστορία είναι φτιαγμένη από λέξεις και μόνο, στρατιές από κουλουριαστά σημαδάκια που γεμίζουν τις σελίδες. Έρχεται τότε ο αναγνώστης και τα σημαδάκια ζωντανεύουν. Μένουν στη σελίδα, εξακολουθούν να μοιάζουν με στρατιές, αλλά τρεχοβολούν και στη φαντασία του αναγνώστη και ο αναγνώστης τώρα σχηματίζει και συνδέει έτσι τις λέξεις, ώστε η ιστορία να εκτυλίσσεται μέσα στο δικό του ή στο δικό της το κεφάλι, όπως έκανε κάποτε στο κεφάλι του συγγραφέα.

Αυτός είναι ο λόγος που ο αναγνώστης είναι εξίσου σημαντικός για την ιστορία με τον συγγραφέα. Υπάρχει μόνο ένας συγγραφέας για κάθε ιστορία, υπάρχουν όμως εκατοντάδες ή χιλιάδες ή μπορεί και εκατομμύρια αναγνώστες, που διαβάζουν στη γλώσσα του συγγραφέα ή σε άλλες γλώσσες στις οποίες μπορεί να έχει μεταφραστεί. Χωρίς τον συγγραφέα η ιστορία δε θα είχε γεννηθεί ποτέ. Αλλά χωρίς τις χιλιάδες των αναγνωστών σε όλο τον κόσμο, η ιστορία δε θα είχε ζήσει όλες τις ζωές που θα μπορούσε να ζήσει.

Κάθε αναγνώστης μιας ιστορίας έχει κάτι κοινό με κάθε άλλο αναγνώστη της. Ξεχωριστά ο καθένας, αλλά και μαζί κατά κάποιον τρόπο, αναδημιουργούν την ιστορία του συγγραφέα στη δική τους φαντασία - μια πράξη που είναι ταυτόχρονα ιδιωτική και δημόσια, προσωπική και κοινή, ατομική και διεθνής. Και αυτό ίσως είναι ό,τι καλύτερο μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι. Συνεχίστε να διαβάζετε!»

Μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα παιδικά βιβλία της χρονιάς που πέρασε είναι υποψήφια για τα βραβεία του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, που θα απονεμηθούν στην καθιερωμένη τελετή την Τετάρτη 2 Απριλίου, στο θέατρο της Ελληνοαμερικάνικης Ένωσης (Μασσαλίας 22, Κολωνάκι), στις 7.30 μ.μ.
Πηγή: Εφημερίδα "Το Βήμα"