Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

"Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά" σημειώσεις

Ο Αλέξης Ζορμπάς (που το πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργης), έγινε γνωστός ως ήρωας του μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στον Κολινδρό του Νομού Πιερίας το (1865). Ήταν γιος του Φώτη Ζορμπά,ενός πλούσιου τσέλιγκα και κτηματία και είχε άλλα τρία αδέλφια (την Κατερίνα, τον Γιάννη και τον Ξενοφώντα). Δούλεψε στον Κολινδρό στα κοπάδια του, έγινε ξυλοκόπος. Καταδιωκόμενος από τους Τούρκους λόγω του χαρακτήρος του έφυγε για το Καταφύγι του Νομού Κοζάνης και αργότερα έφυγε για τη Χαλκιδική. Στο Παλαιοχώρι έζησε τα πιο κρίσιμα χρόνια της ζωής του. Εκεί διέμεινε σε ένα φίλο του και εργάστηκε ως μεταλλωρύχος σε μια Γαλλική εταιρεία εκμετάλλευσης μεταλλείων στο Ίσβορο (Στρατονίκη). Γνωρίστηκε με τον αρχιεργάτη του μεταλλείου, Γιάννη Καλκούνη, "έκλεψε" και παντρεύτηκε στο Παλαιοχώρι την κόρη του Ελένη, και έκανε μαζί της δώδεκα παιδιά (έζησαν τελικά τα επτά), από τα οποία αγαπούσε ιδιαίτερα τη δεύτερή του κόρη Ανδρονίκη, αλλά οι πόλεμοι και ο θάνατος της γυναίκας του Ελένης, φέρνουν δυστυχία στην οικογένειά του.
Μετά από όλα αυτά εγκαταλείπει το Παλαιοχώρι και την Χαλκιδική και έρχεται στο Ελευθεροχώρι Πιερίας που απέχει οχτώ χιλιόμετρα από τον Κολινδρό, όπου μένει ο αδελφός του Γιάννης Ζορμπάς, ο γιατρός. Το 1915 φεύγει για το Άγιο Όρος με την απόφαση να γίνει καλόγερος. Εκεί θα γνωριστεί με τον Καζαντζάκη και μια δυνατή φιλία θα αρχίσει να δένει τους δυο άντρες. Κατόπιν πηγαίνουν στη Μάνη όπου εκμεταλλεύονται τα ορυχεία της Πράστοβας (κοντά στη Στούπα Μεσσηνίας, παραθαλάσσιο χωριό του Δήμου Λεύκτρου στη Μεσσηνιακή Μάνη). Ο Νίκος Καζαντζάκης εδώ εμπνεύστηκε και έγραψε το έργο του "Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά".
Η ταραγμένη ζωή του θα σταματήσει στα Σκόπια, όπου εγκαταστάθηκε, ξαναπαντρεύτηκε, έκανε και άλλα παιδιά και νέα οικογένεια. Ασχολήθηκε με την εξορυκτική δραστηριότητα. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η κατάσχεση των ορυχείων από τους Γερμανούς κατακτητές, η πείνα και ναζιστική σκλαβιά τον έστειλαν στον τάφο το (1941). Ο τάφος του βρίσκεται στο νεκροταφείο των Σκοπίων Μπούτελ.
Δισέγγονός του ήταν ο Παύλος Σιδηρόπουλος.
Πηγή : Βικιπαίδεια



ΘΕΜΑ: Η γνωριμία του αφηγητή με τον Αλέξη  Ζορμπά και η ανάδειξη της συναισθηματικής  σχέσης του  Ζορμπά με το σαντούρι του

ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ:Ο αφηγητής συνάντησε το Ζορμπά σε ένα καφενεδάκι στον Πειραιά όπου περίμενε να ξημερώσει για να πάρει το καράβι για την Κρήτη. Τον είδε να κοιτάζει από το τζάμι της πόρτας να μπαίνει μέσα και χωρίς ενδοιασμούς να πλησιάζει και να του ζητά να τον πάρει μαζί του. Ο αφηγητής ξαφνιάστηκε από την ευθύτητα της συμπεριφοράς του και άνοιξε κουβέντα μαζί του. Ο Ζορμπάς  του αποκάλυψε ότι κάνει όλες τις δουλειές, ότι έδειρε το αφεντικό του. Ο αφηγητής τον ρώτησε τι έχει στο μπόγο και με έκπληξη έμαθε ότι κουβαλούσε ένα σαντούρι. Το σαντούρι το απέκτησε όταν ήταν είκοσι χρονών, πήγε σε ένα δάσκαλο στη Θεσσαλονίκη και έμαθε να παίζει. Μίλησε για την οικογενειακή του ζωή, τις σκοτούρες του γάμου του. Ο αφηγητής  ακούγοντας την ιστορία του Ζορμπά βεβαιώθηκε ότι αυτόν τον άνθρωπο ζητούσε από καιρό.
ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:
1η ενότητα(Τον πρωτογνώρισα …Ξημέρωνε.): Η συνάντηση στο καφενείο του λιμανιού.
2η ενότητα(Ό,τι απ` όλα… του Παναΐτ  Ιστράτη):Η γνωριμία του αφηγητή με το Ζορμπά.
3η ενότητα(-Και τι έχεις στον μπόγο;… μη μας κρυώσει):Η αποκάλυψη της συναισθηματικής σχέσης του Ζορμπά με το σαντούρι του.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ –ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ του Αλέξη Ζορμπά:
Γενική εικόνα :πολύ ψηλός και αδύνατος ( Τηλέγραφος),μαντράχαλος κοκαλιάρης
Μάτια: περγελαστικά, θλιμμένα, ανήσυχα, όλο φλόγα το μάτι του ήταν καρφωμένο πάνω μου μικρό, στρογγυλό κατάμαυρο με κόκκινες  φλεβίτσες..
Χαρακτηριστικά  προσώπου: βουλιαγμένα μάγουλα, χοντρή μασέλα, ψαρά κατσαρωμένα μαλλιά ,πρόσωπο γεμάτο ζάρες, σκαλισμένο, σαρακοφαγωμένο
Χαρακτηριστικά προσωπικότητας: ευθύτητα, αφοπλιστική ειλικρίνεια (Έτσι μου κάπνισε ,βρε αδελφέ) διάθεση για αστεία και αυτοσαρκαστικά σχόλια(μακρύς μακρύς καλόγερος..)
Πολυταξιδεμένος  Σεβάχ  Θαλασσινός
Παρορμητικός, επιθετικός(τον σπάζω στο ξύλο)
Φιλήδονος και μερακλής, δείχνει ότι του αρέσουν οι απολαύσεις.
Απαλλαγμένος από τις συμβάσεις της λογικής(Πολλά φρόνιμος μου φαίνεσαι, είπε, και να με συμπαθάς)
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ του Αφηγητή :
Στον αφηγητή του ο Νίκος Καζαντζάκης αποδίδει πολλά αυτοβιογραφικά και βιωματικά στοιχεία  και άλλα που είναι αποτέλεσμα μυθοπλασίας.
Άνθρωπος του πνεύματος(έκλεισα το Ντάντε),στοχαστικός, συνετός, εξετάζει όλες τις λεπτομέρειες πριν αντιδράσει όπως φαίνεται από τα σχόλια του Ζορμπά(Πολλά φρόνιμος μου φαίνεσαι, Ζυγιάζεις με το δράμι, ε;),καταδεκτικός και ευγενικός απέναντι  στον άγνωστο λαϊκό τύπο που έχει μπροστά του, τον κερνάει(παίρνεις ένα φασκόμηλο;).Αναζητά τα κίνητρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς(είχα διαβάσει πολλούς ορισμούς για το νου του ανθρώπου).Η παιδεία του αφηγητή και οι ευγενικοί του τρόποι έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τον αυθορμητισμό του λαϊκού τύπου που ενσαρκώνει ο Ζορμπάς. (Περιγραφή για τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του αφηγητή δεν έχουμε.)

