Α. Δομή του έργου
Το απόσπασμα χωρίζεται σε τρεις ενότητες:
1η ενότητα: «Στη Σύμη τ’ απόγευμα… ν’ ανοίξουν χυλοπίτες»: Οι ασχολίες των γυναικών στη Σύμη.
2η ενότητα: «Εμείς τα παιδιά… Τα σαπουνόνερα έξω»: Τα παιχνίδια των παιδιών στη Σύμη και η λειτουργικότητα των χώρων ενός συμιακού σπιτιού.
3η ενότητα: «Κάτω απ’ το παράθυρο… και τις κουρελούδες»: Η λειψυδρία και πώς αυτή αντιμετωπίζεται από τους κατοίκους της Σύμης.
Β. Ανάλυση περιεχομένου
i) Περιεχόμενο
Θεματικό κέντρο του αποσπάσματος είναι η μορφή ζωής στην επαρχία της Ελλάδας και ειδικά σε ένα ακριτικό νησί, όπως είναι η Σύμη, που σήμερα έχει πλέον εξαφανιστεί ή επιβιώσει σε πολύ λίγες μόνο και σχετικά απομονωμένες περιοχές της χώρας. Η ζωή αυτή περιλαμβάνει: ομαδικές ασχολίες, απλοϊκά παιχνίδια για τα παιδιά, αρχιτεκτονική προσαρμοσμένη στις οικογενειακές ανάγκες, αλλά και προβλήματα (λειψυδρία) εξαιτίας διαφόρων ελλείψεων. Θίγεται το ζήτημα του ελεύθερου χρόνου σε μια παραδοσιακή κοινωνία, όπου υπάρχει ομαδική ζωή και συνεργατικές ανθρώπινες σχέσεις.
- ii) Χαρακτηρισμός πρωταγωνιστών/ηρώων
Αστραδενή: Ηρωίδα του μυθιστορήματος και του αποσπάσματος είναι η μικρή Αστραδενή από τη Σύμη των Δωδεκανήσων, μαθήτρια της Ε’ Δημοτικού, που έρχεται με τους γονείς της στην Αθήνα, για να βρει καλύτερη δουλειά ο πατέρας της. Η Αστραδενή έκπληκτη βιώνει όλες τις καινούργιες εμπειρίες της ζωής στην πρωτεύουσα, η οποία όμως δε δείχνει να την ενθουσιάζει. Νοσταλγεί και αναπολεί το παρελθόν και τη ζωή στο νησί, όπου τα πράγματα ήταν πιο απλοϊκά και ανθρώπινα. Οι ρυθμοί της ζωής ήταν χαλαροί και οι ανθρώπινες σχέσεις πιο στενές. Νιώθει αποκομμένη από το κοινωνικό περιβάλλον της Αθήνας, εγκλωβισμένη μέσα σε τέσσερις τοίχους και μόνη. Ακόμη και οι δυσκολίες που υπήρχαν στη Σύμη (λειψυδρία)δεν ήταν αρκετές για να την κάνουν να προτιμά την αστική ζωή.
Αστραδενή:
Νοσταλγεί και αναπολεί το παρελθόν και τη ζωή στο νησί (τους φίλους, τα
παιχνίδια, το σπίτι και τη λειτουργικότητα των χώρων του, τον κήπο, τη χρήση του
νερού), όπου τα πράγματα ήταν πιο απλοϊκά και ανθρώπινα. Οι ρυθμοί της ζωής ήταν
χαλαροί και οι ανθρώπινες σχέσεις πιο στενές.
Υπάρχει μια τάση εξιδανίκευσης της ζωής στη Σύμη.
Νιώθει αποκομμένη από το κοινωνικό περιβάλλον της Αθήνας, εγκλωβισμένη
μέσα σε τέσσερις τοίχους και μόνη.
Βρίσκει καθετί στην Αθήνα αρνητικό.
Στοιχεία που συγκρίνονται στο απόσπασμα:
1. Τα σπίτια: Στη Σύμη πιο λειτουργικά, αξιοποίηση του χώρου σύμφωνα με τις
ανάγκες και τις εργασίες των ανθρώπων, με μεγάλη κουζίνα που ήταν χώρος
εργασίας των γυναικών, παιχνιδιού των παιδιών αλλά και ύπνου, με παράθυρα με
μεγάλο πρεβάζι, λουλούδια.
2. Το νερό: Λιγοστό, υπήρχαν στέρνες εξαιτίας της λειψυδρίας που είναι συχνό
πρόβλημα στα νησιά.
3. Η ζωή των γυναικών: Ομαδικότητα, αλληλοβοήθεια.
4. Παιχνίδια παιδιών: Είτε έξω από το σπίτι είτε μέσα, ομαδικά, με άλλα
παιδιά, αυτοσχέδια.
iii) Σχήματα λόγου
Εκτός από το ασύνδετο σχήμα και τις εικόνες που περιέχει το απόσπασμα, δε συναντάμε άλλα στοιχεία που προσθέτουν γλαφυρότητα.
Εικόνες: Η εικόνα των γυναικών που ασχολούνται συντροφιά με τις οικιακές εργασίες, η εικόνα της συμιακής κουζίνας, η εικόνα του υπόλοιπου σπιτιού, η εικόνα των παιδιών που παίζουν, η εικόνα του κήπου του σπιτιού της Αστραδενής.
