Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Διηγήματος

Το «Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη» προκηρύσσει τον 4ο  Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Πρωτόλειου Διηγήματος στη μνήμη Καίτης Λασκαρίδη, για μαθητές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
 
Στόχος του διαγωνισμού είναι να ενισχύσει την αυτοέκφραση των εφήβων και να υποστηρίξει  το μάθημα της Λογοτεχνίας και της Έκθεσης στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Προθεσμία υποβολής των συμμετοχών ορίζεται η 31η Μαΐου 2016.

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να ενημερωθείτε από τη σχετική προκήρυξη.

Σημειώσεις για τους Ελεύθερους Πολιορκημένους

Ελεύθεροι πολιορκημένοι   Διον. Σολωμού
Το έργο
Στο διάστημα της πολιορκίας του Μεσολογγίου από τους Τούρκους ο ποιητής βρισκόταν στο απέναντι μέρος, στην πατρίδα του τη Ζάκυνθο, και συμμετείχε ψυχικά στο δράμα των Μεσολογγιτών. Από αυτή τη βίωση των γεγονότων προέκυψε το ποίημα του χρέους(Χρέος ήταν η πρώτη ονομασία του ποιήματος, που αργότερα πήρε τον τίτλο Ελεύθεροι πολιορκημένοι , το οποίοι ποιητής αρχίζει να συνθέτει το 1826. Το ποίημα αυτό απασχόλησε τον ποιητή όσο κανένα άλλο, όμως ποτέ δεν ολοκληρώθηκε και έφτασε σ΄ εμάς σε αποσπάσματα, τα οποία ανήκουν σε Τρία Σχεδιάσματα, που το καθένα αντιπροσωπεύει όχι μόνο διαφορετικό στάδιο επεξεργασίας αλλά και διαφορετική ποιητική αντίληψη

Το ιστορικό πλαίσιο

Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι αναφέρονται στη δωδεκάμηνη πολιορκία του Μεσολογγίου (Απρίλιος 1825-Απρίλιος 1826) από τους Τούρκους και στη συνέχεια από τους Αιγυπτίους. Οι Μεσολογγίτες αμύνονται κατά τη διάρκεια της Πολιορκίας με σθένος. Υπομένουν καρτερικά και παλεύουν απέναντι στο Κακό: Τις φυσικές κακουχίες (πείνα, αρρώστιες, τον θάνατο), τον εξωτερικό εχθρό δηλ. τους Τούρκους, αλλά και τον εσωτερικό δηλ. τον ίδιο τους τον εαυτό που τους καλεί να γευτούν τον πειρασμό της άνοιξης και του έρωτα, την ίδια τη ζωή, συνθηκολογώντας με τον εχθρό. Αυτοί όμως κατόρθωσαν να νικήσουν το Κακό, διατηρώντας ακέραιο το ήθος τους παραμένοντας ουσιαστικά, εσωτερικά ελεύθεροι, αν και ήταν πολιορκημένοι. Το Καλό νίκησε και η εσωτερική τους πάλη, τους έκανε να ξεπεράσουν την ανθρώπινη τους φύση και να τους οδηγήσει στην ηθική ολοκλήρωση

Σχεδίσμα Β, Απόσπασμα 1


Το θέμα του συγκεκριμένου αποσπάσματος είναι η πείνα και η εξάντληση των αγωνιστών που πολιορκούνταν στο Μεσολόγγι το 1826

‘Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει’
Στον στίχο αυτό δεσπόζει το ρήμα βασιλεύει που τοποθετημένο στο τέλος δίνει έμφαση με τη βαρύτητα που έχει ως σημασία. Δεν υπάρχει απλά ησυχία .Κυριαρχεί απόλυτη σιωπή και το ρ. βασιλεύει δίνει απόλυτα αυτή την εντύπωση. Επίσης δημιουργείται ένα τέτοιο αισθητικό αποτέλεσμα αφού χρησιμοποιείται μεταφορικά
Αξιοσημείωτη είναι η επιλογή των λέξεων άκρα του τάφου σιωπή από τον ποιητή. Οι  συγκεκριμένες λέξεις μπορούν να συσχετισθούν μεταξύ τους με ποικίλους τρόπους,  ως εξής: άκρα σιωπή δηλ απόλυτη σιωπή . Επίσης, άκρα του τάφου, που ισοδυναμεί με τον υπερθετικό βαθμό του επιθέτου δηλ. ακρότατη .και τέλος, του τάφου σιωπή , που ισοδυναμεί με την νεκρική σιωπή. Η χρήση λοιπόν της λέξης τάφος περιγράφει βιωματικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την έννοια της απόλυτης σιωπής, πράγμα που δεν θα μπορούσε να γίνει ΄τόσο αποτελεσματικά με τη χρήση άλλης λέξης
Σημείωση: Είναι γνωστή η «αγωνία του λόγου», όπως λέμε ενός ποιητή και ειδικά του Σολωμού που πασχίζει να βρει τη «μοναδική» λέξη για να «ντύσει» το περιεχόμενο του με την καλύτερη δυνατή μορφή. Το λογοτεχνικό ύφος αποτελεί τις συγκεκριμένες  λεκτικές επιλογές ενός ποιητή που γίνονται μέσα από τη βιωματική-συγκινησιακή χρήση της γλώσσας.
Έτσι ο α΄ στίχος με τις συγκεκριμένες λεκτικές επιλογές αναδεικνύει απόλυτα την αίσθηση και την εικόνα της απόλυτης ακινησίας

Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει
Σε αντίθεση με τον α΄ στίχο έρχεται ο β΄ με την παρουσία εμψύχων, τη δράση και τη συναισθηματική αντίδραση. Αυτό δηλώνεται με τη συσσώρευση τριών ρημάτων (σε σχέση με το ένα του α΄ στίχου). Αξιοσημείωτη είναι η παρήχηση του λ και του ρ, που αισθητοποιούν με τον καλύτερο τρόπο την αντίθεση ανάμεσα στο πουλάκι ,που έχει κάτι να φάει και τη Μεσολογγίτισσα μάνα που το ζηλεύει γιατί δεν έχει να ταΐσει το παιδί της. Το ανθρώπινο πλάσμα, το ανώτερο στην κυριαρχία των όντων, βρίσκεται σε κατώτερη μοίρα από το πουλί, το υποδεέστερο

Τα μάτια η πείνα εμαύρισε. Στα μάτια η μάνα μνέει
Το α΄ ημιστίχιο με μια χαρακτηριστική οπτική εικόνα «δείχνει» το μέγεθος της πείνας. Ταυτόχρονα μας θυμίζει εκείνη την έκφραση «μαύρισε το μάτι μου», έκφραση που απεικονίζει παραστατικά τη μεγάλη στέρηση. Η επανάληψη της λ. μάτια, επισημαίνει το σημείο όπου φανερώνεται η στέρηση. Η πείνα λοιπόν, αποτυπώνεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, στα μάτια, που αποτελούν το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου. Και είναι το πολυτιμότερο αγαθό, αφού ένας από τους βαρύτερους όρκους, αναφέρεται σ΄ αυτά: «στο φως μου».(Ας θυμηθούμε και την τρυφερή προσφώνηση της μάνας στο παιδί «μάτια μου».

Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει
Κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου βρίσκονταν σ αυτό και πολλοί Σουλιώτες. Εδώ λοιπόν έχομε τη συγκλονιστική εικόνα του Σουλιώτη πολεμιστή, (καλός όχι με την στενά ηθική σημασία, αλλά με την πολεμική τελειότητα), ο οποίος στέκει «παράμερα», και κλαίει, όχι φυσικά από φόβο, αλλά από φιλότιμο και πίκρα, γιατί η πείνα τον έχει αποδυναμώσει, και έχει έτσι αχρηστεύσει την ιδιότητα του πολεμιστή. Το «κλαίει» δεν είναι δειλία είναι  περηφάνια. Αυτή η εικόνα έρχεται σε αντίθεση με με τη εικόνα του γενναίου και σκληροτράχηλου πολεμιστή.

«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄ έχω ‘ γώ στο χέρι:
οπού συ μου ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει»
Εδώ ο Σουλιώτης απευθύνεται στο τουφέκι του (προσωποποίηση), αποκαλώντας το έρμο και σκοτεινό (=καημένο, παρατημένο, δύστυχο), θεωρώντας μάταιη την ύπαρξη του. Στον τελευταίο στίχο α) αιτιολογείται το περιεχόμενο των δύο προηγούμενων στίχων και β) επιτείνεται η απελπισία του πολεμιστή που οφείλεται στο γεγονός ότι οι εχθροί γνωρίζουν την εξάντληση και την αδυναμία του, πράγμα που κάνει τη θέση των πολιορκημένων, ακόμη δυσχερέστερη.

Σημειώσεις
Τα πρόσωπα του «δράματος»
Η Μεσολογγίτισσα μάνα εκπροσωπεί τον άμαχο πληθυσμό, ενώ ο Σουλιώτης υπερασπιστής του Μεσολογγίου, τους πολεμιστές .Τα δύο αυτά πρόσωπα έχουν κοινά χαρακτηριστικά: α) και οι δύο είναι πεινασμένοι και εξαντλημένοι β) και οι δύο βρίσκονται παράμερα, στο περιθώριο γ) και οι δύο έχουν χάσει τις πραγματικές τους ιδιότητες: η μάνα της τροφού  και ο Σουλιώτης του πολεμιστή.


Εκφραστικά μέσα
Ο ποιητής, προκειμένου να «ντύσει» το περιεχόμενο των στίχων του με το τελειότερο «ένδυμα», την τελειότερη μορφή και παράλληλα να αισθητοποιήσει μα τον πιο παραστατικό τρόπο την δραματική κατάσταση των πολιορκημένων χρησιμοποιεί τα παρακάτω εκφραστικά μέσα:
  • Εικόνες(ηχητικές και οπτικές): ο κάμπος με τη νεκρική σιωπή, το πουλί που λαλεί και τρώει, η μάνα με τους μαύρους κύκλους  στα μάτια, ο Σουλιώτης που κλαίει και μιλάει στο τουφέκι του.
  • Ο διάλογος του Σουλιώτη με το τουφέκι του (προσωποποίηση)
  • Η μεταφορά: του τάφου, βασιλεύει, σκοτεινό)
  • Παρήχηση του λ και του ρ: λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί
  • Επανάληψη: τα μάτια….στα μάτια
  • Αντιθέσεις: α)Ο α΄ με τον β΄ στίχο, δηλ. η απόλυτη, νεκρική σιωπή και ακινησία με τη κίνηση, τη δράση και την ύπαρξη εμψύχων. β)το α΄ ημιστίχιο του β΄ στίχου, με το β΄ ημιστίχιο: το πουλάκι έχει να φάει εν αντιθέσει με τον άνθρωπο, ένα όν ανώτερο.γ)Η εικόνα του καλού Σουλιώτη έρχεται σε αντίθεση με την αναμενόμενη εικόνα του γενναίου πολεμιστή. δ) μπορούμε να αναφέρουμε και τον τίτλο του αποσπάσματος ελεύθεροι(εσωτερικά) αλλά πολιορκημένοι( από τον φυσικό εχθρό και τον πόθο για τη ζωή που οργιάζει έξω)
  • Χρήση επιθετικών προσδιορισμών: άκρα σιωπή, Σουλιώτης ο καλός, τουφέκι σκοτεινό, αλλά και ελεύθεροι πολιορκημένοι(αντιφατικός)


Σχεδίασμα Β, Απόσπασμα 2
Το θέμα του αποσπάσματος είναι η ομορφιά της ανοιξιάτικης φύσης, που καλεί τους Μεσολογγίτες να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους και να απολαύσουν τη ζωή.

Δομή: Στιχ. 1-3 μας δίνεται το θέμα, στιχ. 3-11 οι εικόνες της φύσης, στιχ. 12-13 η πρόκληση της φύσης να εγκαταλείψουν τον αγώνα.

Στιχ. 1-2: Η φανταστική εικόνα του χορού ανάμεσα στον Απρίλη και τον Έρωτα
Στον 1ο στίχο αξιοπρόσεκτες είναι δύο προσωποποιήσεις που λειτουργούν συμβολικά: Ο Απρίλης, μήνας της άνοιξης, οπότε ανθίζουν τα περισσότερα φυτά, συμβολίζει την αναγέννηση και την ομορφιά της φύσης, ενώ ο Έρωτας συμβολίζει τη δημιουργία και γενικότερα τη χαρά. Επίσης τα ρήματα χορεύουνε και γελούνε


συμπληρώνουν το σκηνικό της γιορτινής ατμόσφαιρας. Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η δραματική αντίθεση ανάμεσα στην γιορτή της φύσης και το τραγικό σκηνικό της πολιορκημένης πόλης.
Στο στχ. 2, παρατηρούμε τη σύγκριση που εξισώνει τα όπλα με τα άνθη και τους καρπούς(κι όσα΄……τόσα).Το β΄ πρόσωπο (σε) στο οποίο απευθύνεται ο ποιητής είναι η ψυχή των πολιορκημένων.