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ
Α. Περιγραφή τόπου-σκηνικό: κόντευε να ξημερώσει, έβρεχε, φυσούσε σοροκάδα, μύριζε ανθρώπινη βόχα και φασκόμηλο, κρύο, παχνισμένα τζάμια. Πέντ´ έξι θαλασσινοί ξενυχτισμένοι… έπιναν καφέδες, οι ψαράδες περίμεναν…
      Περιγραφή Ζορμπά: πολύ ψηλός και αδύνατος , μαντράχαλος κοκαλιάρης , μάτια περγελαστικά, θλιμμένα, ανήσυχα, όλο φλόγα, το μάτι του ήταν καρφωμένο πάνω μου μικρό, στρογγυλό κατάμαυρο με κόκκινες  φλεβίτσες…
 βουλιαγμένα μάγουλα, χοντρή μασέλα ,ψαρά κατσαρωμένα μαλλιά ,πρόσωπο γεμάτο ζάρες, σκαλισμένο, σαρακοφαγωμένο
Β. Αφήγηση -Διάλογος:Η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο (τον πρωτογνώρισα, έβαλα τα γέλια) από ένα ομοδιηγητικό αφηγητή που «βλέπει»  και σχολιάζει, δραματοποιημένο(συμμετέχει στα γεγονότα που αφηγείται) και η εστίαση είναι εσωτερική (Αφηγητής=Πρόσωπα).
ΤΑΞΗ-ΣΕΙΡΑ: ομαλή γραμμική (ab ovo),τα γεγονότα παρουσιάζονται με τη σειρά που γίνονται μέσα στην σκηνοθεσία του παρόντος . Μέσα, όμως, από τις απαντήσεις του Ζορμπά  οδηγούμαστε σε παλιότερες χρονικές βαθμίδες(αναδρομικές αφηγήσεις).
1η αναδρομική αφήγηση.  Όταν παίρνει το λόγο ο Ζορμπάς για να απαντήσει στην ερώτηση <<πού δούλευες τώρα τελευταία;>> αφηγείται το περιστατικό του ξυλοδαρμού του αφεντικού του που έχει συμβεί σε προγενέστερη χρονική βαθμίδα (το περασμένο Σαββατοκύριακο)
2η αναδρομική αφήγηση.  Στην ερώτηση<< πώς έμαθες σαντούρι ;>> ο Ζορμπάς μας πηγαίνει στα 20 του χρόνια και αφηγείται το γεγονός που τον έκανε να μάθει σαντούρι και τη γνωριμία με το δάσκαλο του σαντουριού. Μέσα στην αφήγηση εγκλωβίζεται ο διάλογος του Ζορμπά με τον πατέρα του αλλά και με τον Τούρκο δάσκαλό του. Το αποτέλεσμα της τεχνικής αυτής είναι η ζωντάνια , η παραστατικότητα και η αληθοφάνεια. Ο Ζορμπάς  συχνά κάνει αυτοσαρκαστικά σχόλια όταν μιλά για τις παρελθοντικές του επιλογές(<<ήθελα παντριγιά ο ερίφης>>)
3η αναδρομική αφήγηση. Στην ερώτηση <<παντρεύτηκες;>> ο Ζορμπάς μας μιλά και σχολιάζει τις προσωπικές του επιλογές για τη δημιουργία οικογένειας(<<Άνθρωπος πάει να πει στραβός>>) και την κατρακύλα του.
Ο συγγραφέας, στο απόσπασμα του σχολικού βιβλίου βάζει τον πρωτοπρόσωπο  αφηγητή του να κάνει διάλογο με το Ζορμπά και παράλληλα να σχολιάζει την εμφάνιση και τη συμπεριφορά του συνομιλητή του(<<φιλήδονος, συλλογίστηκα, μερακλής…>>)Ο διάλογος προσθέτει παραστατικότητα ,ποικιλία και θεατρικότητα .Μέσα στο διάλογο δίνονται τα εξωγλωσσικά και τα παραγλωσσικά στοιχεία της ομιλίας(Ο σύντροφός μου σήκωσε τους ώμους,γέλασε)
Επίσης, διακρίνουμε και μια πρόδρομη αφήγηση(αναφέρεται σε μεταγενέστερη χρονική βαθμίδα) εκεί όπου λέει ο αφηγητής <<Δε θα ´ταν άσκημο να τον πάρω μαζί μου στο μακρινό ακρογιάλι. Σούπες, γέλια, κουβέντες…>>, (αυτό είναι προσήμανση για όλα όσα θα ζήσουν στην Κρήτη οι δυο άντρες)
Οι ρηματικοί χρόνοι είναι ιστορικοί(αόριστος: τον πρωτογνώρισα),παρατατικός(φυσούσε),υπερσυντέλικος(είχαν βρει).

Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ  ΖΟΡΜΠΑ ΜΕ ΤΟ ΣΑΝΤΟΥΡΙ ΤΟΥ:
Από τη στιγμή που το πρωτοάκουσε στα είκοσί του χρόνια, πιάστηκε η αναπνοή του ,δεν μπορούσε να φάει, τσακώθηκε με τον πατέρα του που αντιδρούσε, ξόδεψε τα λιγοστά παραδάκια του και αγόρασε ένα σαντούρι. Πήγε στη Θεσσαλονίκη,  βρήκε δάσκαλο, έκατσε μαζί του ένα χρόνο και έμαθε να παίζει. Όταν έχει στενοχώριες, ή τον ζορίζει η φτώχεια παίζει σαντούρι και αλαφρώνει. Όταν έκανε οικογένεια τα βάσανα δεν τον άφηναν να εκφραστεί γιατί το σαντούρι θέλει καλή καρδιά, αφοσίωση, αυτοσυγκέντρωση.
Όταν αργότερα άνοιξε το σακούλι έβγαλε ένα μαγληνό  σαντούρι, τα δάχτυλά του το χάιδεψαν τρυφερά  σα να χάιδευαν γυναίκα και το τύλιξε όπως τυλίγουμε αγαπημένο σώμα μη μας κρυώσει.
Η ΓΛΩΣΣΑ του κειμένου:
Καλοδουλεμένη, αποδίδει με ζωντανό και παραστατικό τρόπο τις γλωσσικές επιλογές (ιδιόλεκτοι) των προσώπων. Όταν αφηγείται, περιγράφει ή σχολιάζει ο στοχαστικός αφηγητής το επίπεδο του ύφους είναι υψηλότερο σε σύγκριση με την προφορικότητα  του ύφους του Ζορμπά. Για παράδειγμα: Τα ψάρια παραζαλισμένα από τα χτυπήματα της φουρτούνας, είχαν βρει καταφύγι χαμηλά στα ήσυχα νερά…,είχα διαβάσει πολλούς ορισμούς του νου του ανθρώπου…
Ο Ζορμπάς παραδέχεται: Με λένε και Τηλέγραφο, για να με πειράξουν που μαι  μακρύς μακρύς καλόγερος και πίτα η κεφαλή μου και από της μυλωνούς τον πισινό ζητάς ορθογραφία, λαϊκές εκφράσεις που δείχνουν τη λαϊκή αφετηρία του Αλέξη Ζορμπά.
Στο απόσπασμα συναντάμε ιδιωτισμούς(να παν οι  πίκρες κάτω, μου κάπνισε)                  (  ιδιωτισμός: έκφραση με ιδιαίτερη σημασία ή σύνταξη που λέγεται σε μια γλώσσα, π.χ. «μαλλιά κουβάρια», «φωτιά και λάβρα», «άρον άρον»: Λαϊκοί / λόγιοι ιδιωτισμοί. Οι ιδιωτισμοί είναι στοιχεία εκφραστικά και αναντικατάστατα, που πλουτίζουν την κοινή γλώσσα. (διαφορετικό από το ιδιωματισμός).
Αίνιγμα (μακρύς  μακρύς καλόγερος και πίτα η κεφαλή μου)  (αίνιγμα :η αναφορά των ιδιοτήτων και των γνωρισμάτων ενός αντικείμενου, χωρίς ν' αναφέρεται το ίδιο το αντικείμενο. Η περιγραφή είναι τέτοια, ώστε οδηγεί τον ακροατή ή τον αναγνώστη στην ανακάλυψη του αντικείμενου.)
Την παροιμιακή φράση: Από της μυλωνούς τον πισινό ζητάς ορθογραφία            (παροιμιακές είναι οι φράσεις που κρύβουν διάφορες αλήθειες σχετικές με την κοινωνική, τη θρησκευτική, την πολιτική κτλ. ζωή του ανθρώπου)
Λογοτεχνικά σχήματα: μεταφορές: στο πρόσωπο του νερού, μάτια που σπίθιζαν,
 σχήμα κύκλου: Όλες τις δουλειές…. όλες,
ασύνδετο: βουλιαγμένα μάγουλα, χοντρή μασέλα, εξογκωμένα ζυγωματικά…
αντίθεση: κάτεχαν να δουλεύουν τον κασμά και το σαντούρι
παρομοίωση: σα να ´γδυναν γυναίκα


μετωνυμία: έκλεισα το Ντάντε

"Αλέξης Ζορμπάς" (απόσπασμα από την ταινία του Μ.Κακογιάννη)




Τη μουσική της ταινίας την  έγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης και έγινε παγκοσμίως γνωστή ως συρτάκι.