Γ. Απαντήσεις σε κάποιες ερωτήσεις του βιβλίου
- Ποιες από τις συνήθειες των κατοίκων της Σύμης και τις αντιλήψεις τους, που περιγράφονται στο κείμενο, διασώζονται ακόμη στον τόπο σας;
Καμία από τις συνήθειες που περιγράφει η Αστραδενή δεν υπάρχουν στα μεγάλα αστικά κέντρα τη σύγχρονη εποχή. Μια τέτοια μορφή ζωής είτε έχει εκλείψει, είτε συναντάται σπάνια και σε σχετικά απομονωμένες περιοχές. Για παράδειγμα, η σύγχρονη γυναίκα δεν ασχολείται πλέον τόσο πολύ με τις οικιακές εργασίες με τις οποίες ασχολείται η γυναίκα της Σύμης (όπως το πλέξιμο, το κέντημα, το να πλάθουν κουλουράκια ή να ανοίγουν χυλοπίτες). Η σύγχρονη γυναίκα συνήθως εργάζεται εκτός σπιτιού και οι οικιακές ηλεκτρικές συσκευές ή οι οικιακές βοηθοί έχουν αναλάβει πλέον τη φροντίδα του σπιτιού. Τα παιδιά δεν παίζουν πλέον στις αυλές, έστω και αν ο καιρός είναι καλός. Προτιμούν τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και όχι τα αυτοσχέδια, όπως τα παιδιά της Σύμης. Τα σπίτια έχουν πλέον πολλά δωμάτια και καθένα προορίζεται για διαφορετική και για μία μόνο χρήση. Κάθε μέλος της οικογένειας έχει και το δικό του χώρο στον οποίο απομονώνεται, όταν καταλήγει στο σπίτι. Οι ταχείς ρυθμοί της σύγχρονης καθημερινότητας θέλουν τον άνθρωπο να βρίσκεται πολλές ώρες εκτός σπιτιού και με ελάχιστο ελεύθερο χρόνο. Τέλος, η βιομηχανική επικράτηση οδήγησε στην παραγωγή πολλών και ποικίλων προϊόντων και άρα στην υπερκατανάλωση, φαινόμενο άγνωστο για την κοινωνία της Σύμης. Οι άνθρωποι εξαιτίας των ελλείψεων, αναγκάζονται να εφευρίσκουν τρόπους να σπαταλούν όσο το δυνατόν λιγότερο. Στο σύγχρονο άνθρωπο δε λείπει τίποτα· γιατί όμως εμφανίζεται με επιβαρυμένο τον ψυχισμό του και περισσότερο δυστυχής;
- Τι είδους παιχνίδια έπαιζαν τα παιδιά στη Σύμη;
Τα παιχνίδια των παιδιών της Σύμης είναι απλοϊκά, ομαδικά και συνήθως αυτοσχέδια. Συνηθέστερος χώρος παιχνιδιού είναι η αυλή, όταν έχει καλό καιρό, όπου τα παιδιά παίζουν κουτσό, αγάλματα ή τις κυρίες. Όταν δεν το επέτρεπαν οι καιρικές συνθήκες, τα παιδιά μαζεύονται σε ένα σπίτι, συνήθως στο χώρο της κουζίνας, όπου είναι μαζεμένες και οι γυναίκες, που συνεργάζονται στις οικιακές εργασίες, και καταπιάνονται με παιχνίδια όπως μαμά και παιδιά ή σχολείο. Τα παιχνίδια αυτά είναι σχεδόν άγνωστα στα σύγχρονα παιδιά που απομονωμένα στους τέσσερις τοίχους ενός διαμερίσματος και μακριά από την επιτήρηση των γονιών τους που συνήθως απουσιάζουν γιατί εργάζονται, δεν έχουν άλλα συνομήλικα παιδιά να παίξουν και καταφεύγουν στα ηλεκτρονικά παιχνίδια και αποχαυνώνονται μπροστά στην τηλεόραση.
- Τι έχετε να παρατηρήσετε για τις σχέσεις των ανθρώπων στη μικρή νησιωτική κοινωνία;
Στην καθημερινότητα των κατοίκων της Σύμης κυριαρχεί η ομαδικότητα: γυναίκες που κάνουν από κοινού τις δουλειές και αλληλοβοηθούνται, μητέρες που έχουν ελεύθερο χρόνο να παίξουν και να ασχοληθούν με τα παιδιά τους, παιδιά που παίζουν ομαδικά παιχνίδια και βρίσκονται κάτω από τη συνεχή επίβλεψη ενός τουλάχιστον από τους δύο γονείς. Αξιοσημείωτη η παρατήρηση ότι, ενώ η ζωή σε ένα ακριτικό νησί είναι εξαιρετικά απλοϊκή και υπάρχουν δυσκολίες και ελλείψεις, ωστόσο αυτό καθόλου δεν εμποδίζει την δημιουργική ενασχόληση των κατοίκων και την ευτυχία τους. Αντίθετα μάλιστα, οι δυσκολίες αυτές είναι που τους φέρνουν πιο κοντά και τους κάνουν να συνεργάζονται για να τις αντιμετωπίσουν.
- Παρακολουθήστε την πορεία που ακολουθεί η νοσταλγική αναπόληση της Αστραδενής.
Η νοσταλγική αναπόληση της Αστραδενής ξεκινά από τα παιχνίδια με τις φίλες της και την ομαδική συνεύρεση μαμάδων και παιδιών, και επεκτείνεται και αγκαλιάζει σκηνές από την καθημερινότητα των κατοίκων της Σύμης, όπου κυριαρχεί η ομαδικότητα. Οι αναμνήσεις την οδηγούν συνειρμικά και σε μια περιγραφή του εσωτερικού ενός συμιακού σπιτιού, και ιδίως του δωματίου της κουζίνας, όπου κυριαρχεί η λειτουργική αξιοποίηση του χώρου και λαμβάνουν χώρα οι περισσότερες ενασχολήσεις παιδιών και ενηλίκων: ύπνος, εργασία, παιχνίδι κ.λπ. Τελευταίο σημείο της αναπόλησης αποτελούν οι στέρνες, που αναγκάζονται να διατηρούν οι νησιώτες προκειμένου να συγκεντρώνουν το νερό της βροχής, για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της λειψυδρίας, το οποίο είναι συνηθισμένο για τους κατοίκους των νησιών και άγνωστο στους κατοίκους της πρωτεύουσας. Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πορεία των αναμνήσεών της ξεκινά από τα θετικά στοιχεία της διαβίωσης στο νησί και αφήνει το αρνητικό στοιχείο για το τέλος.
Τεχνική — τεχνοτροπία
i) Γλώσσα
Η γλώσσα της Αστραδενής είναι απλή δημοτική, με ορισμένους ιδιωματισμούς της δωδεκανησιακής διαλέκτου (νταντέλα, αποκρέβατο, κουτσουλές, τσιμιά).
- ii) Ύφος
Το ύφος του κειμένου είναι απλό, ανεπιτήδευτο και βιωματικό καθότι περιέχει τις εμπειρίες και τα βιώματα της ηρωίδας που αφηγείται την ιστορία. Οι σύντομες περίοδοι του κειμένου και τα ασύνδετα σχήματα κάνουν πιο γοργή την αφήγηση.
iii) Αφήγηση
Ως προς την αφήγηση, έχουμε μίμηση, δηλαδή άμεση αφήγηση, όπου ένα από τα πρόσωπα του έργου διηγείται την ιστορία σε α’ πρόσωπο.