Στιχ. 3-11: Οι εικόνες της ανοιξιάτικης φύσης
Εδώ έχουμε 4 εικόνες, πραγματικές πια και όχι φανταστικές: Οι 3 είναι από τον κόσμο των έμψυχων και η 4η από τον κόσμα των ανόργανων πραγμάτων.
1η εικόνα: παρουσιάζει ένα κοπάδι λευκά πρόβατα και το είδωλο τους πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας καθώς ενώνεται με τις ομορφιές του ουρανού, που καθρεφτίζονται κι αυτές στο νερό. Στην εικόνα υπάρχει κίνηση (κινούμενο) και ήχος( βελάζει). Αξιοσημείωτος είναι ο συσχετισμός των τριών στοιχείων της φύσης, βουνού, θάλασσας και ουρανού, αφού ο ποιητής παρομοιάζει το λευκό κοπάδι των προβάτων ως προς το σχήμα του με λευκό βουναλάκι, σχήμα το οποίο καθρεπτίζεται πάνω στα νερά της θάλασσας, σμίγοντας με την ομορφιά του ουρανού.
2η εικόνα: παρουσιάζει μια γαλάζια πεταλούδα, από τη μια να είναι βιαστική και να καθρεφτίζεται στα νερά της λίμνης του Μεσολογγίου και από την άλλη να κοιμάται μέσα σ΄ έναν ευωδιαστό άγριο κρίνο.(οσφρητική εικόνα)
3η εικόνα: Ένα μικρό και ασήμαντο σκουλήκι σε στιγμές χαράς και ευτυχίας.
4η εικόνα:εδώ έχουμε τα άψυχα της φύσης(μαύρη πέτρα) και τα νεκρά(ξερό χορτάρι), που μετουσιώνονται σε πανέμορφα(ολόχρυσα).Η εικόνα αυτή όπως και η προηγούμενη, υποδηλώνουν ότι και τα πιο απλά, ασήμαντα πλάσματα, όπως το σκουλήκι, ακόμα και τα ανόργανα, όπως η πέτρα και τα χόρτα, τώρα την άνοιξη αποκτούν εξαιρετική ομορφιά, γεγονός που κάνει ακόμη πιο δύσκολα τον αγώνα των πολιορκημένων.
Σημειώσεις: α)Αξιοπρόσεκτο είναι ότι οι εικόνες δίνονται σε φθίνουσα κλίμακα: από το μεγάλο και το ευρύ στο μικρό και ασήμαντο: από τη εικόνα της θάλασσας και του ουρανού προχωρούμε σε μικρότερο οπτικό πεδίο, για να καταλήξουμε στην εικόνα με το σκουλήκι και με την χωρίς στοιχείο ζωής τελευταία εικόνα.
β) Ο στιχ. 10 αποτελεί την κατακλείδα των εικόνων και δίνει άλλες διαστάσεις στην ομορφιά της φύσης μεταφέροντας την στην σφαίρα του μαγικού και του ονειρικού.
γ)στις 3 πρώτες εικόνες κυριαρχεί μια κίνηση σε αντίθεση με την 4η όπου υπάρχει ακινησία.
δ)Με όλες αυτές τις εικόνες ο ποιητής αγκαλιάζει όλη την πλάση(ουρανό,γη, θάλασσα), αλλά και το σύνολο των ζώων, αυτά που περπατούν (πρόβατα), πετούν (πεταλούδα) ή έρπουν( σκουλήκι) ακόμη και τα μη έμβια. Έτσι ο ποιητής με την τεχνική της εικόνας πραγματοποιεί την πρόθεσή του, που είναι παρουσιάζει όλα τα στοιχεία της φύσης να πολιορκούν την ανθρώπινη ψυχή και να την προκαλούν να απολαύσει την ομορφιά της άνοιξης, εγκαταλείποντας τον αγώνα.

Στιχ. 12-13 Η ιδέα του ποιητή-Το τραγικό δίλημμα των πολιορκημένων
Η ζωή που ξεχύνεται (χύνεται) και μιλάει(κρένει) με πληθωρικό τρόπο καλεί τους Μεσολογγίτες; να την απολαύσουν, εγκαταλείποντας τον αγώνα τους. Μάλιστα τώρα την άνοιξη η ζωή είναι χίλιες φορές πιο όμορφη και επομένως όποιος την εγκαταλείψει πεθαίνει χίλιες φορές! Η γλυκιά αυτή πρόκληση δημιουργεί δίλημμα στη ψυχή των πολιορκημένων ανάμεσα στην απόλαυση της ζωής και τον ηρωικό αγώνα. Προφανώς με την επιλογή τους και την ηρωική έξοδο τους, έδωσε αφορμήστον ποιητή να εκφράσει την ιδέα του: Η εσωτερική ελευθερία , παρά τη όποια πάλη, νικάει την όποια μορφή βίας(φυσικός εχθρός-Τούρκοι, βασανιστική ομορφιά της φύσης, επιθυμία για ζωή).



Γιατί «Ελεύθεροι πολιορκημένοι;»

Ο άνθρωπος ακόμη κι αν του στερήσουν τα πάντα, έχει κάτι απόλυτα δικό του: την ψυχή του και τη θέληση που ξεπηδάει απ΄ αυτήν. Όταν είναι δοσμένη σε κάτι υψηλό, καμιά εξωτερική βία δεν είναι ικανή να την υποδουλώσει. Όσο η ψυχή παλεύει γι αυτό, μένει ελεύθερη. Έτσι και οι Μεσολογγίτες αν και ήταν πραγματικά πολιορκημένοι,(και απ τους Τούρκους και από τη πείνα και από τον πόθο της ζωής)  παρέμειναν ψυχικά-εσωτερικά ελεύθεροι. Γίνεται δούλος ο άνθρωπος όταν η ψυχή του αδειάζει και η θέληση του για αντίσταση ναρκώνεται.

Βιογραφία Διονυσίου Σολωμού






 Η σημαντικότερη ποιητική φυσιογνωμία της Επτανησιακής Σχολής και όλης της νεοελληνικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798 από γονείς με διαφορετική κοινωνική καταγωγή, τον ηλικιωμένο κόμη Νικόλαο Σολωμό και την νεαρή Αγγελική Νίκλη, από λαϊκή τάξη που εργαζόταν στο σπίτι του. Σε ηλικία δέκα ετών (1908) εστάλη στην Ιταλία για σπουδές κοντά σε Ιταλούς δασκάλους στο Λύκειο της Κρεμόνας και μετά σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Παβίας. Στην Ιταλία έρχεται σε επαφή με τους λογοτεχνικούς κύκλους και παρακολουθεί την έντονη πνευματική κίνηση που παρουσιαζόταν εκεί. Γνωρίζεται με νέους ποιητές και δημιουργεί φιλικές σχέσεις με τον γνωστό τότε νεοκλασικιστή ποιητή Vincenzo Monti, με τον οποίο, όπως μας παραδίδεται από το φίλο του Σολωμού Ιάκωβο Πολυλά, είχε και μια διχογνωμία σχετικά με την ερμηνεία ενός στίχου του Δάντη. Στην άποψη του Monti ότι «δεν πρέπει να συλλογίζεται κανείς τόσο, πρέπει να αισθάνεται, να αισθάνεται» ο εικοσάχρονος τότε Σολωμός απάντησε ότι «πρέπει πρώτα με δύναμη να συλλάβει ο νους κι έπειτα η καρδιά θερμά να αισθανθεί ό,τι ο νους εσυνέλαβε».