Σημειώσεις "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι"

Ελεύθεροι πολιορκημένοι   Διον. Σολωμού
Το έργο
Στο διάστημα της πολιορκίας του Μεσολογγίου από τους Τούρκους ο ποιητής βρισκόταν στο απέναντι μέρος, στην πατρίδα του τη Ζάκυνθο, και συμμετείχε ψυχικά στο δράμα των Μεσολογγιτών. Από αυτή τη βίωση των γεγονότων προέκυψε το ποίημα του χρέους(Χρέος ήταν η πρώτη ονομασία του ποιήματος, που αργότερα πήρε τον τίτλο Ελεύθεροι πολιορκημένοι , το οποίοι ποιητής αρχίζει να συνθέτει το 1826. Το ποίημα αυτό απασχόλησε τον ποιητή όσο κανένα άλλο, όμως ποτέ δεν ολοκληρώθηκε και έφτασε σ΄ εμάς σε αποσπάσματα, τα οποία ανήκουν σε Τρία Σχεδιάσματα, που το καθένα αντιπροσωπεύει όχι μόνο διαφορετικό στάδιο επεξεργασίας αλλά και διαφορετική ποιητική αντίληψη

Το ιστορικό πλαίσιο

Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι αναφέρονται στη δωδεκάμηνη πολιορκία του Μεσολογγίου (Απρίλιος 1825-Απρίλιος 1826) από τους Τούρκους και στη συνέχεια από τους Αιγυπτίους. Οι Μεσολογγίτες αμύνονται κατά τη διάρκεια της Πολιορκίας με σθένος. Υπομένουν καρτερικά και παλεύουν απέναντι στο Κακό: Τις φυσικές κακουχίες (πείνα, αρρώστιες, τον θάνατο), τον εξωτερικό εχθρό δηλ. τους Τούρκους, αλλά και τον εσωτερικό δηλ. τον ίδιο τους τον εαυτό που τους καλεί να γευτούν τον πειρασμό της άνοιξης και του έρωτα, την ίδια τη ζωή, συνθηκολογώντας με τον εχθρό. Αυτοί όμως κατόρθωσαν να νικήσουν το Κακό, διατηρώντας ακέραιο το ήθος τους παραμένοντας ουσιαστικά, εσωτερικά ελεύθεροι, αν και ήταν πολιορκημένοι. Το Καλό νίκησε και η εσωτερική τους πάλη, τους έκανε να ξεπεράσουν την ανθρώπινη τους φύση και να τους οδηγήσει στην ηθική ολοκλήρωση

Σχεδίσμα Β, Απόσπασμα 1


Το θέμα του συγκεκριμένου αποσπάσματος είναι η πείνα και η εξάντληση των αγωνιστών που πολιορκούνταν στο Μεσολόγγι το 1826

‘Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει’
Στον στίχο αυτό δεσπόζει το ρήμα βασιλεύει που τοποθετημένο στο τέλος δίνει έμφαση με τη βαρύτητα που έχει ως σημασία. Δεν υπάρχει απλά ησυχία .Κυριαρχεί απόλυτη σιωπή και το ρ. βασιλεύει δίνει απόλυτα αυτή την εντύπωση. Επίσης δημιουργείται ένα τέτοιο αισθητικό αποτέλεσμα αφού χρησιμοποιείται μεταφορικά
Αξιοσημείωτη είναι η επιλογή των λέξεων άκρα του τάφου σιωπή από τον ποιητή. Οι  συγκεκριμένες λέξεις μπορούν να συσχετισθούν μεταξύ τους με ποικίλους τρόπους,  ως εξής: άκρα σιωπή δηλ απόλυτη σιωπή . Επίσης, άκρα του τάφου, που ισοδυναμεί με τον υπερθετικό βαθμό του επιθέτου δηλ. ακρότατη .και τέλος, του τάφου σιωπή , που ισοδυναμεί με την νεκρική σιωπή. Η χρήση λοιπόν της λέξης τάφος περιγράφει βιωματικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την έννοια της απόλυτης σιωπής, πράγμα που δεν θα μπορούσε να γίνει ΄τόσο αποτελεσματικά με τη χρήση άλλης λέξης
Σημείωση: Είναι γνωστή η «αγωνία του λόγου», όπως λέμε ενός ποιητή και ειδικά του Σολωμού που πασχίζει να βρει τη «μοναδική» λέξη για να «ντύσει» το περιεχόμενο του με την καλύτερη δυνατή μορφή. Το λογοτεχνικό ύφος αποτελεί τις συγκεκριμένες  λεκτικές επιλογές ενός ποιητή που γίνονται μέσα από τη βιωματική-συγκινησιακή χρήση της γλώσσας.
Έτσι ο α΄ στίχος με τις συγκεκριμένες λεκτικές επιλογές αναδεικνύει απόλυτα την αίσθηση και την εικόνα της απόλυτης ακινησίας

Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει
Σε αντίθεση με τον α΄ στίχο έρχεται ο β΄ με την παρουσία εμψύχων, τη δράση και τη συναισθηματική αντίδραση. Αυτό δηλώνεται με τη συσσώρευση τριών ρημάτων (σε σχέση με το ένα του α΄ στίχου). Αξιοσημείωτη είναι η παρήχηση του λ και του ρ, που αισθητοποιούν με τον καλύτερο τρόπο την αντίθεση ανάμεσα στο πουλάκι ,που έχει κάτι να φάει και τη Μεσολογγίτισσα μάνα που το ζηλεύει γιατί δεν έχει να ταΐσει το παιδί της. Το ανθρώπινο πλάσμα, το ανώτερο στην κυριαρχία των όντων, βρίσκεται σε κατώτερη μοίρα από το πουλί, το υποδεέστερο

Τα μάτια η πείνα εμαύρισε. Στα μάτια η μάνα μνέει
Το α΄ ημιστίχιο με μια χαρακτηριστική οπτική εικόνα «δείχνει» το μέγεθος της πείνας. Ταυτόχρονα μας θυμίζει εκείνη την έκφραση «μαύρισε το μάτι μου», έκφραση που απεικονίζει παραστατικά τη μεγάλη στέρηση. Η επανάληψη της λ. μάτια, επισημαίνει το σημείο όπου φανερώνεται η στέρηση. Η πείνα λοιπόν, αποτυπώνεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, στα μάτια, που αποτελούν το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου. Και είναι το πολυτιμότερο αγαθό, αφού ένας από τους βαρύτερους όρκους, αναφέρεται σ΄ αυτά: «στο φως μου».(Ας θυμηθούμε και την τρυφερή προσφώνηση της μάνας στο παιδί «μάτια μου».

Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει
Κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου βρίσκονταν σ αυτό και πολλοί Σουλιώτες. Εδώ λοιπόν έχομε τη συγκλονιστική εικόνα του Σουλιώτη πολεμιστή, (καλός όχι με την στενά ηθική σημασία, αλλά με την πολεμική τελειότητα), ο οποίος στέκει «παράμερα», και κλαίει, όχι φυσικά από φόβο, αλλά από φιλότιμο και πίκρα, γιατί η πείνα τον έχει αποδυναμώσει, και έχει έτσι αχρηστεύσει την ιδιότητα του πολεμιστή. Το «κλαίει» δεν είναι δειλία είναι  περηφάνια. Αυτή η εικόνα έρχεται σε αντίθεση με με τη εικόνα του γενναίου και σκληροτράχηλου πολεμιστή.

«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄ έχω ‘ γώ στο χέρι:
οπού συ μου ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει»
Εδώ ο Σουλιώτης απευθύνεται στο τουφέκι του (προσωποποίηση), αποκαλώντας το έρμο και σκοτεινό (=καημένο, παρατημένο, δύστυχο), θεωρώντας μάταιη την ύπαρξη του. Στον τελευταίο στίχο α) αιτιολογείται το περιεχόμενο των δύο προηγούμενων στίχων και β) επιτείνεται η απελπισία του πολεμιστή που οφείλεται στο γεγονός ότι οι εχθροί γνωρίζουν την εξάντληση και την αδυναμία του, πράγμα που κάνει τη θέση των πολιορκημένων, ακόμη δυσχερέστερη.

Σημειώσεις
Τα πρόσωπα του «δράματος»
Η Μεσολογγίτισσα μάνα εκπροσωπεί τον άμαχο πληθυσμό, ενώ ο Σουλιώτης υπερασπιστής του Μεσολογγίου, τους πολεμιστές .Τα δύο αυτά πρόσωπα έχουν κοινά χαρακτηριστικά: α) και οι δύο είναι πεινασμένοι και εξαντλημένοι β) και οι δύο βρίσκονται παράμερα, στο περιθώριο γ) και οι δύο έχουν χάσει τις πραγματικές τους ιδιότητες: η μάνα της τροφού  και ο Σουλιώτης του πολεμιστή.


Εκφραστικά μέσα
Ο ποιητής, προκειμένου να «ντύσει» το περιεχόμενο των στίχων του με το τελειότερο «ένδυμα», την τελειότερη μορφή και παράλληλα να αισθητοποιήσει μα τον πιο παραστατικό τρόπο την δραματική κατάσταση των πολιορκημένων χρησιμοποιεί τα παρακάτω εκφραστικά μέσα:
  • Εικόνες(ηχητικές και οπτικές): ο κάμπος με τη νεκρική σιωπή, το πουλί που λαλεί και τρώει, η μάνα με τους μαύρους κύκλους  στα μάτια, ο Σουλιώτης που κλαίει και μιλάει στο τουφέκι του.
  • Ο διάλογος του Σουλιώτη με το τουφέκι του (προσωποποίηση)
  • Η μεταφορά: του τάφου, βασιλεύει, σκοτεινό)
  • Παρήχηση του λ και του ρ: λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί
  • Επανάληψη: τα μάτια….στα μάτια
  • Αντιθέσεις: α)Ο α΄ με τον β΄ στίχο, δηλ. η απόλυτη, νεκρική σιωπή και ακινησία με τη κίνηση, τη δράση και την ύπαρξη εμψύχων. β)το α΄ ημιστίχιο του β΄ στίχου, με το β΄ ημιστίχιο: το πουλάκι έχει να φάει εν αντιθέσει με τον άνθρωπο, ένα όν ανώτερο.γ)Η εικόνα του καλού Σουλιώτη έρχεται σε αντίθεση με την αναμενόμενη εικόνα του γενναίου πολεμιστή. δ) μπορούμε να αναφέρουμε και τον τίτλο του αποσπάσματος ελεύθεροι(εσωτερικά) αλλά πολιορκημένοι( από τον φυσικό εχθρό και τον πόθο για τη ζωή που οργιάζει έξω)
  • Χρήση επιθετικών προσδιορισμών: άκρα σιωπή, Σουλιώτης ο καλός, τουφέκι σκοτεινό, αλλά και ελεύθεροι πολιορκημένοι(αντιφατικός)


Σχεδίασμα Β, Απόσπασμα 2
Το θέμα του αποσπάσματος είναι η ομορφιά της ανοιξιάτικης φύσης, που καλεί τους Μεσολογγίτες να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους και να απολαύσουν τη ζωή.