Ο Βάνκας (πεζό) |
A. ΑΝΑΛΥΣΗ-ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το διήγημα “Ο Βάνκας” ανήκει στη συλλογή των διηγημάτων που εξέδωσε ο `Αντον Τσέχοφ το 1886 με τον τίτλο “Ποικίλα διηγήματα”. Αν και έργο νεότητας του συγγραφέα, το διήγημα έχει όλες τις αρετές του δημιουργού του: απλότητα, ρεαλισμό, βαθιά γνώση της ανθρώπινης ψυχής και της ανθρώπινης τραγικότητας. Γι’ αυτό και δίκαια θεωρείται ως ένα από τα διασημότερα κείμενα του Τσέχοφ. Αναφέρεται στα βάσανα που περνά στη Μόσχα ένας μικρός βιοπαλαιστής, ο Βάνκας, και στον πόθο του να γυρίσει στην ξεγνοιασιά της υπαίθρου, όλα εκφρασμένα μέσα σ’ ένα απελπισμένο γράμμα στον παππού του στο χωριό. 2. ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ όρθρος = πρωινή λειτουργία καλαμάρι = μελανοδοχείο ξερακιανός = αδύνατος, λεπτοκαμωμένος μπέσα = αξιοπιστία ρημάζω = καταστρέφω, ερημώνω κουρκούτι = βρασμένος χυλός από αλεύρι καντρίλια = ευρωπαϊκός χορός τρόικα = ρωσικό έλκηθρο 3. ΝΟΗΜΑ Ο Βάνκας Ζούκοφ, ένα ορφανό εννιάχρονο αγόρι, δουλεύει σ’ ένα τσαγκαράδικο της Μόσχας. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων αποφασίζει να γράψει ένα γράμμα στον παππού του που ζει στο χωριό. Καθώς το αγόρι γράφει το γράμμα, φέρνει στο μυαλό του τη μορφή του παππού και θυμάται τα ευτυχισμένα Χριστούγεννα που περνούσε όσο ζούσε η μητέρα του, απολαμβάνοντας την αγάπη και τη στοργή όλων. Η ζωή του Βάνκα στο χωριό ήταν ευτυχισμένη και χαρούμενη. Συχνά πήγαινε στο δάσος με τον παππού ή, όταν έμενε σπίτι, η δεσποινίς `Ολγα του μάθαινε να γράφει, να μετρά και να χορεύει. Στο γράμμα του ο Βάνκας περιγράφει τη δυστυχισμένη και σκληρή ζωή που περνά στο τσαγκαράδικο. Το αφεντικό του τον βασανίζει καθημερινά, τον χτυπάει με το παραμικρό και γενικά του συμπεριφέρεται πολύ βάναυσα. Το ίδιο άσχημα του συμπεριφέρεται και η γυναίκα του αφεντικού του, καθώς και οι άλλοι καλφάδες που δουλεύουν εκεί. Πολλές φορές τον αφήνουν νηστικό, τον βρίζουν χωρίς λόγο και γενικά του κάνουν τη ζωή μαύρη. Δεν αντέχει άλλο αυτή την άθλια ζωή και ζητά από τον παππού του να τον πάρει στο χωριό μαζί του. Υπόσχεται ότι θα είναι υπάκουος και θα κάνει όλες τις δουλειές που θα του αναθέτουν. Τελειώνοντας ο Βάνκας το γράμμα, το κλείνει σ’ ένα φάκελο και γράφει απ’ έξω το όνομα του παππού του. Αφού πηγαίνει και το ρίχνει σ’ ένα ταχυδρομικό κουτί, επιστρέφει στο σπίτι γεμάτος ευτυχία και αγαλλίαση, για να κοιμηθεί ήσυχος πια στο κρεβάτι του. 4. ΔΟΜΗ 1η Ενότητα: “Ο Βάνκας … απόμεινες”. Ο Βάνκας αρχίζει το γράμμα στον παππού. 2η Ενότητα: “Ο Βάνκας … για τις γιορτές”. Η προσωπικότητα του παππού και οι ευτυχισμένες αναμνήσεις στο χωριό. 3η Ενότητα: “Ο Βάνκας αναστέναξε … αγαπημένε μου παππού, έλα”. Συνεχίζοντας το γράμμα πηγαινοέρχεται από το άσχημο παρόν στο ευτυχισμένο παρελθόν. 4η Ενότητα: “Ο Βάνκας δίπλωσε … ουρά του”. Η αποστολή του γράμματος και οι μάταιες ελπίδες που τρέφει ο Βάνκας 5. ΙΔΕΕΣ-ΜΗΝΥΜΑΤΑ Οι απάνθρωπες συνθήκες ζωής και εργασίας ενός μικρού ορφανού παιδιού στην τσαρική Ρωσία. Β. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ («Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», Α΄ Γυμνασίου, σελ.121) 1. Ποιες πληροφορίες δίνει ο συγγραφέας για την ηλικία, τη μόρφωση και τη ζωή του Βάνκα στο τσαγκαράδικο; Ποιες για τη ζωή του κοντά στον παππού; Ο Βάνκας Ζούκοφ είναι ένα ορφανό εννιάχρονο αγόρι, που δουλεύει σ’ ένα τσαγκαράδικο της Μόσχας. Η ζωή του εκεί είναι πραγματικά σκληρή, δύσκολη και βασανιστική. Δεν υπάρχει κανένας που να τον αγαπά και να νοιάζεται γι’ αυτόν. Καθημερινά έχει ν’ αντιμετωπίσει τη σκληρότητα και τη βάναυση συμπεριφορά του αφεντικού του, αλλά και της κυρά του. Τον χτυπούν και τον βρίζουν με το παραμικρό και γενικά του κάνουν τη ζωή κόλαση. `Ασχημα του συμπεριφέρονται επίσης και οι καλφάδες που δουλεύουν εκεί. Το φαγητό που του δίνουν δεν είναι αρκετό, ενώ τον βάζουν να κοιμάται μπροστά στην πόρτα και, όταν κλαιει το μωρό, δεν μπορεί να κλείσει μάτι. Αντίθετα, η ζωή που ζούσε ο Βάνκας κοντά στον παππού του στο χωριό ήταν πολύ διαφορετική. Τότε το αγόρι ήταν χαρούμενο και ευτυχισμένο, καθώς όλοι του έδειχναν την αγάπη τους και τη στοργή τους. Τις μέρες των Χριστουγέννων ο Βάνκας πήγαινε με τον παππού του στο δάσος, για να κόψουν έλατο για τον αφέντη, γελούσαν και διασκέδαζαν λέγοντας αστεία. Στο υποστατικό, η δεσποινίς `Ολγα είχε αναλάβει τη μόρφωση του. Τον μάθαινε να διαβάζει, να γράφει και να μετρά, ενώ πολλές φορές τον φόρτωνε με γλυκά. `Ηταν, λοιπόν, πολύ ευτυχισμένες οι μέρες που είχε περάσει ο Βάνκας στο χωριό κοντά στους ανθρώπους που τον αγαπούσαν. 