Αρχίζει να μελετάει σύγχρονους αλλά και παλαιότερους Ιταλούς ποιητές, όπως ο Αλφιέρι, ο Πόντι, ο Manzoni, ο Φώσκολος, ο Δάντης, ο Πετράρχης, οι οποίοι του ασκούν βαθύτατη επίδραση. Εκεί άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιητικά έργα στα λατινικά και τα ιταλικά και να διαμορφώνει το ποιητικό του πιστεύω. Στο πνευματικό κλίμα της Ιταλίας γνώρισε από κοντά την έντονη πάλη μεταξύ ρομαντισμού και νεοκλασικισμού και τη διαμάχη για το γλωσσικό ζήτημα, γεγονός που τον επηρέασε στη συνέχεια στη στάση του απέναντι στο ελληνικό γλωσσικό πρόβλημα. Για τον Σολωμό η εθνική παιδεία προϋπέθετε την εθνική γλώσσα του λαού. Πίστευε στην αξία της λαϊκής τέχνης και της λαϊκής γλώσσας, γι’ αυτό και όταν επέστρεψε στη Ζάκυνθο το 1818 έσπευσε να μελετήσει τη λαϊκή παράδοση μέσα από το δημοτικό τραγούδι, την κρητική λογοτεχνία και την ποίηση του Βηλαρά και του Χριστόπουλου.

Σημαδιακή για τον Σολωμό στάθηκε η γνωριμία του το 1822 με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο οποίος έφτασε στη Ζάκυνθο καλεσμένος του Λόρδου Γκίλφορτ. Στη συνάντηση που είχαν ο Τρικούπης, όταν άκουσε του Σολωμό να του διαβάζει μια ιταλική ωδή, του παρατήρησε ότι ο προορισμός του δεν είναι να λάβει μια θέση στον ιταλικό Παρνασσό, αλλά να γίνει ο θεμελιωτής της ελληνικής φιλολογίας. Έτσι, ενθαρρυμένος συνέχισε τη μελέτη της μητρικής του γλώσσας με μεγαλύτερο ενδιαφέρον και άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα στα ελληνικά.  Τα νεανικά του ποιήματα (1818-1823) είναι γραμμένα σε στίχους τροχαϊκούς ή ιαμβικούς που θυμίζουν ιταλική στιχουργία, αλλά είναι επηρεασμένα και από την ποίηση του Χριστόπουλου.

Το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 συγκλονίζει τον νεαρό Έλληνα ποιητή και γίνεται η πηγή της έμπνευσής του. Το Μάιο του 1823 σε ένα ξέσπασμα λυρικού ενθουσιασμού γράφει σε διάστημα ενός μηνός, όπως μας πληροφορεί ο Ιάκωβος Πολυλάς, τον  Ύμνο εις την Ελευθερίαν, ένα ποίημα πηγαίο, ορμητικό που θα τον καθιερώσει ως μεγάλο ποιητή. Η έκδοση του Ύμνου τον επόμενο χρόνο έκανε τον Σολωμό γνωστό και δημοφιλή και μεταφράστηκε στις περισσότερες ξένες γλώσσες, γεγονός που ενίσχυσε το κίνημα του φιλελληνισμού.

Τον επόμενο χρόνο (1823) έγραψε την ωδή Εις το θάνατο του Λόρδ Μπάιρον θέλοντας να τιμήσει τον μεγάλο φιλέλληνα ποιητή. Την ίδια χρονιά συνέθεσε το Διάλογο, στον οποίο με πολλή θέρμη υποστηρίζει τη δημοτική γλώσσα και λίγο αργότερα τη Γυναίκα της Ζάκυθος (1826), πεζό κείμενο με σατιρικό και οραματικό χαρακτήρα.

Το 1828 εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα όπου επεξεργάζεται το ποίημα Λάμπρος που ήδη είχε ξεκινήσει στη Ζάκυνθο, χωρίς ποτέ να το ολοκληρώσει.

Το 1833, που αρχίζει να γράφει τον Κρητικό, το πρώτο από τα μεγάλα του έργα, είναι μια κρίσιμη χρονολογία για τον Σολωμό γιατί μια οικογενειακή δίκη έρχεται να ταράξει την ηρεμία του. Τη δίκη υποκίνησε ο ετεροθαλής αδελφός του Ιωάννης Λεονταράκης, πρώτος γιος από το δεύτερο γάμο της μητέρας του, που ήθελε να αποδείξει ότι ήταν γιος του γέρου Σολωμού και νόμιμος κληρονόμος του. Παρά την τελική δικαίωση του Σολωμού μετά από εξαετή δίκη, ο ποιητής βγήκε ψυχικά τραυματισμένος, γεγονός που σφράγισε τη μετέπειτα ζωή του.

Ο Κρητικός, ένα έργο της ωριμότητας του Σολωμού είναι «σαν μια εξομολόγηση του ποιητικού ανθρώπου και μας αποκαλύπτει μια καινούρια ολότελα αίσθηση του λυρικού, παρόμοια με εκείνη που αποκάλυπταν σύγχρονα άλλοι κορυφαίοι ποιητές», σημειώνει ο Λίνος Πολίτης και αποτελεί «μια διείσδυση προς τις ρίζες της εθνότητας, προς μια βαθύτερη συνείδηση του νεοελληνικού λόγου».

Τον ίδιο χρόνο αρχίζει την συγγραφή των Ελεύθερων Πολιορκημένων, το ποίημα που τον απασχόλησε όσο κανένα άλλο, αφού το δούλευε για πολλά χρόνια μέχρι και το θάνατό του, χωρίς ποτέ να του δώσει ολοκληρωμένη μορφή.
Παράλληλα γράφει τον Πόρφυρα ο οποίος έμεινε και αυτός ανολοκλήρωτος.

Εκτός από τις μεγάλες ποιητικές του συνθέσεις έγραψε και πολλά άλλα μικρότερα ποιήματα στα ελληνικά και ιταλικά εμπνευσμένα από γεγονότα της Επανάστασης (Η καταστροφή των Ψαρών) ή κοινωνικά (Η φαρμακωμένη) και μετέφρασε Ιταλούς κυρίως ποιητές. Προς το τέλος της ζωής του ξαναγράφει ιταλικά ποιήματα.

Πέθανε στην Κέρκυρα αφήνοντας ένα σπουδαίο ποιητικό έργο, το οποίο εξέδωσε ο στενός του φίλος Ιάκωβος Πολυλάς με τίτλο Ευρισκόμενα το 1859. Συνολική όμως έκδοση των έργων του σε τρεις τόμους με καινούρια χειρόγραφα που βρέθηκαν αργότερα έγινε από τον Λίνο Πολίτη.