Δομή: Στιχ. 1-3 μας δίνεται το θέμα, στιχ. 3-11 οι εικόνες της φύσης, στιχ. 12-13 η πρόκληση της φύσης να εγκαταλείψουν τον αγώνα.

Στιχ. 1-2: Η φανταστική εικόνα του χορού ανάμεσα στον Απρίλη και τον Έρωτα
Στον 1ο στίχο αξιοπρόσεκτες είναι δύο προσωποποιήσεις που λειτουργούν συμβολικά: Ο Απρίλης, μήνας της άνοιξης, οπότε ανθίζουν τα περισσότερα φυτά, συμβολίζει την αναγέννηση και την ομορφιά της φύσης, ενώ ο Έρωτας συμβολίζει τη δημιουργία και γενικότερα τη χαρά. Επίσης τα ρήματα χορεύουνε και γελούνε


συμπληρώνουν το σκηνικό της γιορτινής ατμόσφαιρας. Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η δραματική αντίθεση ανάμεσα στην γιορτή της φύσης και το τραγικό σκηνικό της πολιορκημένης πόλης.
Στο στχ. 2, παρατηρούμε τη σύγκριση που εξισώνει τα όπλα με τα άνθη και τους καρπούς(κι όσα΄……τόσα).Το β΄ πρόσωπο (σε) στο οποίο απευθύνεται ο ποιητής είναι η ψυχή των πολιορκημένων.

Στιχ. 3-11: Οι εικόνες της ανοιξιάτικης φύσης
Εδώ έχουμε 4 εικόνες, πραγματικές πια και όχι φανταστικές: Οι 3 είναι από τον κόσμο των έμψυχων και η 4η από τον κόσμα των ανόργανων πραγμάτων.
1η εικόνα: παρουσιάζει ένα κοπάδι λευκά πρόβατα και το είδωλο τους πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας καθώς ενώνεται με τις ομορφιές του ουρανού, που καθρεφτίζονται κι αυτές στο νερό. Στην εικόνα υπάρχει κίνηση (κινούμενο) και ήχος( βελάζει). Αξιοσημείωτος είναι ο συσχετισμός των τριών στοιχείων της φύσης, βουνού, θάλασσας και ουρανού, αφού ο ποιητής παρομοιάζει το λευκό κοπάδι των προβάτων ως προς το σχήμα του με λευκό βουναλάκι, σχήμα το οποίο καθρεπτίζεται πάνω στα νερά της θάλασσας, σμίγοντας με την ομορφιά του ουρανού.
2η εικόνα: παρουσιάζει μια γαλάζια πεταλούδα, από τη μια να είναι βιαστική και να καθρεφτίζεται στα νερά της λίμνης του Μεσολογγίου και από την άλλη να κοιμάται μέσα σ΄ έναν ευωδιαστό άγριο κρίνο.(οσφρητική εικόνα)
3η εικόνα: Ένα μικρό και ασήμαντο σκουλήκι σε στιγμές χαράς και ευτυχίας.
4η εικόνα:εδώ έχουμε τα άψυχα της φύσης(μαύρη πέτρα) και τα νεκρά(ξερό χορτάρι), που μετουσιώνονται σε πανέμορφα(ολόχρυσα).Η εικόνα αυτή όπως και η προηγούμενη, υποδηλώνουν ότι και τα πιο απλά, ασήμαντα πλάσματα, όπως το σκουλήκι, ακόμα και τα ανόργανα, όπως η πέτρα και τα χόρτα, τώρα την άνοιξη αποκτούν εξαιρετική ομορφιά, γεγονός που κάνει ακόμη πιο δύσκολα τον αγώνα των πολιορκημένων.
Σημειώσεις: α)Αξιοπρόσεκτο είναι ότι οι εικόνες δίνονται σε φθίνουσα κλίμακα: από το μεγάλο και το ευρύ στο μικρό και ασήμαντο: από τη εικόνα της θάλασσας και του ουρανού προχωρούμε σε μικρότερο οπτικό πεδίο, για να καταλήξουμε στην εικόνα με το σκουλήκι και με την χωρίς στοιχείο ζωής τελευταία εικόνα.
β) Ο στιχ. 10 αποτελεί την κατακλείδα των εικόνων και δίνει άλλες διαστάσεις στην ομορφιά της φύσης μεταφέροντας την στην σφαίρα του μαγικού και του ονειρικού.
γ)στις 3 πρώτες εικόνες κυριαρχεί μια κίνηση σε αντίθεση με την 4η όπου υπάρχει ακινησία.
δ)Με όλες αυτές τις εικόνες ο ποιητής αγκαλιάζει όλη την πλάση(ουρανό,γη, θάλασσα), αλλά και το σύνολο των ζώων, αυτά που περπατούν (πρόβατα), πετούν (πεταλούδα) ή έρπουν( σκουλήκι) ακόμη και τα μη έμβια. Έτσι ο ποιητής με την τεχνική της εικόνας πραγματοποιεί την πρόθεσή του, που είναι παρουσιάζει όλα τα στοιχεία της φύσης να πολιορκούν την ανθρώπινη ψυχή και να την προκαλούν να απολαύσει την ομορφιά της άνοιξης, εγκαταλείποντας τον αγώνα.

Στιχ. 12-13 Η ιδέα του ποιητή-Το τραγικό δίλημμα των πολιορκημένων
Η ζωή που ξεχύνεται (χύνεται) και μιλάει(κρένει) με πληθωρικό τρόπο καλεί τους Μεσολογγίτες; να την απολαύσουν, εγκαταλείποντας τον αγώνα τους. Μάλιστα τώρα την άνοιξη η ζωή είναι χίλιες φορές πιο όμορφη και επομένως όποιος την εγκαταλείψει πεθαίνει χίλιες φορές! Η γλυκιά αυτή πρόκληση δημιουργεί δίλημμα στη ψυχή των πολιορκημένων ανάμεσα στην απόλαυση της ζωής και τον ηρωικό αγώνα. Προφανώς με την επιλογή τους και την ηρωική έξοδο τους, έδωσε αφορμήστον ποιητή να εκφράσει την ιδέα του: Η εσωτερική ελευθερία , παρά τη όποια πάλη, νικάει την όποια μορφή βίας(φυσικός εχθρός-Τούρκοι, βασανιστική ομορφιά της φύσης, επιθυμία για ζωή).



Γιατί «Ελεύθεροι πολιορκημένοι;»

Ο άνθρωπος ακόμη κι αν του στερήσουν τα πάντα, έχει κάτι απόλυτα δικό του: την ψυχή του και τη θέληση που ξεπηδάει απ΄ αυτήν. Όταν είναι δοσμένη σε κάτι υψηλό, καμιά εξωτερική βία δεν είναι ικανή να την υποδουλώσει. Όσο η ψυχή παλεύει γι αυτό, μένει ελεύθερη. Έτσι και οι Μεσολογγίτες αν και ήταν πραγματικά πολιορκημένοι,(και απ τους Τούρκους και από τη πείνα και από τον πόθο της ζωής)  παρέμειναν ψυχικά-εσωτερικά ελεύθεροι. Γίνεται δούλος ο άνθρωπος όταν η ψυχή του αδειάζει και η θέληση του για αντίσταση ναρκώνεται.




Βιογραφία Σολωμού






 Η σημαντικότερη ποιητική φυσιογνωμία της Επτανησιακής Σχολής και όλης της νεοελληνικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798 από γονείς με διαφορετική κοινωνική καταγωγή, τον ηλικιωμένο κόμη Νικόλαο Σολωμό και την νεαρή Αγγελική Νίκλη, από λαϊκή τάξη που εργαζόταν στο σπίτι του. Σε ηλικία δέκα ετών (1908) εστάλη στην Ιταλία για σπουδές κοντά σε Ιταλούς δασκάλους στο Λύκειο της Κρεμόνας και μετά σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Παβίας. Στην Ιταλία έρχεται σε επαφή με τους λογοτεχνικούς κύκλους και παρακολουθεί την έντονη πνευματική κίνηση που παρουσιαζόταν εκεί. Γνωρίζεται με νέους ποιητές και δημιουργεί φιλικές σχέσεις με τον γνωστό τότε νεοκλασικιστή ποιητή Vincenzo Monti, με τον οποίο, όπως μας παραδίδεται από το φίλο του Σολωμού Ιάκωβο Πολυλά, είχε και μια διχογνωμία σχετικά με την ερμηνεία ενός στίχου του Δάντη. Στην άποψη του Monti ότι «δεν πρέπει να συλλογίζεται κανείς τόσο, πρέπει να αισθάνεται, να αισθάνεται» ο εικοσάχρονος τότε Σολωμός απάντησε ότι «πρέπει πρώτα με δύναμη να συλλάβει ο νους κι έπειτα η καρδιά θερμά να αισθανθεί ό,τι ο νους εσυνέλαβε».