2. Τι ανάγκασε τον Βάνκα να γράψει το απελπισμένο γράμμα του; Ο Βάνκας αναγκάζεται να γράψει αυτό το απελπισμένο γράμμα στον παππού του επειδή δεν αντέχει άλλο τη δύσκολη και βασανιστική ζωή που περνά στο τσαγκαράδικο. Το αφεντικό του συνέχεια τον δέρνει, τον βρίζει και γενικά του κάνει τη ζωή μαύρη και ανυπόφορη. Ο Βάνκας λοιπόν δεν αντέχει άλλο αυτές τις συνθήκες ζωής και ζητάει από τον παππού του να τον πάρει μαζί του στο χωριό. Είναι τόσο δυστυχισμένος και απογοητευμένος με τη ζωή, που εναποθέτει όλες τις ελπίδες του σ’ αυτό το γράμμα στον παππού, το μόνο δικό του άνθρωπο που έχει στον κόσμο. 3. `Εφτασε ποτέ το μήνυμα του Βάνκα στον παππού του; Το γράμμα που έστειλε ο Βάνκας στον παππού του δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει στον προορισμό του, καθώς ο μικρός δεν έγραψε τη διεύθυνση του παππού πάνω στο φάκελο. Μέσα στην παιδική του άγνοια και αφέλεια, ο Βάνκας συμπλήρωσε μονάχα το όνομα του παππού και την προσφώνηση “Στο χωριό”, χωρίς όμως να προσδιορίζει ποιο είναι το χωριό. Γι’ αυτό το λόγο, λοιπόν το μήνυμα δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει στον προορισμό του. 4. Ποιος είναι ο σκοπός του συγγραφέα: - να μας περιγράψει τη μορφή του Βάνκα; - να μας περιγράψει τον παππού - να ξεσκεπάσει τις συνθήκες εργασίας των ανήλικων παιδιών; Αναμφίβολα, σκοπός του συγγραφέα σ’ αυτό το διήγημα είναι να ξεσκεπάσει τις άθλιες συνθήκες εργασίας των ανήλικων παιδιών, καθώς και να καυτηριάσει την κοινωνική αδικία και ανισότητα που επικρατούσαν στην τσαρική Ρωσία. Μέσα από τη βασανιστική ζωή που περνούσε ο Βάνκας στο τσαγκαράδικο, ανακαλύπτουμε τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των μικρών παιδιών και την εκμετάλλευση τους από τους πλούσιους και δυνατούς. 5. Το μεσαίο τμήμα του γράμματος δεν έχει τόνο απελπισμένο. Γιατί; Σ’ αυτό το τμήμα του γράμματος ο Βάνκας ξεχνά για λίγο τα βάσανα του και την απογοήτευση που ένοιωθε και περιγράφει κάποια πράγματα που του προκαλούν εντύπωση στη μεγάλη πόλη της Μόσχας. Με θαυμασμό μιλά για τα πλουσιόσπιτα και τα άλογα που υπάρχουν σ’ αυτή την πόλη, όπως επίσης και για τα πολλά μαγαζιά της. Υπάρχουν μαγαζιά που πουλούν αγκίστρια με δόλωμα ή ντουφέκια, χασάπικα που πουλούν τσαλαπετεινούς, πέρδικες και λαγούς. Παρατηρεί επίσης ότι τα παιδιά δεν ψέλνουν τα κάλαντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων. Ο Βάνκας δεν παύει να είναι ένα μικρό παιδί, γι’ αυτό και η παιδική αφέλεια του είναι εμφανής σ’ αυτό το μεσαίο τμήμα του γράμματος, όπου περιγράφει τη ζωή στη Μόσχα. Ειρήνη Μάρρα, «Τα κόκκινα λουστρίνια»Λογοτεχνικό είδος: Είναι ένα από τα διηγήματα της συλλογής «Η τριλογία του δίφραγκου». Δομή : Ενότ. 1η: («Το είχε βάλει από καιρό…και παραμόνευε την ώρα»): Η αγορά του κόκκινου λουστρινιού και η κατασκευή των παπουτσιών Ενότ. 2η: («Η κόρη του δασκάλου…τον συμπάθαγε, ποιος ξέρει»): Η παρουσίαση της κόρης του δασκάλου Ενότ. 3η: («Την κρίσιμη μέρα…φαλτσέτα με το τραγούδι»): Το δώρο των παπουτσιών στην αδελφή ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ – ΙΔΕΕΣ – ΘΕΜΑΤΑ – Βασικό θέμα του έργου είναι η ζωή ενός νεαρού βιοπαλαιστή (του νεαρού τσαγκάρη). -Οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει και η εργατικότητα και αποφασιστικότητά του – Το δίλημμα του νεαρού ήρωα ανάμεσα στον έρωτά του για την όμορφη και πλούσια κόρη του δάσκαλου και την αγάπη του για την φτωχή αδερφή του ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ
Α) Τα συναισθήματα του νεαρού τσαγκάρη : – ο έρωτας που νιώθει για την κόρη του δάσκαλου (φαίνεται από τον τρόπο που την περιγράφει (νιώθει θαυμασμό για την ομορφιά της) και από το γεγονός ότι θέλει να της φτιάξει τα λουστρινένια γοβάκια: διαλέγει προσεκτικά το υλικό και αφιερώνει πολλή ώρα να τα φτιάξει). Επίσης φαντάζεται τη στιγμή που θα της τα χαρίσει. – Η αγάπη του για την αδερφή του, που είναι φτωχή και πολύ ντροπαλή (κοιτάζει στο χώμα) – Ο ήρωας νιώθει ένα ηθικό δίλημμα. πρέπει να διαλέξει σε ποιον θα χαρίσει τα γοβάκια που έφτιαξε με πολλή φροντίδα: στην πλούσια κόρη του δάσκαλου που δεν τα χρειάζεται και που θα της είναι μάλλον περιττά ή στην φτωχή αδερφή του που τα έχει ανάγκη και θα χαρεί πολύ να τα φορέσει. Ο νεαρός αντιμετωπίζει ψυχολογική δυσκολία και έχει συναισθηματική ένταση. – Στο τέλος βάζει τη λογική πάνω από τα συναισθήματά του. Β) Χαρακτηρισμός του ήρωα: Στη δουλειά του: Εργατικός, ευσυνείδητος. Παίρνει πρωτοβουλίες (φτιάξει τα γοβάκια), είναι έξυπνος (καταστρώνει σχέδιο και το κρατά μυστικό) και είναι αποφασισμένος να το φέρει σε πέρας. Με την κόρη του δάσκαλου: είναι ερωτευμένος και ενθουσιασμένος, τη σκέφτεται συνέχεια και θέλει να τραβήξει την προσοχή της και να την εντυπωσιάσει. Απέναντι στην αδερφή του: νιώθει αληθινή αγάπη και τη νοιάζεται πολύ. Γι αυτό και στο τέλος της χαρίζει τα γοβάκια. Με την τελική του απόφαση δείχνει ώριμος («μεστωμένος»), γιατί αποφασίζει να θυσιάσει τα συναισθήματά του για την κόρη του δάσκαλου μπροστά στην αγάπη για την αδερφή του χαρίζοντας τα γοβάκια σ’ αυτήν που τα χρειάζεται πραγματικά και θα χαρεί πάρα πολύ με το δώρο.