Ο Διονύσιος Σολωμός υπήρξε κορυφαίος ποιητής και στοχαστής. Η ποίησή του συμπυκνώνει μέσα της όλα τα στοιχεία της ελληνικής ποιητικής παράδοσης. Η Επανάσταση του 1821 αποτέλεσε κατά κύριο λόγο την πηγή της έμπνευσής του, γι’ αυτό και προσπάθησε να αποτυπώσει με την ποίησή του τα οράματα του αγωνιζόμενου γένους του. Προσηλωμένος στην ιδέα της τελειότητας προσπάθησε να εκφράσει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ποιητικές του συλλήψεις, προσκολλημένος στο ιδανικό της τέχνης του. Όλη η ζωή του ήταν ένας αγώνας για την τελείωση του έργου του. Η έντονη όμως επιθυμία του για τη μορφική τελειότητα των έργων, μας άφησε σε μεγάλο βαθμό αποσπασματικό το έργο του, που όμως διακρίνεται για την βαθιά στοχαστικότητα και την καθαρότητα των ιδεών του.

Η ποιητική προσωπικότητα του Σολωμού επηρέασε άμεσα τη γενιά του, αφού οι επτανήσιοι ποιητές έχουν βαθιά χαραγμένη στο έργο τους την σφραγίδα του μεγάλου ζακυνθινού ποιητή. Όλοι οι μεταγενέστεροι ποιητές παραμένουν στη βαριά σκιά του Σολωμού.

Δ.Σολωμός :"Ελεύθεροι Πολιορκημένοι"



Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

Σαν σήμερα έφυγε ο σπουδαίος Ν.Καζαντζάκης


1883-1957
Αναγνωρίστηκε ως ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες και ως ο περισσότερο μεταφρασμένος παγκοσμίως. Ο Νίκος Καζαντζάκης έγινε ευρέως γνωστός μέσω της κινηματογραφικής απόδοσης των έργων του «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται», «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» και «Ο Τελευταίος Πειρασμός». Γεννήθηκε  στο Ηράκλειο Κρήτης στις 18 Φεβρουαρίου του 1883. Ήταν γιος του εμπόρου γεωργικών προϊόντων και κρασιού Μιχάλη Καζαντζάκη και της Μαρίας και είχε δύο αδελφές.
Στο Ηράκλειο έβγαλε το γυμνάσιο και το 1902 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ξεκίνησε νομικές σπουδές. Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1906 δημοσιεύοντας το δοκίμιο «Η Αρρώστια του Αιώνος» και το πρώτο του μυθιστόρημα «Όφις και Kρίνο» (με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβάμη). Τον επόμενο χρόνο ξεκίνησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Το 1910 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Το 1911 παντρεύτηκε τη Γαλάτεια Αλεξίου, στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, στο νεκροταφείο Ηρακλείου, κι αυτό γιατί φοβόταν τον πατέρα του, που δεν ήθελε για νύφη τη Γαλάτεια. Στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, το 1912, κατατάχτηκε εθελοντής, αποσπασμένος στο γραφείο του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου.
Το 1919 ο Ελευθέριος Βενιζέλος διόρισε τον Καζαντζάκη Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Περιθάλψεως με αποστολή τον επαναπατρισμό Ελλήνων από την περιοχή του Καυκάσου. Οι εμπειρίες που αποκόμισε αξιοποιήθηκαν αργότερα στο μυθιστόρημα του «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται». Τον επόμενο χρόνο, μετά την ήττα του κόμματος των Φιλελευθέρων, ο Καζαντζάκης αποχώρησε από το Υπουργείο Περιθάλψεως και πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια στην Ευρώπη.
Εργάστηκε ως ανταποκριτής των εφημερίδων Ελεύθερος Τύπος και Καθημερινή, εκδίδεται το διαζύγιό του με την πρώτη του σύζυγο και γνωρίζει την Ελένη Σαμίου, το 1924 με την οποία έζησε 21 χρόνια χωρίς γάμο. Τον Μάιο του 1927 απομονώθηκε στην Αίγινα με σκοπό την ολοκλήρωση της «Οδύσσειας». Τον ίδιο χρόνο ξεκίνησε την ανθολογία των ταξιδιωτικών του άρθρων για την έκδοση του πρώτου τόμου του «Ταξιδεύοντας», ενώ το περιοδικό Αναγέννηση, του Δημήτρη Γλυνού, δημοσίευσε την «Aσκητική», το φιλοσοφικό του έργο.
Τον Οκτώβριο του 1927, ο Καζαντζάκης φεύγει για τη Μόσχα προσκαλεσμένος από την κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης, για να πάρει μέρος στις γιορτές για τα δεκάχρονα της Οκτωβριανής Επανάστασης. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ελληνορουμάνο λογοτέχνη Παναΐτ Ιστράτι, μαζί με τον οποίον επέστρεψε στην Ελλάδα. Το 1930 θα δικαζόταν, πάλι, ο Καζαντζάκης για αθεϊσμό, για την «Ασκητική». Η δίκη ορίσθηκε για τις 10 Ιουνίου, αλλά κι αυτή δεν έγινε ποτέ. To 1931 επέστρεψε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε εκ νέου στην Αίγινα, όπου ανέλαβε τη συγγραφή ενός γαλλοελληνικού λεξικού. Το 1943 ολοκλήρωσε τη συγγραφή του μυθιστορήματός του «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά».
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, δραστηριοποιήθηκε έντονα στην ελληνική πολιτική ζωή, αναλαμβάνοντας την προεδρία της Σοσιαλιστικής Εργατικής Κίνησης, ενώ διετέλεσε και υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου της κυβέρνησης του Σοφούλη από τις 26 Νοεμβρίου του 1945 έως τις 11 Ιανουαρίου του 1946.
Παραιτήθηκε από το αξίωμά του μετά από την ένωση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Το Μάρτιο του 1945 προσπαθεί να πάρει μια θέση στην Ακαδημία της Αθήνας, αλλά αποτυγχάνει για δύο ψήφους. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου παντρεύεται την Ελένη Σαμίου, στον Άι - Γιώργη τον Καρύτση, με κουμπάρους τον Άγγελο και την Άννα Σικελιανού.
Τρεις φορές προτάθηκε ο Καζαντζάκης για το Βραβείο Νόμπελ. Επίσης δυο φορές προτάθηκε, το 1952 και 1953, απ' τη Νορβηγική Εταιρεία Λογοτεχνών, ποτέ όμως απ' την Ακαδημία της Αθήνας. Το 1953 προσβλήθηκε από μία μόλυνση στο μάτι, γεγονός που τον υποχρέωσε να νοσηλευτεί αρχικά στην Ολλανδία και αργότερα στο Παρίσι.
Τελικά έχασε την όρασή του από το δεξί μάτι. Ενώ ο Καζαντζάκης είχε επιστρέψει από την Αντίμπ στην Ελλάδα, η Ορθόδοξη Εκκλησία εκκινούσε τη δίωξή του. Κατηγορήθηκε ως ιερόσυλος, με βάση αποσπάσματα από τον «Kαπετάν Mιχάλη» και το σύνολο του περιεχομένου του «Τελευταίου Πειρασμού». Ο ίδιος ο Καζαντζάκης, απαντώντας στις απειλές της εκκλησίας για τον αφορισμό του, έγραψε σε επιστολή του: Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ.
Το 1957 η υγεία του είχε κλονιστεί από λευχαιμία.  Νοσηλεύτηκε στην Κοπεγχάγη όπου τελικά κατέληξε στις 26 Οκτωβρίου του 1957 σε ηλικία 74 ετών. Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη στο Ηράκλειο Κρήτης, χαράχθηκε, όπως το θέλησε ο ίδιος, η επιγραφή: Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος.

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

"Τώρα" : Σχόλια ποιήματος

Για σχόλια σχετικά με το ποίημα πατήστε εδώ

Αθανάσιος Χριστόπουλος

Χριστόπουλος Αθανάσιος


Τόπος Γέννησης:Καστοριά
Έτος Γέννησης:1772
Έτος Θανάτου:1847
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:Ποίηση
Θέατρο - Σενάριο
Μελέτη

Βιογραφικό Σημείωμα
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (1772-1847)


Ο Αθανάσιος Χριστόπουλος γεννήθηκε στην Καστοριά. Γιος κληρικού πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, όπου είχε καταφύγει η οικογένειά του λόγω οικονομικών δυσχερειών. Μαθήτευσε στο Λύκειο Βουκουρεστίου με δάσκαλο τον Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, ο οποίος άσκησε μεγάλη επίδραση στις γλωσσικές και φιλοσοφικές απόψεις του Χριστόπουλου. Σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία, ξένες γλώσσες και λατινικά στη Βούδα και το 1794 έφυγε για την Πάντοβα, όπου, αν και ξεκίνησε με σπουδές ιατρικής, κατέληξε να αφοσιωθεί στα νομικά. Το 1797 επέστρεψε στο Βουκουρέστι, γνώρισε τον Λάμπρο Φωτιάδη και μπήκε στον κύκλο του Καταρτζή. Εργάστηκε για πολλά χρόνια ως οικοδιδάσκαλος στην Αυλή του ηγεμόνα Μουρούζη και απέκτησε τον τίτλο του καμινάρη. Ακολούθησε ένα διάστημα παραμονής στην Πόλη. Μετά το 1812 πέρασε στην Αυλή του ηγεμόνα της Βλαχίας Ιωάννη Καρατζά και ανακηρύχτηκε άρχων μέγας λογοθέτης. Με ανάθεση του Καρατζά ο Χριστόπουλος συνέγραψε το Ιδιωτικό Δίκαιο από κοινού με τον αδερφό του Κυριάκο, και έγινε νομικός σύμβουλος του Καρατζά. Μετά την ανάκληση του τελευταίου από την ηγεμονία το 1820 ο Χριστόπουλος έφυγε για την Τρανσυλβανία, όπου συνέχισε τη συγγραφική του δραστηριότητα. Ταξίδεψε στα Επτάνησα ως απεσταλμένος της Φιλικής Εταιρίας και έμεινε δύο μήνες στη Ζάκυνθο, υπήρξε μέλος της επαναστατικής επιτροπής στις Ηγεμονίες και σύμβουλος του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Μετά την επανάσταση προσπάθησε να εγκατασταθεί στον απελευθερωμένο ελλαδικό χώρο, αναγκάστηκε ωστόσο, κυρίως λόγω του αντιφαναριωτικού πνεύματος που κυριαρχούσε, να φύγει το 1836 ξανά για την Τρανσυλβανία. Πέθανε το Γενάρη του 1847 στο Βουκουρέστι. Το συγγραφικό έργο του Χριστόπουλου περιλαμβάνει μια Γραμματική της αιολοδωρικής διαλέκτου (1805), όπου υποστήριξε τη γλωσσική θεωρία του Καταρτζή και υπεραμύνθηκε της ‘λαλουμένης’ γλώσσας, το τετράπρακτο ιστορικό δράμα Αχιλλεύς, που παραστάθηκε στην Αυλή του Μουρούζη με τον τίτλο Ο θάνατος του Πατρόκλου και αποτελεί πρωτόλειο έργο με σαφείς επιδράσεις από τον Διαφωτισμό και τις ιδέες περί αναβίωσης των αρχαιοελληνικών προτύπων, τα Λυρικά, συλλογή βακχικών και ερωτικών (σύμφωνα με δικούς του χαρακτηρισμούς) ποιημάτων, στα οποία συνυπάρχουν η αισιοδοξία και η μελαγχολία, ο ύμνος του έρωτα και η ηθική της ζωής και της ύπαρξης με το στοιχείο του εφήμερου του βίου. Ο Χριστόπουλος μπόλιασε την φαναριώτικη ποίηση με στοιχεία της γαλλικής ποίησης του 18ου αιώνα και της ιταλικής ανακρεόντειας τάσης και τα έργα του γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην εποχή τους. Ο Λίνος Πολίτης στην Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας χαρακτηρίζει τον Χριστόπουλο πρόδρομο του Σολωμού στα πρώτα του βήματα, ως προς τη γλώσσα και τη στιχουργική. Πρέπει να επισημανθεί τέλος η συγγραφή μεταφράσεων, αρχαιολογικών μελετών, πολιτικών σκέψεων και κριτικών δοκιμίων και γενικότερα η πνευματική πολυπραγμοσύνη του.
(Πηγή : Εθνικό Κέντρο Βιβλίου)