Αρχίζει να μελετάει σύγχρονους αλλά και παλαιότερους Ιταλούς ποιητές, όπως ο Αλφιέρι, ο Πόντι, ο Manzoni, ο Φώσκολος, ο Δάντης, ο Πετράρχης, οι οποίοι του ασκούν βαθύτατη επίδραση. Εκεί άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιητικά έργα στα λατινικά και τα ιταλικά και να διαμορφώνει το ποιητικό του πιστεύω. Στο πνευματικό κλίμα της Ιταλίας γνώρισε από κοντά την έντονη πάλη μεταξύ ρομαντισμού και νεοκλασικισμού και τη διαμάχη για το γλωσσικό ζήτημα, γεγονός που τον επηρέασε στη συνέχεια στη στάση του απέναντι στο ελληνικό γλωσσικό πρόβλημα. Για τον Σολωμό η εθνική παιδεία προϋπέθετε την εθνική γλώσσα του λαού. Πίστευε στην αξία της λαϊκής τέχνης και   της λαϊκής γλώσσας, γι’ αυτό και όταν επέστρεψε στη Ζάκυνθο το 1818 έσπευσε να μελετήσει τη λαϊκή παράδοση μέσα από το δημοτικό τραγούδι, την κρητική λογοτεχνία και την ποίηση του Βηλαρά και του Χριστόπουλου.

Σημαδιακή για τον Σολωμό στάθηκε η γνωριμία του το 1822 με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο οποίος έφτασε στη Ζάκυνθο καλεσμένος του Λόρδου Γκίλφορτ. Στη συνάντηση που είχαν ο Τρικούπης, όταν άκουσε του Σολωμό να του διαβάζει μια ιταλική ωδή, του παρατήρησε ότι ο προορισμός του δεν είναι να λάβει μια θέση στον ιταλικό Παρνασσό, αλλά να γίνει ο θεμελιωτής της ελληνικής φιλολογίας. Έτσι, ενθαρρυμένος συνέχισε τη μελέτη της μητρικής του γλώσσας με μεγαλύτερο ενδιαφέρον και άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματαστα ελληνικά.  Τα νεανικά του ποιήματα (1818-1823) είναι γραμμένα σε στίχους τροχαϊκούς ή ιαμβικούς που θυμίζουν ιταλική στιχουργία, αλλά είναι επηρεασμένα και από την ποίηση του Χριστόπουλου.

Το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 συγκλονίζει τον νεαρό Έλληνα ποιητή και γίνεται η πηγή της έμπνευσής του. Το Μάιο του 1823 σε ένα ξέσπασμα λυρικού ενθουσιασμού γράφει σε διάστημα ενός μηνός, όπως μας πληροφορεί ο Ιάκωβος Πολυλάς, τον  Ύμνο εις την Ελευθερίαν, ένα ποίημα πηγαίο, ορμητικό που θα τον καθιερώσει ως μεγάλο ποιητή. Η έκδοση του Ύμνου τον επόμενο χρόνο έκανε τον Σολωμό γνωστό και δημοφιλή και μεταφράστηκε στις περισσότερες ξένες γλώσσες, γεγονός που ενίσχυσε το κίνημα του φιλελληνισμού.

Τον επόμενο χρόνο (1823) έγραψε την ωδή Εις το θάνατο του Λόρδ Μπάιρον θέλοντας να τιμήσει τον μεγάλο φιλέλληνα ποιητή. Την ίδια χρονιά συνέθεσε το Διάλογο, στον οποίο με πολλή θέρμη υποστηρίζει τη δημοτική γλώσσα και λίγο αργότερα τη Γυναίκα της Ζάκυθος (1826), πεζό κείμενο με σατιρικό και οραματικό χαρακτήρα.

Το 1828 εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα όπου επεξεργάζεται το ποίημα Λάμπρος που ήδη είχε ξεκινήσει στη Ζάκυνθο, χωρίς ποτέ να το ολοκληρώσει.

Το 1833, που αρχίζει να γράφει τον Κρητικό, το πρώτο από τα μεγάλα του έργα, είναι μια κρίσιμη χρονολογία για τον Σολωμό γιατί μια οικογενειακή δίκη έρχεται να ταράξει την ηρεμία του. Τη δίκη υποκίνησε ο ετεροθαλής αδελφός του Ιωάννης Λεονταράκης, πρώτος γιος από το δεύτερο γάμο της μητέρας του, που ήθελε να αποδείξει ότι ήταν γιος του γέρου Σολωμού και νόμιμος κληρονόμος του. Παρά την τελική δικαίωση του Σολωμού μετά από εξαετή δίκη, ο ποιητής βγήκε ψυχικά τραυματισμένος, γεγονός που σφράγισε τη μετέπειτα ζωή του.

Ο Κρητικός, ένα έργο της ωριμότητας του Σολωμού είναι «σαν μια εξομολόγηση του ποιητικού ανθρώπου και μας αποκαλύπτει μια καινούρια ολότελα αίσθηση του λυρικού, παρόμοια με εκείνη που αποκάλυπταν σύγχρονα άλλοι κορυφαίοι ποιητές», σημειώνει ο Λίνος Πολίτης και αποτελεί «μια διείσδυση προς τις ρίζες της εθνότητας, προς μια βαθύτερη συνείδηση του νεοελληνικού λόγου».

Τον ίδιο χρόνο αρχίζει την συγγραφή των Ελεύθερων Πολιορκημένων, το ποίημα που τον απασχόλησε όσο κανένα άλλο, αφού το δούλευε για πολλά χρόνια μέχρι και το θάνατό του, χωρίς ποτέ να του δώσει ολοκληρωμένη μορφή.
Παράλληλα γράφει τον Πόρφυρα ο οποίος έμεινε και αυτός ανολοκλήρωτος.

Εκτός από τις μεγάλες ποιητικές του συνθέσεις έγραψε και πολλά άλλα μικρότερα ποιήματα στα ελληνικά και ιταλικά εμπνευσμένα από γεγονότα της Επανάστασης (Η καταστροφή των Ψαρών) ή κοινωνικά (Η φαρμακωμένη) και μετέφρασε Ιταλούς κυρίως ποιητές. Προς το τέλος της ζωής του ξαναγράφει ιταλικά ποιήματα.

Πέθανε στην Κέρκυρα αφήνοντας ένα σπουδαίο ποιητικό έργο, το οποίο εξέδωσε ο στενός του φίλος Ιάκωβος Πολυλάς με τίτλο Ευρισκόμενα το 1859. Συνολική όμως έκδοση των έργων του σε τρεις τόμους με καινούρια χειρόγραφα που βρέθηκαν αργότερα έγινε από τον Λίνο Πολίτη.

Ο Διονύσιος Σολωμός υπήρξε κορυφαίος ποιητής και στοχαστής. Η ποίησή του συμπυκνώνει μέσα της όλα τα στοιχεία της ελληνικής ποιητικής παράδοσης. Η Επανάσταση του 1821 αποτέλεσε κατά κύριο λόγο την πηγή της έμπνευσής του, γι’ αυτό και προσπάθησε να αποτυπώσει με την ποίησή του τα οράματα του αγωνιζόμενου γένους του. Προσηλωμένος στην ιδέα της τελειότητας προσπάθησε να εκφράσει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ποιητικές του συλλήψεις, προσκολλημένος στο ιδανικό της τέχνης του. Όλη η ζωή του ήταν ένας αγώνας για την τελείωση του έργου του. Η έντονη όμως επιθυμία του για τη μορφική τελειότητα των έργων, μας άφησε σε μεγάλο βαθμό αποσπασματικό το έργο του, που όμως διακρίνεται για την βαθιά στοχαστικότητα και την καθαρότητα των ιδεών του.

Η ποιητική προσωπικότητα του Σολωμού επηρέασε άμεσα τη γενιά του, αφού οι επτανήσιοι ποιητές έχουν βαθιά χαραγμένη στο έργο τους την σφραγίδα του μεγάλου ζακυνθινού ποιητή. Όλοι οι μεταγενέστεροι ποιητές παραμένουν στη βαριά σκιά του Σολωμού.

Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2017

"Κι έχουμε πόλεμο" σημειώσεις


ΚΩΣΤΑ ΤΑΧΤΣΗ, «Κι έχουμε πόλεμο!»