Α) Η αδερφή: – είναι φτωχιά, έχει ένα ζευγάρι καλά παπούτσια (σχολιανά) και κάθε μέρα φοράει τα εξώφτερνα παπούτσια (κουτσοφτέρνια) – το δώρο θα της δώσει μεγάλη χαρά – τα καινούρια παπούτσια θα έχουν γι αυτήν ουσιαστική αξία (λειτουργικό ρόλο) διότι τα χρειάζεται Β) Η κόρη του δάσκαλου: – είναι πλούσια, η οικογένειά της έχει οικονομική άνεση – η χαρά που θα νιώσει για το δώρο θα είναι προσωρινή – το δώρο θα είναι μάλλον περιττό. Τα γοβάκια δεν της χρειάζονται διότι έχει ήδη πολλά ζευγάρια παπούτσια Χρόνος:
Τόπος: Ο τόπος εναλλάσσεται από ανοιχτό σε κλειστό χώρο και αντίστροφα. Η αγορά των δερμάτων, το τσαγκαράδικο, ο χώρος της βόλτας της όμορφης κοπέλας, το σπίτι της και το σπίτι του νεαρού. Τεχνικές αφήγησης: α) Αφήγηση του τριτοπρόσωπου αφηγητή που γνωρίζει τις σκέψεις όλων των ηρώων (παντογνώστης). Δεν συμμετέχει στη δράση και την παρακολουθεί από μακριά. Η φωνή του τριτοπρόσωπου αφηγητή επικαλύπτει όλες τις άλλες, γιατί μέσα από τη δική του ακούγονται οι φωνές του νεαρού, της μητέρας του, του αφεντικού του, της κόρης του δασκάλου, των μικρότερων αδελφών του και της αδελφής του β) Περιγραφή: Είναι σύντομες και παρουσιάζουν την ομορφιά του λουστρινιού, την κόρη του δασκάλου, τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα στο σπίτι του ο νεαρός και την αδελφή του. Π.χ. – η κόρη του δάσκαλου: «είχε σγουρά μαλλιά και μάτια μεγάλα. Είχε στητό κορμί και περπατησιά περήφανη.» – η αδερφή του ήρωα: «τα μαλλιά της δεν έπεφταν σγουρά στους ώμους. Είχε μια πλεξούδα ίσια που τη σφιχτόδενε στο σβέρκο της μ’ ένα λαστιχάκι των πακέτων.» Γλώσσα: Η γλώσσα του κειμένου είναι απλή δημοτική, εμπλουτισμένη με ιδιωματικές λέξεις και φράσεις: πχ παζαριτζής (αυτός που κάνει παζάρια), μην αποφανεί (= μην αποκαλυφθεί), απέ (= μετά), μπαξίσι (φιλοδώρημα), ξανόσταιναν (= γίνονταν άνοστα) κλπ. Επίσης υπάρχουν λέξεις από το λεξιλόγιο των τσαγκάρηδων: πχ φόντι (= το πάνω μέρος του παπουτσιού), φαλτσέτα (= μικρό κοπίδι), ψίδι (= το μπροστινό τμήμα της μύτης του). Μεταφορές: «το είχε βάλει από καιρό στο μάτι», «μύρια αστέρια μπερδεύτηκαν στην πλεξούδα της», Ύφος: Είναι απλό και λιτό και προς το τέλος γίνεται συγκινητικό με διδακτικό ύφος. Τελικό συμπέρασμα: Ο νεαρός τσαγκάρης εξαιτίας της βιοπάλης ωριμάζει γρήγορα και προτιμά να εκφράσει την αγάπη του στην αδελφή του, παρά να εκδηλώσει το ερωτικό του συναίσθημα σε μια κοπέλα που μάλλον δεν πρόκειται να ενδιαφερθεί γι’ αυτόν με τον ίδιο τρόπο |
1η: «Έχουν περάσει….να κρύψουν τη χαρά τους», Η αισιοδοξία και η χαρά της Λεώνης για τη ζωή της εξαιτίας της εργασίας της.
2η: «Η Λεώνη βιάζεται…άλλη πλευρά της πόλης», Τα όνειρα της Λεώνης για τη ζωή.
3η : «Φτάνει επιτέλους…στους Ολυμπιακούς αγώνες», Τα σχέδια του θείου Τόνι και η συμπαράσταση της Λεώνης.
ΠΗΓΗ ΕΜΠΝΕΥΣΗΣ
Η ζωή δεν τελειώνει μπροστά σε ένα πρόβλημα, όσο μεγάλο κι αν είναι. Οι ψυχικές δυνάμεις του ανθρώπου μπορούν να τον οδηγήσουν σε μεγάλες επιτυχίες και στην ευτυχία.
ΘΕΜΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ
Τα όνειρα της Λεώνης για τη ζωή.
ΗΡΩΕΣ
Είναι η Λεώνη, ο θείος Τόνι, η μητέρα και ο πατέρας του κοριτσιού και η παρέα της.
Ο ΤΙΤΛΟΣ
Έχει το όνομα της ηρωίδας που με την αισιοδοξία και την αγωνιστικότητά της γίνεται παράδειγμα για όλους τους ανθρώπους με κινητικά και όχι μόνο προβλήματα.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΙΔΟΣ
Είναι απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Λεώνη».
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΛΕΩΝΗΣ
Η Λεώνη στην 1η ενότητα, αισθάνεται χαρά, ευτυχία, ψυχική ικανοποίηση, αισιοδοξία, νικά την εσω-στρέφεια και έχει πλέον διάθεση να συναντήσει τους συμμαθητές της. Νιώθει ανυπομονησία γι’ αυτό το γεγονός.
Στη 2η ενότητα αποτυπώνεται το μέγεθος της ευτυχίας της Λεώνης, καθώς κάνει όνειρα για τη ζωή. Γεμί-ζει θλίψη, όμως, καθώς θυμάται το κορίτσι που είχε πεθάνει δίπλα της στο νοσοκομείο. Αυτό το περιστα-τικό την όπλισε με δύναμη για τη ζωή. Η κορύφωση της αισιοδοξίας είναι όταν ετοιμάζεται για το πάρτι.
Στην 3η ενότητα διακρίνεται η χαρά και η ικανοποίηση της Λεώνης από την εργασία της από την οποία αυτοσυντηρείται. Νιώθει επιθυμία και για δεύτερη εργασία. Η χαρά και η αισιοδοξία της μεταδίδεται και στον θείο της.
Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΛΕΩΝΗΣ
Η Λεώνη, αν και καθηλωμένη στην αναπηρική πολυθρόνα, είναι αισιόδοξη, γεμάτη αγάπη για τη ζωή, αλύγιστη και αγωνίστρια. Είναι εργατική και δημιουργική, θέλει να αυτοσυντηρείται και να προσφέρει. Πεισματάρα, επίμονη, αποφασιστική, θαρραλέα και ικανή χαράζει τον δικό της δρόμο, ξεπερνώντας τα εμπόδια. Είναι ευαίσθητη και, γι’ αυτό, την πόνεσε τόσο πολύ ο θάνατος του άρρωστου παιδιού.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΘΕΙΟΥ ΤΟΝΙ
Αν και είναι ηλικιωμένος άνθρωπος σε σύνταξη, είναι γεμάτος ζωή και ενέργεια. Δεν του αρέσει να κά-θεται, θέλει να εργάζεται, να δημιουργεί και να προσφέρει στους συνανθρώπους του. Έχει κοινωνική ευ-αισθησία και γι’ αυτό, τον ενοχλεί η απουσία ενδιαφέροντος από την πλευρά της πολιτείας για τους αν-θρώπους με ειδικές ανάγκες.