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2015

"Θούριος" Σχόλια

Ρήγας Βελεστινλής : Γεννήθηκε το 1857 στο Βελεστίνο ( αρχαίες Φερές ) της Μαγνησίας και αποδείχθηκε δάσκαλος του γένους.
  • Το έργο «Θούριος» είναι ένας πατριωτικός ύμνος που προτρέπει σε απελευθερωτικό αγώνα.
  • Περιλαμβάνει 126 στίχους από τους οποίους δίνονται στο απόσπασμα οι 40 πρώτοι.
  • Η λέξη «θούριος, σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, σήμαινε ορμητικός, πολεμικός. Με αυτό τον τίτλο θέλει να αποδώσει το επαναστατικό περιεχόμενο του ποιήματος
Είδος πατριωτικό, επαναστατικό άσμα
ΘέμαΗ προτροπή του ποιητή προς τους σκλαβωμένους Έλληνες για  επανάσταση κατά των Τούρκων ( Οθωμανών ).
ΓλώσσαΔημοτική ( φαναριώτικη ) με ιδιωματισμούς ( πχ ψένουν ), τουρκικές λέξεις και λόγιες ( πχ να ζούμεν )
Ύφος :  απλό ζωντανό, γιατί παρουσιάζει το φλογερό κήρυγμα του Ρήγα
Στίχος :  ιαμβικός, οξύτονος 13 σύλλαβος ( κάθε στίχος αποτελείται από έναν 7σύλλαβο και από έναν 6σύλλαβο ), με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία
Συναισθήματα :
  • Πατριωτικός ενθουσιασμός
  • Αγάπη για ελευθερία
Δομή :
  • 1η ενότητα :  στ. 1-8 , προοίμιο- δυσκολίες των κλεφτών από τη σκλαβιά ( τα δεινά της σκλαβιάς )
  • 2η ενότητα : στ 9-20 Αποτελέσματα δουλείας
  • 3η ενότητα : στ. 21-30 Προτροπή σε απελευθερωτικό αγώνα
  • 4η ενότητα : στ. 31-40 όρκος για κοινό αγώνα και συνέπειες παράβασης του όρκου
Ανάλυση 1ης ενότητας
  • Στ. 1 « ως πότε παλικάρια» : ξέσπασμα απελπισίας, αγανάκτησης, οργής του ποιητή για τις άθλιες συνθήκες των σκλαβωμένων Ελλήνων.
  • Παρουσίαση δυσκολιών των κλεφτών ( στ 1-8 ) :
1) ζουν σε στενότητα ( στα στενά ) = ανασφάλεια ( μεταφορικά )
2) σα λιοντάρια ( παρομοίωση ) = μοναχικά, σε μέρη δύσβατα, σε ορεινές περιοχές
3) σε σπηλιές και όχι σε σπίτια, όπως οι άλλοι άνθρωποι
4) στερούνται την κοινωνική ζωή, βλέποντας «κλαδιά» ( δάση ) αντί για ανθρώπους
5) ζουν μακριά από τους δικούς τους
6) σε μια σκλαβωμένη Πατρίδα
  • Χρησιμοποιεί α’ πληθυντικό πρόσωπο, απευθυνόμενος στους κλέφτες αλλά τοποθετώντας και τον εαυτό του μέσα σε αυτούς ( πιθανόν και από προσωπική εμπειρία )
  • Οι ερωτήσεις είναι ρητορικές και με αυτές καλεί όλους τους Έλληνες ( Ρωμιούς ) να επαναστατήσουν για την ελευθερία τους
  • Γνωμικό : διατυπώνει την άποψη για μια ώρα ελεύθερης ζωής παρά για μακροχρόνια δουλεία που ισοδυναμεί με φυλακή ( έμμεση προτροπή για αγώνα και επανάσταση ). Έμμεσα καταγράφει τις εμπειρίες των Ελλήνων ( φυλακίσεις, καταπίεση ) στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Σχήματα λόγου :
  • Παρομοίωση : στ. 2  «σα λιοντάρια»
  • Ασύνδετο :  στ. 1-2, 3-4
  • Μεταφορά : «πικρή σκλαβιά», «χάνουμε αδέρφια», «παρά σκλαβιά και φυλακή»
  • Αντίθεση : «ελεύθερη ζωή- σκλαβιά»

Ανάλυση 2ς ενότητας
  • Χρησιμοποιεί β’  ενικό πρόσωπο γιατί απευθύνεται σε όλους τους σκλαβωμένους ( αμεσότητα )
  • Στ. 9 ρητορική ερώτηση ( η ζωή χωρίς ελευθερία δεν έχει αξία )
  • Στ. 10 καλεί κάθε σκλαβωμένο Ρωμιό να σκεφτεί τα αποτελέσματα, τις συνέπειες της δουλείας :
Α) απώλεια ζωής ή ισόβια βάσανα ( ψένουν στη φωτιά )
Β) απόλυτη υποταγή στον τύραννο ( Σουλτάνο ) και εκμετάλλευση από αυτόν ( στ.12-14 )
Γ) Ο τύραννος κοιτά το συμφέρον του και την εξουσία του και θανατώνει/τιμωρεί όλους ανεξάρτητα από αξιώματα, τίτλους, εθνικότητες, φυλές, κοινωνικές τάξεις ( παραδείγματα επωνύμων Φαναριωτών που θανατώθηκαν )
Δ) Καμία πρόοδος δε σημειώνεται ( στασιμότητα, στ 20 )

  • Υπάρχει ιεραρχική κλιμάκωση των δεινών της δουλείας που ξεκινά από την καταπίεση ( στ 11-16 ) και φτάνει μέχρι τη θανάτωση ( στ. 17-20 ) – δραματική ατμόσφαιρα : άρα απευθύνεται όχι μόνο στους Έλληνες- Ρωμιούς και στους άλλους λαούς των Βαλκανίων αλλά και στους καταπιεσμένους Τούρκους
Σχήματα λόγου :
  • Παρομοίωση :  στ 10 ( «ψένουν …φωτιά» )
  • Μεταφορά : ( το αίμα σου να πιει, καθρέπτης είν’ να ιδής )

Ανάλυση 3ης ενότητας
Αποτελεί παραινετική στροφή
  • Χρήση β’ ενικού, α’ πληθυντικού πληθυντικού ( ελάτε, ας κάμωμεν, να βάλωμεν, προτρεπτική προστακτική και υποτακτική )
  • Στ.22 η απόφαση για Αγώνα ( επανάσταση ) πρέπει να επισφραγιστεί με όρκο στο Σταυρό
  • Στ. 23  όραμα για ίδρυση ενός κράτος με ικανούς, άξιους ηγέτες που διαπνέονται από πατριωτισμό
  • Στ. 25    Οι νόμοι ορίζουν το «κράτος δικαίου» , απαραίτητη η υπακοή στους νόμους, ενώ η αναρχία θεωρείται δουλεία, αφού δεν υπάρχουν νόμοι για να περιφρουρούν τα δικαιώματα των ανθρώπων ( στ. 27 )
Σχήματα λόγου :
Προσωποποίηση : « οι Νόμοι», «η Πατρίδα»
Παρομοίωση : ( η αναρχία ομοιάζει την σκλαβιά )
Μεταφορά : ( σκληρή φωτιά )
Αντίθεση : αρχηγός- αναρχία
Ανάλυση 4ης ενότητας
  • Προηγείται η αφήγηση :  ορκίζεται στον Ουρανό και όχι στο σταυρό, ίσως για να δείξει έναν υπερεθνικό χαρακτήρα της επανάστασης
  • Σε α’ πρόσωπο, αρχίζει με την επίκληση του Θεού
  • Δεσμεύσεις όρκου :
α) δε θα γίνει όργανο του κατακτητή, στ. 32
β) δε θα δουλέψει για τα συμφέροντά τους και δε θα παρασυρθεί από τις υποσχέσεις τους  στ 33-34
γ) μόνος σκοπός : ο αφανισμός των εχθρών ( τυράννων )  στ.35-36
δ) πίστη στη πατρίδα στ. 37
ε) απόλυτη υπακοή στους άρχοντες ( στρατηγό ) στ.38
στ ) τιμωρία στους επίορκους – σκληρή τιμωρία από την παράβαση του όρκου
( εικόνα- παρομοίωση : σαν καπνός και υπερβολή : «ν’ αστράψει …καπνός» )