·         Το μυθιστόρημα του Κώστα Ταχτσή με τον τίτλο ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΤΕΦΑΝΙ είναι ένας εσωτερικός μονόλογος της πρωταγωνίστριας Νίνας που αποσκοπεί στον να τη βοηθήσει να βάλει σε τάξη σκέψεις και συναισθήματα.
·         Αφηγήτρια στο απόσπασμα είναι η Νίνα, μια πενηντάχρονη γυναίκα, παντρεμένη στον τρίτο της γάμο, η οποία αναπολεί τη ζωής της. Η αφήγησή της είναι γεμάτη από μνήμες και εικόνες του παρελθόντος. Η σκέψη της ανατρέχει στο παρελθόν, σε καταστάσεις και γεγονότα που υπήρξαν καταλυτικά για την ίδια και συνέβαλλαν στο να πάρει η ζωή της τη συγκεκριμένη τροπή.
·         Η Νίνα αφηγείται τη δικής της ζωή αλλά παράλληλα αφηγείται και τη ζωή της δεύτερης πρωταγωνίστριας του έργου, της Εκάβης, είτε µέσα από περιγραφές είτε µέσα από τον ίδιο το λόγο της Εκάβης.
·         Το συγκεκριμένο απόσπασμα δείχνει τις αντιδράσεις των μελών της οικογένειάς της και του κοινωνικού της περίγυρου, την περίοδο της έκρηξης του πολέμου του 1940.
·         Παρουσιάζονται οι ιδιωτικές όψεις μιας κορυφαίας ιστορικής στιγμής, όψεις αθέατες για τους μεταγενέστερους
·         Οι πρωταγωνιστές του κειμένου δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσουν ακόμα την τραγικότητα των περιστάσεων γιατί αιφνιδιάζονται από τα γεγονότα. Οι αντιδράσεις τους έχουν ποικίλες και διαφορετικές διακυμάνσεις, από δραματικές μέχρι κωμικές 
·         Ο προφορικός λόγος της αφήγησης είναι χειμαρρώδης και παρακολουθεί τις συναισθηματικές μεταβολές της Νίνας, εστιάζοντας με εξαιρετική παρατηρητικότητα στις πιο μικροσκοπικές λεπτομέρειες. Η αρετή αυτή αποτελεί το κορυφαίο επίτευγμα στο μυθιστόρημα του Κώστα Ταχτσή.
·         Η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο από την βασική ηρωίδα του έργου, τη Νίνα, δίνει στο κείµενο µία αµεσότητα και μοιάζει σαν να πραγµατοποιεί κάποιος µία συνέντευξη µε ένα πραγµατικό άτοµο.
·         Οι εικόνες είναι τόσο ζωντανές και ρεαλιστικές, και μέρη, πρόσωπα, κοινωνικοπολιτικά γεγονότα περιγράφονται με τόση ακρίβεια και λεπτομέρεια που έχει κανείς την εντύπωση ότι ξετυλίγονται τώρα μπροστά στα μάτια του. Στην πραγματικότητα πρόκειται για συνεχές flash back (αναδρομή στο παρελθόν) που εκτυλίσσεται μέσα στη σκέψη της Νίνας.
·         Η κυρά Εκάβη, ο δεύτερος σημαντικός χαρακτήρας του έργου του Ταχτσή, είναι ο άνθρωπος με τον οποίο η Νίνα είχε αναπτύξει μια εξαιρετικά φιλική και μοναδική σχέση. Εκτός από φίλη της υπήρξε και πεθερά της αργότερα. Ήταν και οι δύο γυναίκες δυναμικές, γεμάτες ζωντάνια και πείσμα για να καταφέρουν να μην υποκύψουν στις δυσκολίες της ζωής.
·         Στο κείμενο ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η ιδεολογική μεταστροφή του Αντώνη, συζύγου της Νίνας. Ο Αντώνης ήταν ο δεύτερος σύζυγος της Νίνας.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
·         Προσωπικές και συλλογικές αντιδράσεις μπροστά σε ένα σημαντικό συμβάν
·         Εκδήλωση του πατριωτικού αισθήματος.
·         Μεταφορά μέσω της γραπτής αφήγησης του προφορικού λόγου, μαρτυρία.






Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2017

ΥΛΗ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

1. Της Άρτας το γιοφύρι
2. Θούριος ( παράλληλο κείμενο : Τώρα)

Καλό Διάβασμα!!!!

Σχόλια : Τώρα

Για σχόλια σχετικά με το ποίημα πατήστε εδώ

Χριστόπουλος Αθανάσιος

Χριστόπουλος Αθανάσιος


Τόπος Γέννησης:Καστοριά
Έτος Γέννησης:1772
Έτος Θανάτου:1847
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:Ποίηση
Θέατρο - Σενάριο
Μελέτη

Βιογραφικό Σημείωμα
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (1772-1847)


Ο Αθανάσιος Χριστόπουλος γεννήθηκε στην Καστοριά. Γιος κληρικού πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, όπου είχε καταφύγει η οικογένειά του λόγω οικονομικών δυσχερειών. Μαθήτευσε στο Λύκειο Βουκουρεστίου με δάσκαλο τον Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, ο οποίος άσκησε μεγάλη επίδραση στις γλωσσικές και φιλοσοφικές απόψεις του Χριστόπουλου. Σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία, ξένες γλώσσες και λατινικά στη Βούδα και το 1794 έφυγε για την Πάντοβα, όπου, αν και ξεκίνησε με σπουδές ιατρικής, κατέληξε να αφοσιωθεί στα νομικά. Το 1797 επέστρεψε στο Βουκουρέστι, γνώρισε τον Λάμπρο Φωτιάδη και μπήκε στον κύκλο του Καταρτζή. Εργάστηκε για πολλά χρόνια ως οικοδιδάσκαλος στην Αυλή του ηγεμόνα Μουρούζη και απέκτησε τον τίτλο του καμινάρη. Ακολούθησε ένα διάστημα παραμονής στην Πόλη. Μετά το 1812 πέρασε στην Αυλή του ηγεμόνα της Βλαχίας Ιωάννη Καρατζά και ανακηρύχτηκε άρχων μέγας λογοθέτης. Με ανάθεση του Καρατζά ο Χριστόπουλος συνέγραψε το Ιδιωτικό Δίκαιο από κοινού με τον αδερφό του Κυριάκο, και έγινε νομικός σύμβουλος του Καρατζά. Μετά την ανάκληση του τελευταίου από την ηγεμονία το 1820 ο Χριστόπουλος έφυγε για την Τρανσυλβανία, όπου συνέχισε τη συγγραφική του δραστηριότητα. Ταξίδεψε στα Επτάνησα ως απεσταλμένος της Φιλικής Εταιρίας και έμεινε δύο μήνες στη Ζάκυνθο, υπήρξε μέλος της επαναστατικής επιτροπής στις Ηγεμονίες και σύμβουλος του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Μετά την επανάσταση προσπάθησε να εγκατασταθεί στον απελευθερωμένο ελλαδικό χώρο, αναγκάστηκε ωστόσο, κυρίως λόγω του αντιφαναριωτικού πνεύματος που κυριαρχούσε, να φύγει το 1836 ξανά για την Τρανσυλβανία. Πέθανε το Γενάρη του 1847 στο Βουκουρέστι. Το συγγραφικό έργο του Χριστόπουλου περιλαμβάνει μια Γραμματική της αιολοδωρικής διαλέκτου (1805), όπου υποστήριξε τη γλωσσική θεωρία του Καταρτζή και υπεραμύνθηκε της ‘λαλουμένης’ γλώσσας, το τετράπρακτο ιστορικό δράμα Αχιλλεύς, που παραστάθηκε στην Αυλή του Μουρούζη με τον τίτλο Ο θάνατος του Πατρόκλου και αποτελεί πρωτόλειο έργο με σαφείς επιδράσεις από τον Διαφωτισμό και τις ιδέες περί αναβίωσης των αρχαιοελληνικών προτύπων, τα Λυρικά, συλλογή βακχικών και ερωτικών (σύμφωνα με δικούς του χαρακτηρισμούς) ποιημάτων, στα οποία συνυπάρχουν η αισιοδοξία και η μελαγχολία, ο ύμνος του έρωτα και η ηθική της ζωής και της ύπαρξης με το στοιχείο του εφήμερου του βίου. Ο Χριστόπουλος μπόλιασε την φαναριώτικη ποίηση με στοιχεία της γαλλικής ποίησης του 18ου αιώνα και της ιταλικής ανακρεόντειας τάσης και τα έργα του γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην εποχή τους. Ο Λίνος Πολίτης στην Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας χαρακτηρίζει τον Χριστόπουλο πρόδρομο του Σολωμού στα πρώτα του βήματα, ως προς τη γλώσσα και τη στιχουργική. Πρέπει να επισημανθεί τέλος η συγγραφή μεταφράσεων, αρχαιολογικών μελετών, πολιτικών σκέψεων και κριτικών δοκιμίων και γενικότερα η πνευματική πολυπραγμοσύνη του.
(Πηγή : Εθνικό Κέντρο Βιβλίου)