ΜΗΝΥΜΑΤΑ
Α) Και οι άνθρωποι που δοκιμάζονται στη ζωή τους μπορούν να έχουν καλή διάθεση και να ζουν μια ευ-τυχισμένη ζωή αν έχουν αισιοδοξία.
Β) Η εργασία και η δημιουργία προσφέρουν εκτός από την κάλυψη των οικονομικών αναγκών και ηθική ικανοποίηση στον άνθρωπο. Το δικαίωμα της εργασίας πρέπει να προσφέρεται σε όλους και φυσικά και στα άτομα με ειδικές ανάγκες.
Γ) Η τρίτη ηλικία δεν εμποδίζει τον άνθρωπο να ονειρεύεται, να σχεδιάζει, να βλέπει τη ζωή με χαρά και αισιοδοξία (θείος Τόνι).
Δ) Όλο το κείμενο είναι ένα μήνυμα ελπίδας και αισιοδοξίας για τη ζωή και τις ψυχικές δυνάμεις που μπορούν να υλοποιήσουν τα όνειρά του ανθρώπου.
ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ- Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ- Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Τα άτομα με ειδικές ανάγκες δεν πρέπει να τίθενται στο περιθώριο και να αισθάνονται μειονεκτικά. Όταν εργάζονται, δεν κερδίζουν μόνο για τον εαυτό τους ψυχική γαλήνη και ηθική ικανοποίηση, αλλά γίνονται φωτεινό παράδειγμα και για τους άλλους ανθρώπους. Η συγγραφέας επικρίνει τις ελλείψεις στα κρατικά έργα που θα έδειχναν τη φροντίδα της πολιτείας για τα άτομα αυτά (ράμπες για καρότσια αναπηρικά, α-νελκυστήρες, κ.α.).Τα άτομα αυτά αντιμετωπίζονται συχνά ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
ΧΡΟΝΟΣ
Στο απόσπασμα ο χρόνος είναι δύο χρόνια μετά την αρρώστια της Λεώνης. Πιο συγκεκριμένα, είναι η μέρα που για πρώτη φορά θα κάνει δημόσια έξοδο. Ο χρόνος αρχίζει στο εργαστήριο, όταν ολοκληρώνει τη δουλειά της και προετοιμάζεται για το πάρτι. Επίσης, όταν η Λεώνη θυμάται την εμπειρία της στο νο-σοκομείο γίνεται αναδρομή στο παρελθόν.
Ο ΤΟΠΟΣ
Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές, εκτός από το εργαστήριο και το σπίτι της Λεώνης.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
α) Αφήγηση: Παρουσιάζονται τα γεγονότα της ημέρας.
β) Διάλογος: Φαίνονται καλύτερα οι προσωπικότητες της Λεώνης και του θείου Τόνι.
γ) Περιγραφή: Υπάρχει στην περιγραφή της εμφάνισης της Λεώνης.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Τριτοπρόσωπος, παντογνώστης.
ΓΛΩΣΣΑ -ΥΦΟΣ
Η γλώσσα είναι απλή και κατανοητή σαν τον καθημερινό λόγο. Το ύφος είναι απλό και ζωντανό.
ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ (ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ)
Μεταφορές («Ένας φωτεινός ορίζοντας ξανοίγεται μπροστά της»)
Παρομοιώσεις («Υψώνει τα δυο της χέρια σαν την Πατουλίδου»)
Επανάληψη («Γίνονται ζωγράφοι, γίνονται συνθέτες-μουσικοί, γίνονται νομικοί»)
Ασύνδετα («Πετάνε με αεροπλάνα…πάνε σε πανεπιστήμια….εργάζονται»)
Κλιμάκωση: «Το κάνει για να κινηθεί, να ζωντανέψει, να προσφέρει.»
Υπερβολή: «..πάει να τρελαθεί με τη ζωντάνια αυτού του παιδιού»
Αποσιώπηση («Όχι πια γι’ αυτά…»)
Εικόνες οπτικές, ακουστικές, απτικές («πλένει τα χέρια…για να τα ζωγραφίσει»).
ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ
ΦΑΓΙΟΥΜ
Τα πορτραίτα φαγιούμ είναι νεκρικά πορτραίτα, προορισμένα για ταφική χρήση που πήραν το όνομά τους από την όαση Φαγιούμ, νότια του Καΐρου, επειδή εκεί ανακαλύφθηκαν τυχαία τα πρώτα δείγματά τους σε μουμιοποιημένα σώματα με προσωπογραφίες στη θέση της κεφαλής. Είναι ζωγραφισμένα με την εγκαυστική τεχνική που γίνεται με λιωμένο κερί που απλωνόταν πάνω στο ξύλο ή το πανί που έπρεπε να ζωγραφιστεί.
ΒΟΥΛΑ ΠΑΤΟΥΛΙΔΟΥ
Είναι Ελληνίδα, πρώην αθλήτρια και πολιτευτής, η πρώτη γυναίκα χρυσή ολυμπιονίκης στην Ελλάδα (διακρίθηκε στα αγωνίσματα του στίβου).
- Αυστηρότητα
- Ξυλοδαρμός ως μέσο σωφρονισμού, ως μέσο παιδαγωγικό, πολλές φορές σε σημείο που να ματώνουν οι μαθητές. – έτσι δικαιολογείται και η μορφή του διαβόλου που αποδίδει ο μικρός στο δάσκαλο.
- Οι γονείς μάλιστα αναγνωρίζουν στο δάσκαλο το δικαίωμα να δέρνουν τα παιδιά τους εφόσον εκείνοι το κρίνουν, γιατί μόνο έτσι θα γίνουν άνθρωποι.
- Η συμπεριφορά των μαθητών και εκτός σχολείου ήταν υπό επιτήρηση -«Και στο δρόμο, όταν δούμε τον παπά, να του φυλούμε το χέρι».
- Τα θρησκευτικά καθήκοντα επιβάλλονταν με απειλή
- Η επικοινωνία, ο αυθορμητισμός των μαθητών πνίγονται – «αταξίες δε θέλει, μήτε γέλια, μήτε φωνές στο διάλειμμα», «και σταυρό τα χέρια».
- Ο μαθητής αυθαδίαζε, όταν τολμούσε να εκφράσει τη γνώμη του – ο διάλογος δεν ενθαρρύνεται, αντιθέτως επιβάλλεται η φίμωση του μαθητή.