Βιογραφικά στοιχεία Ρήγα Φεραίου

Ο Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας Φεραίος (1757 - 24 Ιουνίου 1798) ήταν Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής και επαναστάτης. Θεωρείται εθνομάρτυρας και πρόδρομος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ο ίδιος υπέγραφε ως «Ρήγας Βελεστινλής» ή «Ρήγας ο Θεσσαλός» και ουδέποτε «Φεραίος», κάτι που ίσως να είναι δημιούργημα μεταγενέστερων λογίων.[1] Γεννήθηκε στο Βελεστίνο, τις αρχαίες Φερές, το 1757, από εύπορη οικογένεια. Από τη νεανική του ζωή τα μόνα γνωστά είναι αυτά που ίδιος αναγράφει στην Επιπεδογραφία της Φεράς νυν λεγομένης Βελεστίνος, που είναι και ένα ύμνος στη γενέτειρά του.
Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Φεραίου είναι βυθισμένα στον θρύλο και είναι δύσκολο να ανιχνευθούν τα πραγματικά γεγονότα, όπως και ένα μεγάλο μέρος από τις δραστηριότητές του αργότερα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα άτομα με τα οποία συνεργαζόταν συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, αλλά και οι περισσότερες από τις προκηρύξεις του καταστράφηκαν. Αργότερα η ανάγκη δημιουργίας εθνικών ηρώων του υπόδουλου έθνους, σε συνδυασμό με την έλλειψη σχετικής ιστοριογραφίας ανήγαγε πολλούς θρύλους περί του προσώπου του.
Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Περραιβό τα πρώτα του γράμματα λέγεται ότι τα διδάχθηκε από ιερέα του Βελεστίνου και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση. Όταν επέστρεψε, έγινε δάσκαλος στην κοινότητα Κισσού Πηλίου. Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά, και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολών του θείου του. Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά με τον οποίο και ανέπτυξε στενή φιλία. Στην ίδια μονή συνδέθηκε φιλικά με τον συμπατριώτη του τον μοναχό Νικόδημο, ο οποίος του είχε παραχωρήσει τα κλειδιά της βιβλιοθήκης της φημισμένης Αθωνιάδας Σχολής για να εμπλουτίσει τς γνώσεις του.
Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη για σπουδές. Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαντώς Μαυρογένους και ταξίδεψε για το Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον στην ηλικία των 30 χρόνων. Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την ήττα της Τουρκίας (1790) ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε ως υπαίτιος της ήττας και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του. Στη Βιέννη ταξίδεψε μαζί με τον Αυστριακό βαρώνο Ελληνικής καταγωγής Χριστόδουλο Λάνγκενφελτ-Κιρλιανό, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με άλλους ομογενείς.
Στη Βιέννη συνεργάτες του ήσαν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, τυπογράφοι. Στο τυπογραφείο τους τύπωσε τον Θούριο και την Χάρτα που φιλοτεχνήθηκε από τον Αυστριακό λιθογράφο Φρανσουά Μίλλερ, την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων, το Σχολείον των ντελικάτων Εραστών, το Φυσικής απάνθισμα κ.α Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα. Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της «Χάρτας», ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα.
Παράλληλα με τις εκδοτικές του δραστηριότητες, ο Ρήγας προετοίμαζε και την αναχώρησή του από την Αυστρία, κυρίως εξαιτίας του επαναστατικού κλίματος που είχε καλλιεργήσει η Γαλλική Επανάσταση και της διάθεσής του να ενισχύσει τις προσπάθειες του Ναπολέοντα. Το 1792 η υπογραφή της Ρωσοτουρκικής συνθήκης ειρήνης στο Ιάσιο οδηγεί τις ελπίδες του Ρήγα για απελευθέρωση των Ελλήνων από τη Γαλλία και τον Βοναπάρτη. Οι πληροφορίες για τη μυστική επαναστατική δράση του Ρήγα είναι ασαφείς και προέρχονται κυρίως από μαρτυρίες βιογράφων και πληροφορίες τις οποίες απέσπασε η ανάκριση των Αυστριακών αρχών μετά τη σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του. Το συμπέρασμα ούτως ή άλλως είναι ότι δεν υπήρχε οργανωμένος επαναστατικός συνωμοτικός πυρήνας αλλά διάσπαρτες επαφές με ομοεθνείς, τους οποίους διέγειρε ο επαναστατικός ενθουσιασμός του Ρήγα. Το πιθανότερο και επικρατέστερο σενάριο που επικρατεί μέχρι σήμερα για τη σύλληψη του Ρήγα έχει να κάνει σχέση με τη τελευταία φάση προετοιμασίας του που συνδέεται με δύο επαναστατικές προκηρύξεις, το Επαναστατικό Μανιφέστο και την Προκήρυξη, που τυπώθηκε σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων και είναι το εξής. Οι δύο προκηρύξεις στάλθηκαν στον Αντώνη Νιώτη στην Τεργέστη, για να τα παραλάβει ο Ρήγας μαζί με τον αφοσιωμένο του φίλο Χριστόφορο Περραιβό και να τα προωθήσει στην Ελλάδα. Η επιστολή, όμως, με την οποία ενημέρωνε ο Ρήγας για την αποστολή των εντύπων του, έπεσε στα χέρια του Δημητρίου Οικονόμου, εμπορικού συνεργάτη του Αντωνίου Κορωνιού, προς τον οποίο απευθυνόταν η επιστολή. Ο Οικονόμου κατέδωσε και τους δύο στην αυστριακή αστυνομία και συγκεκριμένα στον βαρόνο Πιττόνι, διοικητή της αστυνομίας στη Τεργέστη. Ο οποίος με τη σειρά του ενημέρωσε το κυβερνήτη της πόλης Κόντε Πομπήιο Μπριγκίντο κι αυτός τον διέταξε να τον συλλάβει.

Ο Φεραίος βρήκε φρικτό θάνατο
Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη την 1η Δεκεμβρίου του 1797 μαζί με τον Περραιβό. Κατόπιν οδηγήθηκε στη Βιέννη, στις 14 Φεβρουαρίου 1798, όπου ανακρίθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του.[3] Κατάληξη των ανακρίσεων, σε συνδυασμό με τις συνεννοήσεις με τον Σουλτάνο, ήταν να εκτοπισθούν από τους συλληφθέντες οι Αυστριακοί και άλλων εθνοτήτων υπήκοοι για να δικαστούν από τις Αυστριακές αρχές, εκτός από τους Οθωμανούς, που απελάθηκαν και οδηγήθηκαν στην Οθωμανική επικράτεια για να υποστούν τις κυρώσεις του Σουλτάνου. Ο Ρήγας (41 χρονών) και οι επτά σύντροφοί του που ανήκαν στην ίδια κατηγορία, με συνοδεία των αυστριακών αρχών παραδόθηκαν στις 10 Μαΐου 1798 στους Τούρκους του Βελιγραδίου και φυλακίστηκαν στον πύργο Nebojša (Небојша), παραποτάμιο φρούριο του Βελιγραδίου. Εκεί, ύστερα από συνεχή βασανιστήρια, στις 24 Ιουνίου του 1798, στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη.

Θούριος , Ξυλούρης