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

Θούριος - Σχόλια

Ρήγας Βελεστινλής : Γεννήθηκε το 1857 στο Βελεστίνο ( αρχαίες Φερές ) της Μαγνησίας και αποδείχθηκε δάσκαλος του γένους.
  • Το έργο «Θούριος» είναι ένας πατριωτικός ύμνος που προτρέπει σε απελευθερωτικό αγώνα.
  • Περιλαμβάνει 126 στίχους από τους οποίους δίνονται στο απόσπασμα οι 40 πρώτοι.
  • Η λέξη «θούριος, σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, σήμαινε ορμητικός, πολεμικός. Με αυτό τον τίτλο θέλει να αποδώσει το επαναστατικό περιεχόμενο του ποιήματος
Είδος :  πατριωτικό, επαναστατικό άσμα
Θέμα :  Η προτροπή του ποιητή προς τους σκλαβωμένους Έλληνες για  επανάσταση κατά των Τούρκων ( Οθωμανών ).
Γλώσσα :  Δημοτική ( φαναριώτικη ) με ιδιωματισμούς ( πχ ψένουν ), τουρκικές λέξεις και λόγιες ( πχ να ζούμεν )
Ύφος :  απλό ζωντανό, γιατί παρουσιάζει το φλογερό κήρυγμα του Ρήγα
Στίχος :  ιαμβικός, οξύτονος 13 σύλλαβος ( κάθε στίχος αποτελείται από έναν 7σύλλαβο και από έναν 6σύλλαβο ), με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία
Συναισθήματα :
  • Πατριωτικός ενθουσιασμός
  • Αγάπη για ελευθερία
Δομή :
  • 1η ενότητα :  στ. 1-8 , προοίμιο- δυσκολίες των κλεφτών από τη σκλαβιά ( τα δεινά της σκλαβιάς )
  • 2η ενότητα : στ 9-20 Αποτελέσματα δουλείας
  • 3η ενότητα : στ. 21-30 Προτροπή σε απελευθερωτικό αγώνα
  • 4η ενότητα : στ. 31-40 όρκος για κοινό αγώνα και συνέπειες παράβασης του όρκου
Ανάλυση 1ης ενότητας
  • Στ. 1 « ως πότε παλικάρια» : ξέσπασμα απελπισίας, αγανάκτησης, οργής του ποιητή για τις άθλιες συνθήκες των σκλαβωμένων Ελλήνων.
  • Παρουσίαση δυσκολιών των κλεφτών ( στ 1-8 ) :
1) ζουν σε στενότητα ( στα στενά ) = ανασφάλεια ( μεταφορικά )
2) σα λιοντάρια ( παρομοίωση ) = μοναχικά, σε μέρη δύσβατα, σε ορεινές περιοχές
3) σε σπηλιές και όχι σε σπίτια, όπως οι άλλοι άνθρωποι
4) στερούνται την κοινωνική ζωή, βλέποντας «κλαδιά» ( δάση ) αντί για ανθρώπους
5) ζουν μακριά από τους δικούς τους
6) σε μια σκλαβωμένη Πατρίδα
  • Χρησιμοποιεί α’ πληθυντικό πρόσωπο, απευθυνόμενος στους κλέφτες αλλά τοποθετώντας και τον εαυτό του μέσα σε αυτούς ( πιθανόν και από προσωπική εμπειρία )
  • Οι ερωτήσεις είναι ρητορικές και με αυτές καλεί όλους τους Έλληνες ( Ρωμιούς ) να επαναστατήσουν για την ελευθερία τους
  • Γνωμικό : διατυπώνει την άποψη για μια ώρα ελεύθερης ζωής παρά για μακροχρόνια δουλεία που ισοδυναμεί με φυλακή ( έμμεση προτροπή για αγώνα και επανάσταση ). Έμμεσα καταγράφει τις εμπειρίες των Ελλήνων ( φυλακίσεις, καταπίεση ) στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Σχήματα λόγου :
  • Παρομοίωση : στ. 2  «σα λιοντάρια»
  • Ασύνδετο :  στ. 1-2, 3-4
  • Μεταφορά : «πικρή σκλαβιά», «χάνουμε αδέρφια», «παρά σκλαβιά και φυλακή»
  • Αντίθεση : «ελεύθερη ζωή- σκλαβιά»

Ανάλυση 2ς ενότητας
  • Χρησιμοποιεί β’  ενικό πρόσωπο γιατί απευθύνεται σε όλους τους σκλαβωμένους ( αμεσότητα )
  • Στ. 9 ρητορική ερώτηση ( η ζωή χωρίς ελευθερία δεν έχει αξία )
  • Στ. 10 καλεί κάθε σκλαβωμένο Ρωμιό να σκεφτεί τα αποτελέσματα, τις συνέπειες της δουλείας :
Α) απώλεια ζωής ή ισόβια βάσανα ( ψένουν στη φωτιά )
Β) απόλυτη υποταγή στον τύραννο ( Σουλτάνο ) και εκμετάλλευση από αυτόν ( στ.12-14 )
Γ) Ο τύραννος κοιτά το συμφέρον του και την εξουσία του και θανατώνει/τιμωρεί όλους ανεξάρτητα από αξιώματα, τίτλους, εθνικότητες, φυλές, κοινωνικές τάξεις ( παραδείγματα επωνύμων Φαναριωτών που θανατώθηκαν )
Δ) Καμία πρόοδος δε σημειώνεται ( στασιμότητα, στ 20 )

  • Υπάρχει ιεραρχική κλιμάκωση των δεινών της δουλείας που ξεκινά από την καταπίεση ( στ 11-16 ) και φτάνει μέχρι τη θανάτωση ( στ. 17-20 ) – δραματική ατμόσφαιρα : άρα απευθύνεται όχι μόνο στους Έλληνες- Ρωμιούς και στους άλλους λαούς των Βαλκανίων αλλά και στους καταπιεσμένους Τούρκους
Σχήματα λόγου :
  • Παρομοίωση :  στ 10 ( «ψένουν …φωτιά» )
  • Μεταφορά : ( το αίμα σου να πιει, καθρέπτης είν’ να ιδής )

Ανάλυση 3ης ενότητας
Αποτελεί παραινετική στροφή
  • Χρήση β’ ενικού, α’ πληθυντικού πληθυντικού ( ελάτε, ας κάμωμεν, να βάλωμεν, προτρεπτική προστακτική και υποτακτική )
  • Στ.22 η απόφαση για Αγώνα ( επανάσταση ) πρέπει να επισφραγιστεί με όρκο στο Σταυρό
  • Στ. 23  όραμα για ίδρυση ενός κράτος με ικανούς, άξιους ηγέτες που διαπνέονται από πατριωτισμό
  • Στ. 25    Οι νόμοι ορίζουν το «κράτος δικαίου» , απαραίτητη η υπακοή στους νόμους, ενώ η αναρχία θεωρείται δουλεία, αφού δεν υπάρχουν νόμοι για να περιφρουρούν τα δικαιώματα των ανθρώπων ( στ. 27 )
Σχήματα λόγου :
Προσωποποίηση : « οι Νόμοι», «η Πατρίδα»
Παρομοίωση : ( η αναρχία ομοιάζει την σκλαβιά )
Μεταφορά : ( σκληρή φωτιά )
Αντίθεση : αρχηγός- αναρχία
Ανάλυση 4ης ενότητας
  • Προηγείται η αφήγηση :  ορκίζεται στον Ουρανό και όχι στο σταυρό, ίσως για να δείξει έναν υπερεθνικό χαρακτήρα της επανάστασης
  • Σε α’ πρόσωπο, αρχίζει με την επίκληση του Θεού
  • Δεσμεύσεις όρκου :
α) δε θα γίνει όργανο του κατακτητή, στ. 32
β) δε θα δουλέψει για τα συμφέροντά τους και δε θα παρασυρθεί από τις υποσχέσεις τους  στ 33-34
γ) μόνος σκοπός : ο αφανισμός των εχθρών ( τυράννων )  στ.35-36
δ) πίστη στη πατρίδα στ. 37
ε) απόλυτη υπακοή στους άρχοντες ( στρατηγό ) στ.38
στ ) τιμωρία στους επίορκους – σκληρή τιμωρία από την παράβαση του όρκου
( εικόνα- παρομοίωση : σαν καπνός και υπερβολή : «ν’ αστράψει …καπνός» )