- Οι μέθοδοι αυτές είναι απαράδεκτο να εφαρμόζονται σε μία σχολική κοινότητα. Οι μαθητές ως ανθρώπινα όντα με ευαισθησίες και όνειρα δεν είναι δυνατόν να προσβάλλονται, να τραυματίζονται ψυχικά καθώς ζουν σε ένα περιβάλλον τρομοκρατίας, απειλών, χειροδικίας.
- Β.
- Όπως μαθαίνουμε από το κείμενο, ο δάσκαλος, εκείνος της τέταρτης τάξης, έχει σπουδάσει στην Αθήνα και έχει φέρει μαζί του τη Νέα Παιδαγωγική- Επειδή αγνοούσαν οι μικροί μαθητές, θεωρούσαν πως επρόκειτο για τη γυναίκα του- εδώ διακρίνουμε το λεπτό χιούμορ του συγγραφέα.
- Το συγκεκριμένο πρόσωπο έφερε μαζί του νέες γνώσεις και μεθόδους διδασκαλίας: «ό,τι μαθαίναμε να το βλέπαμε και να το αγγίζαμε ή να το ζωγραφίζαμε σ’ ένα χαρτί γεμάτο κουκίδες». Όμως οι παιδαγωγικές μέθοδοι που ακολουθούσε παρέμεναν απαρχαιωμένες: αυταρχικότητα, μη ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών
- Ειρωνεία: στην τελευταία παράγραφο ο δάσκαλος απαιτεί από τους μαθητές να του φέρουν φαγώσιμα δώρα- θυμίζει επαίτη.
- Απλό, άμεσο, ειρωνικός τόνος, χιουμοριστικά στοιχεία
- Απλή, δημοτική, στρωτή, ευχάριστη, με πολλά ιδιωματικά στοιχεία (ή ιδιωματισμούς), δηλαδή στοιχεία της τοπικής διαλέκτου που στην προκειμένη περίπτωση είναι η κρητική (πχ τυλιγαδίζουν, αντρειευούμουν, μυρίζουμαι, κλπ)
OI ΠΙΤΣΙΡΙΚΟΙ
Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου τα
γερμανικά στρατεύματα του Χίτλερ κατέλαβαν και την Ελλάδα.
Στα χρόνια εκείνα της Κατοχής (1941-1944) οι Έλληνες μαστίζονταν από την πείνα και την φτώχεια, ενώ παράλληλα οργάνωσαν την Εθνική Αντίσταση με ένοπλες ομάδες στα βουνά και με πολίτες που δρούσαν στις πόλεις. Η Αντίσταση εκδηλωνόταν με ένοπλη δράση αλλά και με διάφορες ενέργειες σαμποτάζ κατά των Γερμανών, οι οποίοι αντιδρούσαν με σκληρότατα αντίποινα: με συλλήψεις και φυλακίσεις, με ανακρίσεις και βασανιστήρια, με θανατώσεις, ακόμα και με ομαδικές βάρβαρες εκτελέσεις αθώων πολιτών.
Μια από τις μορφές αντίστασης ήταν η δράση των μικρών σαλταδόρων, οι οποίοι ανέβαιναν κρυφά σε κινούμενα συνήθως γερμανικά οχήματα από το πίσω μέρος της καρότσας με ένα «σάλτο» (πήδημα) και έκλεβαν τρόφιμα, λάστιχα του αυτοκινήτου (συνήθως τη ρεζέρβα) και διάφορα άλλα χρήσιμα υλικά. Αυτά τα πετούσαν στο οδόστρωμα, από όπου τα μάζευαν τα υπόλοιπα μέλη της οργανωμένης παρέας.
ΔΟΜΗ
Κατοχικό συσσίτιο |



http://kapidou.blogspot.gr/2013/12/blog-post_5.html
Σημειώσεις για το Ταξίδι χωρίς Επιστροφή θα βρείτε στο παρακάτω σύνδεσμο :
http://7gym-kaval.kav.sch.gr/htdocs/attachments/article/256/Tajidi%20xoris%20epistrofh.pdf
«Ο παππούς και το εγγονάκι»
με την οικογένεια του παιδιού τους και η συμπεριφορά της νεότερης γενιάς απέναντι σ' αυτούς
- έχει σύντομη έκταση
- δίνει έμφαση σε ένα μόνο γεγονός (συμπεριφορά προς παππού
- συμμετέχουν λίγα πρόσωπα (παππούς, γιος – νύφη, εγγονός)
- είναι αληθοφανές στα νοήματά του (βλέπε θεματικά κέντρα
- διαθέτει άψογη διάρθρωση (πρόλογος, δοκιμασίες παππού, πράξη παιδιού που αντισταθμίζει τις δοκιμασίες του παππού, επίλογος – λύση).
- Δε δηλώνεται ο τόπος και ο χρόνος. Άρα όσα αναφέρονται στο κείμενο ισχύουν σε πολλές περιπτώσεις συμβίωσης γερασμένων γονιών με τα παιδιά και τα εγγόνια τους (διαχρονικότητα) .
- Γρήγορη εξέλιξη της ιστορίας, χωρίς λεπτομέρειες.
- Απλή και λιτή γλώσσα, με μικρές κοφτές προτάσεις, κυριαρχία των ρημάτων, χωρίς σχήματα λόγου.
- Δίδαγμα προς τους αναγνώστες: Να συμπεριφέρονται με φροντίδα και αγάπη στους γονείς τους, γιατί έτσι αργότερα θα τους φερθούν και τα δικά τους παιδιά.


Ελένη Σαραντίτη
Η Ελένη Σαραντίτη γεννήθηκε στη Nεάπολη Λακωνίας, αλλά από δεκαοκτώ ετών εγκαταστάθηκε στην Aθήνα. Mε τη λογοτεχνία ασχολήθηκε από πολύ νωρίς. Aυτό είναι το ενδέκατο βιβλίο της. Έχει γράψει βιβλία για νέους αλλά και για ενηλίκους. Aπό τα νεανικά μυθιστορήματά της τρία έχουν γίνει σίριαλ. Έχει τιμηθεί με έγκυρα βραβεία στην Eλλάδα και στο εξωτερικό και ορισμένα έργα της έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες. Συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες με διηγήματα, άρθρα, κριτική βιβλίου, ταξιδιωτικά, ενώ από δεκαπενταετίας είναι τακτική συνεργάτις της Eλευθεροτυπίας στη σελίδα του βιβλίου.
Πηγή: http://www.kastaniotis.com/book/978-960-03-3715-0
Το απόσπασμα
Θεματικά κέντρα
- Επαναπατριζόμενοι Έλληνες. Δυσκολίες και προβλήματα ενσωμάτωσης στην ελληνική κοινωνία.
- Συνθήκες ζωής και εργασίας των οικονομικών προσφύγων.
- Η ακατάβλητη αγωνιστικότητα του ανθρώπου, όταν διεκδικεί μια αξιοπρεπή και δίκαιη ζωή.
- Συντηρητικά κατάλοιπα της ελληνικής κοινωνίας. Το προοδευτικό πνεύμα της νέας γενιάς.