"Θούριος" Ξυλούρης





Bιογραφία Ρήγα Φεραίου

Ο Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας Φεραίος (1757 - 24 Ιουνίου 1798) ήταν Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής και επαναστάτης. Θεωρείται εθνομάρτυρας και πρόδρομος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ο ίδιος υπέγραφε ως «Ρήγας Βελεστινλής» ή «Ρήγας ο Θεσσαλός» και ουδέποτε «Φεραίος», κάτι που ίσως να είναι δημιούργημα μεταγενέστερων λογίων.[1] Γεννήθηκε στο Βελεστίνο, τις αρχαίες Φερές, το 1757, από εύπορη οικογένεια. Από τη νεανική του ζωή τα μόνα γνωστά είναι αυτά που ίδιος αναγράφει στην Επιπεδογραφία της Φεράς νυν λεγομένης Βελεστίνος, που είναι και ένα ύμνος στη γενέτειρά του.
Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Φεραίου είναι βυθισμένα στον θρύλο και είναι δύσκολο να ανιχνευθούν τα πραγματικά γεγονότα, όπως και ένα μεγάλο μέρος από τις δραστηριότητές του αργότερα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα άτομα με τα οποία συνεργαζόταν συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, αλλά και οι περισσότερες από τις προκηρύξεις του καταστράφηκαν. Αργότερα η ανάγκη δημιουργίας εθνικών ηρώων του υπόδουλου έθνους, σε συνδυασμό με την έλλειψη σχετικής ιστοριογραφίας ανήγαγε πολλούς θρύλους περί του προσώπου του.
Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Περραιβό τα πρώτα του γράμματα λέγεται ότι τα διδάχθηκε από ιερέα του Βελεστίνου και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση. Όταν επέστρεψε, έγινε δάσκαλος στην κοινότητα Κισσού Πηλίου. Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά, και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολών του θείου του. Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά με τον οποίο και ανέπτυξε στενή φιλία. Στην ίδια μονή συνδέθηκε φιλικά με τον συμπατριώτη του τον μοναχό Νικόδημο, ο οποίος του είχε παραχωρήσει τα κλειδιά της βιβλιοθήκης της φημισμένης Αθωνιάδας Σχολής για να εμπλουτίσει τς γνώσεις του.
Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη για σπουδές. Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαντώς Μαυρογένους και ταξίδεψε για το Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον στην ηλικία των 30 χρόνων. Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την ήττα της Τουρκίας (1790) ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε ως υπαίτιος της ήττας και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του. Στη Βιέννη ταξίδεψε μαζί με τον Αυστριακό βαρώνο Ελληνικής καταγωγής Χριστόδουλο Λάνγκενφελτ-Κιρλιανό, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με άλλους ομογενείς.
Στη Βιέννη συνεργάτες του ήσαν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, τυπογράφοι. Στο τυπογραφείο τους τύπωσε τον Θούριο και την Χάρτα που φιλοτεχνήθηκε από τον Αυστριακό λιθογράφο Φρανσουά Μίλλερ, την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων, το Σχολείον των ντελικάτων Εραστών, το Φυσικής απάνθισμα κ.α Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα. Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της «Χάρτας», ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα.
Παράλληλα με τις εκδοτικές του δραστηριότητες, ο Ρήγας προετοίμαζε και την αναχώρησή του από την Αυστρία, κυρίως εξαιτίας του επαναστατικού κλίματος που είχε καλλιεργήσει η Γαλλική Επανάσταση και της διάθεσής του να ενισχύσει τις προσπάθειες του Ναπολέοντα. Το 1792 η υπογραφή της Ρωσοτουρκικής συνθήκης ειρήνης στο Ιάσιο οδηγεί τις ελπίδες του Ρήγα για απελευθέρωση των Ελλήνων από τη Γαλλία και τον Βοναπάρτη. Οι πληροφορίες για τη μυστική επαναστατική δράση του Ρήγα είναι ασαφείς και προέρχονται κυρίως από μαρτυρίες βιογράφων και πληροφορίες τις οποίες απέσπασε η ανάκριση των Αυστριακών αρχών μετά τη σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του. Το συμπέρασμα ούτως ή άλλως είναι ότι δεν υπήρχε οργανωμένος επαναστατικός συνωμοτικός πυρήνας αλλά διάσπαρτες επαφές με ομοεθνείς, τους οποίους διέγειρε ο επαναστατικός ενθουσιασμός του Ρήγα. Το πιθανότερο και επικρατέστερο σενάριο που επικρατεί μέχρι σήμερα για τη σύλληψη του Ρήγα έχει να κάνει σχέση με τη τελευταία φάση προετοιμασίας του που συνδέεται με δύο επαναστατικές προκηρύξεις, το Επαναστατικό Μανιφέστο και την Προκήρυξη, που τυπώθηκε σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων και είναι το εξής. Οι δύο προκηρύξεις στάλθηκαν στον Αντώνη Νιώτη στην Τεργέστη, για να τα παραλάβει ο Ρήγας μαζί με τον αφοσιωμένο του φίλο Χριστόφορο Περραιβό και να τα προωθήσει στην Ελλάδα. Η επιστολή, όμως, με την οποία ενημέρωνε ο Ρήγας για την αποστολή των εντύπων του, έπεσε στα χέρια του Δημητρίου Οικονόμου, εμπορικού συνεργάτη του Αντωνίου Κορωνιού, προς τον οποίο απευθυνόταν η επιστολή. Ο Οικονόμου κατέδωσε και τους δύο στην αυστριακή αστυνομία και συγκεκριμένα στον βαρόνο Πιττόνι, διοικητή της αστυνομίας στη Τεργέστη. Ο οποίος με τη σειρά του ενημέρωσε το κυβερνήτη της πόλης Κόντε Πομπήιο Μπριγκίντο κι αυτός τον διέταξε να τον συλλάβει.

Ο Φεραίος βρήκε φρικτό θάνατο
Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη την 1η Δεκεμβρίου του 1797 μαζί με τον Περραιβό. Κατόπιν οδηγήθηκε στη Βιέννη, στις 14 Φεβρουαρίου 1798, όπου ανακρίθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του.[3] Κατάληξη των ανακρίσεων, σε συνδυασμό με τις συνεννοήσεις με τον Σουλτάνο, ήταν να εκτοπισθούν από τους συλληφθέντες οι Αυστριακοί και άλλων εθνοτήτων υπήκοοι για να δικαστούν από τις Αυστριακές αρχές, εκτός από τους Οθωμανούς, που απελάθηκαν και οδηγήθηκαν στην Οθωμανική επικράτεια για να υποστούν τις κυρώσεις του Σουλτάνου. Ο Ρήγας (41 χρονών) και οι επτά σύντροφοί του που ανήκαν στην ίδια κατηγορία, με συνοδεία των αυστριακών αρχών παραδόθηκαν στις 10 Μαΐου 1798 στους Τούρκους του Βελιγραδίου και φυλακίστηκαν στον πύργο Nebojša (Небојша), παραποτάμιο φρούριο του Βελιγραδίου. Εκεί, ύστερα από συνεχή βασανιστήρια, στις 24 Ιουνίου του 1798, στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη.

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2017

https://www.youtube.com/watch?v=99alYHwPgMI

"Του γιοφυριού της Άρτας" σημειώσεις

Για την ανάλυση του τραγουδιού πατήστε εδώ.

Δημοτικά Τραγούδια - Παραλογές

Οι παραλογές είναι δημοτικά τραγούδια των οποίων ο πυρήνας είναι η διήγηση. Eίναι τραγούδια με πλαστή, περιποιημένη υπόθεση, που δεν μεταφέρουν στον ποιητικό χώρο ένα απλό επεισόδιο, αλλά περιγράφουν μια ολοκληρωμένη πράξη. Συγγενεύουν πολύ με τα ακριτικά τραγούδια, πολλές φορές τα όρια ανάμεσά τους είναι δυσδιάκριτα, ενώ «σε πολλές παραλογές βρίσκουμε ονόματα ακριτικά και συχνά στίχους ολόκληρους ακριτικών τραγουδιών. Αν στην όλη υπόθεση των παραλογών αυτών δεν δέσποζε το παραμυθιακό στοιχείο, θα μπορούσαμε αξιόλογα να τις κατατάξουμε στον κύκλο των ακριτικών».
Αυτό που χαρακτηρίζει τις πιο πλήρεις παραλογές, είναι μια μυθική, εξωλογική μορφή, όπου το παλαιότερο υλικό επεξεργάζεται με τρόπο που σπάνια ξεπερνά τη φυσική συμπεριφορά. Οι ήρωες αυτών μπορεί να μην έζησαν ποτέ, δηλ. να είναι πλάσματα της φαντασίας, παρ’ όλα αυτά δεν συμπεριφέρονται υπερφυσικά. Σε ορισμένες παραλογές, π.χ. στο τραγούδι Του νεκρού αδελφού,  έχουμε και στοιχεία εξωπραγματικά, όπως τον βρικόλακα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στην εποχή που πραγματοποιήθηκαν οι παραλογές, η κοινωνία θεωρούσε αυτά τα στοιχεία υπαρκτά.
Πολλές παραλογές πιθανόν να προέρχονται από αρχαιοελληνικούς μύθους, πρόκειται για ένα στοιχείο ουσιαστικά το οποίο αφορά σε μία από τις πραγματικότητες που μας οδηγούν στην αρχαιότητα, αν και δεν είναι εύκολο αυτή η σχέση να αποδειχθεί. Την υπόθεσή τους οι παραλογές την αντλούν και από νεότερες παραδόσεις, από δραματικά κοινωνικά περιστατικά, από την ιστορική μνήμη, ή είναι εντελώς πλαστές.



Παραλογές : 
πολύστιχα αφηγηματικά τραγούδια που  εξιστορούν δραματικές  κυρίως περιπέτειες της ζωής  πραγματικές ή  φανταστικές  (κάποιο περιστατικό  , μια παράδοση , ένα μύθο)
Βασικά χαρακτηριστικά :
Αναπτύσσουν ένα μύθο  , μια υπόθεση  με αρχή  και δέση  , εξέλιξη , κορύφωση και  λύση .
Αντλούν το περιεχόμενό  τους από αρχαιότερους μύθους αλλά και νεότερες   παραδόσεις  
Παρουσιάζουν  :Παραμυθικά  και  εξωλογικά στοιχεία 
                               Γοργό ρυθμό στην εξέλιξη του μύθου

                               Στοιχεία έντονης δραματικότητας

2017-2018

Ευχές για τη νέα σχολική χρονιά