Πολλοί Έλληνες κατέφυγαν στις χώρες της Σοβιετικής ένωσης μετά τον εμφύλιο ως πολιτικοί πρόσφυγες. Έζησαν εκεί και πρόκοψαν μέχρι το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, που σε συνδυασμό με τη νοσταλγία τους για την πατρίδα,τους έφερε πίσω. Ωστόσο οι προσδοκίες τους για μια όμορφη ζωή δε βγήκαν αληθινές πάντα, καθώς αντιμετωπίστηκαν με επιφύλαξη ή και εχθρότητα απο ένα τμήμα της ελληνικής κοινωνίας.
1η ενότητα: Η πρώτη παράγραφος:εισαγωγική:δίνονται στοιχεία για την ηρωίδα και τη σχέση της με τον Σωτήρη.
2η ενότητα: "Ασε με να δω....θα έχουμε ιστορίες". Με μία μικρή αναδρομή στο παρελθόν, η αφηγήτρια φέρνει στο προσκήνιο το διάλογο που είχε με τον Σωτήρη. Από τον διάλογο αποκαλύπτεται οτι ο Σωτήρης αγαπά την Ευριδίκη αλλά οι συμμαθητές της τη σχολιάζουν αρνητικά και την έχουν απομονώσει., καθώς τη θεωρούν ουρανοκατέβατη και σπασίκλα.
3η ενότητα: "Δεν με άκουσε....της χαμογέλασε ευγενικά". Στην ενότητα αυτή προετοιμάζεται ο διάλογος της μητέρας του Σωτήρη με τη γιαγιά της Ευριδίκης.
4η ενότητα: Παρουσιάζεται ο διάλογος ανάμεσα στη θυμωμένη και ξενοφοβική Ερασμία και στην περήφανη και σοφή κυρά Ανάστα.
Τα πρόσωπα του αποσπάσματος
Ευριδίκη: βρίσκεται σε μία χώρα στην οποία οι άνθρωποι την αντιμετωπίζουν με καχυποψία. Δεν έχει φίλους, αισθάνεται θλίψη, μοναξιά και απομόνωση και βιώνει την απόρριψη του κοινωνικού της περίγυρου. Διακατέχεται από αγωνιστικό πνεύμα και αντιλαμβάνεται πως πρέπει να προσπαθήσει σκληρά για να αντιμετωπίσει την καχυποψία των άλλων και να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους και την κοινωνική αποδοχή.
Σωτήρης: έχει το πλεονέκτημα να ζει σε μία οικογένεια με κοινωνική επιφάνεια και οικονομική άνεση. Απολαμβάνει σε αντίθεση με την Ευριδίκη την αποδοχή και την εκτίμηση των άλλων όμως αυτό δεν τον εμποδίζει να έχει προοδευτικές αντιλήψεις για την αξία των ανθρώπων.
Ερασμία: ενοχλείται από τη σχέση του Σωτήρη με την Ευριδίκη, καθώς προτάσσει την κοινωνική διαφορά των δύο νέων. Αφήνει υπονοούμενα για την ηθική της Ευριδίκης και δείχνει να υποτιμά τον γιο της τον οποίο θεωρεί εύπιστο και ανώριμο. Η συντηρητική, ξενοφοβική και υπεροπτική συμπεριφορά της αποκαλύπτει άνθρωπο μικρόψυχο που δεν έχει συλλάβει το πραγματικό νόημα της ζωής και μένει στους τύπους και όχι στην ουσία των πραγάτων.
Κυρά-Ανάστα: δεν πτοείται από την προσβλητική συμπεριφορά της Ερασμίας και αντιμετωπίζει τη μεταστροφή της τύχης με δυναμισμό, υπομονή και περηφάνεια, χωρίς να μεμψιμοιρεί και να παραπονιέται. Άνθρωπος με σοφία και βαθύ ανθρωπισμό, στέκεται μπροστά στην Ερασμία με αξιοπρέπεια και δίνει τη δική της μάχη ελπίζοντας σε καλύτρες ημέρες.
Αφηγηματικές τεχνικές
Το εξομολογητικό ύφος και ο αποκαλυπτικός τόνος επιτυγχάνονται με τη πρωτοπρόσωπη αφήγηση της ηρωίδας, η οποία μεταφέρει στον αναγνώστη όχι μόνο τις προσωπικές της εμπειρίες και σκέψεις αλλά και το συλλογικό ασυνείδητο μιας ομάδας ανθρώπων που βίωσαν την προσφυγιά σε ξένο τόπο αλλά και στον δικό τους.
ΝΙΝΕΤ
|
- 1. τα μέλη της οικογένειας έχουν ξενικά ονόματα
- 2. ταξιδεύουν και ζουν σε πόλεις του εξωτερικού (Κων/πολη, Μοτοβίλοφσκα, Παρισι, Σαιν Λουί)
- 3. ταξιδεύουν σε βαγκόν λι
- 4. τα παιδιά φοιτούν σε σχολεία του εξωτερικού εσώκλειστα.
- Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος και πού βρίσκονται
- Το θέμα συζήτησης Έμμας και Προσπέρ;
- Ποιος ο εφιάλτης που βασάνιζε τη Νινέτ; Από ποιο περιστατικό ξεκίνησε;
- Με ποιο τέχνασμα η συγγραφέας απαλλάσσει οριστικά την ηρωίδα από τη λαθεμένη πεποίθηση που είχε για την καταγωγή της;
- Ποιες οι νοηματικές ενότητες του κειμένου – τίτλος για καθεμία από αυτές.
- Υπάρχουν αναδρομές στο παρελθόν;
- Σε ποιο πρόσωπο γίνεται η αφήγηση; Ο αφηγητής συμμετέχει στα γεγονότα;
- Αφηγηματικοί τρόποι
- Προαγγελία της αποκάλυψης του μυστικού της Νινέτ. Σε ποιο χωρίο την εντοπίζετε;
- Εκφραστικά μέσα.
- Χαρακτηρισμός προσώπων
- Λέξεις, εικόνες, εκφραστικά μέσα που περιγράφουν τη χαρά της Νινέτ την ώρα που ακούει το διάλογο της μητέρας με το θείο της.

- Απομάκρυνση από τη φύση, ζουν μακριά απ' τη φύση, σ' ένα άχαρο κι αφιλόξενο περιβάλλον (ο γκρίζος και άχαρος κόσμος που τον περιέβαλλε).
- Αποξένωση ανθρώπων, αλλοτρίωση, μοναξιά, άγχος.Στις σχέσεις τους κυριαρχεί η καχυποψία και ο ανταγωνισμός.
- Υποβάθμιση της ποιότητας ζωής, μόλυνση του περιβάλλοντος. Συχνά, η εργασία τους είναι μονότονη (καθόταν και ξεφόρτωνε) και οι οικονομικές τους απολαβές περιορισμένες

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου