ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

  
 Σημειώσεις για την Στρίγκλα και Καλλονή θα βρείτε στον παρακάτω σύνδεσμο:

http://kapidou.blogspot.gr/2013/12/blog-post_5.html


Σημειώσεις για το Ταξίδι χωρίς Επιστροφή θα βρείτε στο παρακάτω σύνδεσμο :

 http://7gym-kaval.kav.sch.gr/htdocs/attachments/article/256/Tajidi%20xoris%20epistrofh.pdf

«Ο παππούς και το εγγονάκι»
ΘΕΜΑ
  του διηγήματος είναι η συμβίωση των γερόντων γονέων
 με την οικογένεια του παιδιού τους και η συμπεριφορά της νεότερης γενιάς απέναντι σ' αυτούς



ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ

     Τα άτομα της τρίτης ηλικίας (γέροντες) και οι ανάγκες τους (φροντίδα, κατανόηση, αγάπη).

     Η σκληρότητα που δείχνουν κάποτε οι άνθρωποι απέναντι στους γέροντες γονείς τους.

     Η γεροντική ηλικία (και τα προβλήματα που τη συνοδεύουν) αποτελεί ένα φυσιολογικό στάδιο στον κύκλο της ζωής.


Στο μικρό αυτό αφήγημα ο μεγάλος Ρώσος στοχαστής και συγγραφέας Τολστόι σκιαγραφεί με λιτότητα το θέμα της συμβίωσης του γέροντα γονιού με την οικογένεια του παιδιού του.

«Ο παππούς και το εγγονάκι» είναι ένα μικρό διήγημα, στο οποίο συναντάμε τα βασικά χαρακτηριστικά του είδους: πλοκή, κορύφωση σε ένα σημαντικό γεγονός, λιτότητα εκφραστικών μέσων κ.λπ.



ΕΙΔΟΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:
Το κείμενο είναι διήγημα, γιατί:
  • έχει σύντομη έκταση
  • δίνει έμφαση σε ένα μόνο γεγονός (συμπεριφορά προς παππού
  • συμμετέχουν λίγα πρόσωπα (παππούς, γιος – νύφη, εγγονός)
  • είναι αληθοφανές στα νοήματά του (βλέπε θεματικά κέντρα
  • διαθέτει άψογη διάρθρωση (πρόλογος, δοκιμασίες παππού, πράξη παιδιού που αντισταθμίζει τις δοκιμασίες του παππού, επίλογος – λύση).
Ωστόσο, το κείμενο περιέχει και αρκετά στοιχεία παραμυθιού και η αφήγηση καταλήγει σε διακριτικό αλλά σαφέστατο διδακτικό μήνυμα.
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΛΑΪΚΟΥ  ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ ΣΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ
  • Δε δηλώνεται ο τόπος και ο χρόνος. Άρα όσα αναφέρονται στο κείμενο ισχύουν σε πολλές περιπτώσεις συμβίωσης γερασμένων γονιών με τα παιδιά και τα εγγόνια τους (διαχρονικότητα) .
  • Γρήγορη εξέλιξη της ιστορίας, χωρίς λεπτομέρειες.
  • Απλή και λιτή γλώσσα, με μικρές κοφτές προτάσεις, κυριαρχία των ρημάτων,  χωρίς σχήματα λόγου.
  • Δίδαγμα προς τους αναγνώστες: Να συμπεριφέρονται με φροντίδα και αγάπη στους γονείς τους, γιατί έτσι  αργότερα θα τους φερθούν και τα δικά τους παιδιά.

 

ΕΝΟΤΗΤΕΣ


1η Ενότητα: «Ο παππούς είχε γεράσει πολύ…δεν είπε τίποτα.»

Η σκληρή συμπεριφορά του ζευγαριού απέναντι στον ηλικιωμένο πατέρα.
2η Ενότητα: « Μια μέρα ο άντρας…και τον πρόσεχαν όπως πρέπει.»
Το μάθημα που έδωσε το μικρό παιδί στους γονείς του και η αλλαγή της στάσης τους.

ΤΙΤΛΟΣ
Στον τίτλο εμφανίζονται ο παππούς και το εγγονάκι, που συνδέονται μεταξύ τους στενά λόγω της βιολογικής τους σχέσης, αλλά και γιατί το εγγόνι θα γίνει η αιτία για να αλλάξει η ζωή του παππού προς το καλύτερο. Η ιδιότητα του μικρού (εγγονάκι), αναφέρεται μόνο στον τίτλο και μάλιστα υποκοριστικό για να φανεί καλύτερα ότι ένα παιδί κατάφερε κάτι πολύ σημαντικό. Στο κείμενο αναφέρεται με το όνομά του (Μίσα) και ως γιος των γονιών του. Ο τίτλος λοιπόν δείχνει πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε ο Μίσα στη ζωή του παππού του.


ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ


 Είναι ο παππούς, ο γιος του, η νύφη και ο εγγονός του.
Παππούς: Είναι ανήμπορος σωματικά και αντιμετωπίζει την άσχημη συμπεριφορά του γιου και της νύφης του. Αισθάνεται βάρος για στους δικούς του και θλίψη για το φέρσιμό τους. Δεν αντιδρά όμως, γιατί τους χρειάζεται, όσο και αν θίγεται η αξιοπρέπειά του.
Γιος-νύφη: Φέρονται σκληρά στον παππού, χωρίς να σκέπτονται ότι θα βρεθούν και αυτοί στη θέση του. Η νύφη φαίνεται πιο σκληρή, χωρίς όμως και ο γιος να είναι αθώος, αφού και αυτός σιωπηλά συμφωνεί με τη γυναίκα του. Στο τέλος μετανιώνουν όταν δέχονται την άδολη κριτική του παιδιού τους. 

Παιδί: Εμφανίζεται ελάχιστα στο κείμενο, αλλά η παρουσία του είναι σημαντική. Απλά μιμείται τις πράξεις των γονιών του και γίνεται ο καθρέφτης όπου συνειδητοποιούν τη σκληρότητά τους. Τους ασκεί κριτική χωρίς να το συνειδητοποιεί.
ΓΛΩΣΣΑ
Το διήγημα έχει μεταφραστεί από τα ρωσικά. Παρατηρούμε λοιπόν ότι η γλώσσα και γενικά η διατύπωση είναι απλή και λιτή, με μικρές, απλές, κοφτές προτάσεις. Τα ρήματα κυριαρχούν δίνοντας έμφαση στο νόημα. Απουσιάζουν τα σχήματα λόγου και οι λεπτομέρειες. Δίνονται τα απαραίτητα για την κατανόηση της ιστορίας
Ύφος: Είναι λιτό και πυκνό
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Ασύνδετο σχήμα ((Τα πόδια του…δεν τον άκουγαν), εικόνες (οπτικές, ακουστικές).
ΚΥΡΙΑΡΧΕΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
α) γεροντική και νεότερη ηλικία
β) συμπεριφορά γονιών πριν και μετά το επεισόδιο με τον Μίσα.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Ο αφηγητής είναι απρόσωπος και δεν ταυτίζεται με κάποιο πρόσωπο της ιστορίας. Ακούγονται οι φωνές  του πατέρα και του παιδιού (σε ευθύ λόγο) και η φωνή της νύφης (σε πλάγιο λόγο). Τριτοπρόσωπος παντογνώστης

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
Αφήγηση («Μια μέρα ο άντρας και η γυναίκα….»)
Διάλογος: («Τι φτιάχνεις εκεί Μίσα;») Υπάρχει άμεσος διάλογος ανάμεσα στο Μίσα και στον πατέρα του. Υπάρχει έμμεσος εκεί που ο αφηγητής παρουσιάζει τα λόγια της νύφης προς  τον παππού.
Περιγραφή( «Τα πόδια του…..χυνόταν το φαγητό»)


Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΜΙΣΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΧΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΣΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ
Η συμπεριφορά των γονιών του Μίσα απέναντι στον παππού τον διδάσκει ότι πρέπει να κάνει και αυτός τα ίδια στον πατέρα του, όταν ο ίδιος μεγαλώσει και εκείνος γεράσει. Μάλιστα παίρνει τόσο σοβαρά το πράγμα, που αρχίζει να προετοιμάζεται από τώρα σκαλίζοντας ένα κούτσουρο, για να κατασκευάσει μια μεγάλη γαβάθα και να την έχει στο μέλλον για τους γονείς του. Ωστόσο, με αυτή την προετοιμασία και τη μίμηση των γονέων του, τους δίνει ένα μάθημα ανθρωπιάς χωρίς να το καταλάβει: είναι σαν να τους κρίνει, με αποτέλεσμα να τους κάνει να ντραπούν για τη συμπεριφορά τους και να τους προβληματίσει για το τι περιμένει και τους ίδιους όταν γεράσουν ότι δηλαδή τους περιμένει αυτό που διδάσκουν οι ίδιοι στο παιδί με τη συμπεριφορά τους. Έτσι, η ενέργεια του Μίσα συντελεί αποφασιστικά στη μεταστροφή τους και στην αλλαγή της στάσης τους απέναντι στον παππού: Τώρα Ο άντρας κι η γυναίκα τον κοιτάχτηκαν και δάκρυσαν. Νιώσανε ντροπή που είχαν προσβάλει τον παππού. Κι από τότε τον βάλανε να τρώει μαζί τους στο τραπέζι και τον πρόσεχαν όπως πρέπει.
 
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΓΓΟΝΟΥ
Ο Μίσα, ο γιος του ζευγαριού και εγγονός, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο διήγημα. Λέγοντας στους γονείς του ότι κατασκευάζει μια ξύλινη γαβάθα για να τους ταϊζει όταν γεράσουν, υπήρξε η αιτία αλλαγής της στάσης των γονέων απέναντι στον παππού. Άρχισαν να του φέρονται με στοργή και αγάπη, έτρωγαν μαζί του και του συμπεριφέρονταν όπως έπρεπε.
ΑΙΤΙΕΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΗΣ ΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ
Η αλλαγή της συμπεριφοράς των γονιών οφείλεται :α) στη ντροπή που ένιωσαν, καθώς ο γιος τους, χωρίς να το καταλαβαίνει, τους μάλωσε για τη σκληρότητά τους και τους έκανε να καταλάβουν πόσο σκληροί ήταν, β) στο γεγονός ότι φοβήθηκαν πως όποια συμπεριφορά έδειχναν αυτοί προς τον πατέρα τους, την ίδια έπρεπε να περιμένουν κι αυτοί από το παιδί τους όταν μεγάλωναν. Είναι γνωστό ότι τα παιδιά μιμούνται τιε συμπεριφορές των μεγάλων και ιδιαίτερα των γονιών τους. Γι” αυτό το πιο σημαντικό μέσο διαπαιδαγώγησης θεωρείται το παράδειγμα της συμπεριφοράς των γονιών.
ΔΙΔΑΓΜΑ
Όποια συμπεριφορά δείχνει κανείς προς τους γέροντες γονείς του, την ίδια θα έχει, πιθανότατα, και ο ίδιος από τα παιδιά του. Πρέπει, δηλαδή, να συμπεριφερόμαστε με αγάπη, με φροντίδα και κατανόηση στους ηλικιωμένους, γιατί αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα, έχουν πολλές ανάγκες και  μας χρειάζονται. Έτσι μπορούμε να προσδοκούμε κι εμείς ανάλογη συμπεριφορά  από τα παιδιά μας όταν  φτάσουμε σε μια προχωρημένη ηλικία.


ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΖΩΗΣ
Στο διήγημα παρουσιάζονται οι τρεις ηλικίες του ανθρώπου (η παιδική, η ηλικία της ωριμότητας και η γεροντική), από τις οποίες δίνονται κάποια γνωρίσματα:
α. Ένα από τα βασικά γνωρίσματα της παιδικής ηλικίας το οποίο παρουσιάζεται στο διήγημα είναι ο μιμητισμός. Ο Μίσα με αφέλεια και απλότητα μιμείται τους γονείς του και ετοιμάζεται από τώρα για τη στάση που θα κρατήσει απέναντί τους όταν εκείνοι θα έχουν γεράσει* και αυτή είναι η στάση που κρατάνε εκείνοι απέναντι στον παππού. Πράγματι τα παιδιά έχουν την τάση να μιμούνται τους μεγάλους και γι' αυτό το πιο σημαντικό μέσο διαπαιδαγώγησης θεωρείται το παράδειγμα που πρέπει να δίνουν οι μεγάλοι με τη συμπεριφορά τους, ώστε να τους μιμηθούν τα παιδιά.
β. Στο διήγημα οι γονείς του Μίσα εκπροσωπούν τη μέση ηλικία, την ηλικία της δράσης, της δημιουργίας και των ευθυνών. Και το γνώρισμα που προβάλλεται στο διήγημα είναι η εξουσιαστική συμπεριφορά και η αλαζονεία των ανθρώπων αυτής της ηλικίας, οι οποίοι με τη δύναμη που τους δίνει η ακμή της ζωής εξουσιάζουν τους ανήμπορους πλέον γέρους (όπως άλλωστε και τα αδύναμα ακόμη παιδιά), που εξαρτώνται κυρίως οικονομικά από αυτούς, χωρίς να περνάει από το μυαλό τους ότι κάποτε και οι ίδιοι θα γεράσουν.
γ. Τέλος ο παππούς εκπροσωπεί την ηλικία των γερατειών. Στο διήγημα προβάλλεται η αδυναμία των γερόντων για δράση και δημιουργία που έχει ως αποτέλεσμα την περιθωριοποίησή τους καθώς και η απουσία αντίδρασης απέναντι στη σκληρή συμπεριφορά των παιδιών τους: ο παππούς ζει παραπεταμένος σε μιαν άκρη του σπιτιού και είναι υποχρεωμένος να ανέχεται αδιαμαρτύρητα και με πόνο την προσβλητική συμπεριφορά του γιου του και της νύφης του.


Μια σύντομη προβολή για μία από τις δευτερεύουσες ιδέες του κειμένου: τα παιδιά είναι καθρέπτες της συμπεριφοράς των μεγάλων, μιμούνται άκριτα ό,τι βλέπουν, γι αυτό πρέπει να προσέχουμε ώστε να μην τα καταστήσουμε δέκτες παραβατικών συμπεριφορών.

ΘΕΜΑ
  του διηγήματος είναι η συμβίωση των γερόντων γονέων
 με την οικογένεια του παιδιού τους και η συμπεριφορά της νεότερης γενιάς απέναντι σ' αυτούς



ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ

     Τα άτομα της τρίτης ηλικίας (γέροντες) και οι ανάγκες τους (φροντίδα, κατανόηση, αγάπη).

     Η σκληρότητα που δείχνουν κάποτε οι άνθρωποι απέναντι στους γέροντες γονείς τους.

     Η γεροντική ηλικία (και τα προβλήματα που τη συνοδεύουν) αποτελεί ένα φυσιολογικό στάδιο στον κύκλο της ζωής.


Στο μικρό αυτό αφήγημα ο μεγάλος Ρώσος στοχαστής και συγγραφέας Τολστόι σκιαγραφεί με λιτότητα το θέμα της συμβίωσης του γέροντα γονιού με την οικογένεια του παιδιού του.

«Ο παππούς και το εγγονάκι» είναι ένα μικρό διήγημα, στο οποίο συναντάμε τα βασικά χαρακτηριστικά του είδους: πλοκή, κορύφωση σε ένα σημαντικό γεγονός, λιτότητα εκφραστικών μέσων κ.λπ.



ΕΙΔΟΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:
Το κείμενο είναι διήγημα, γιατί:
  • έχει σύντομη έκταση
  • δίνει έμφαση σε ένα μόνο γεγονός (συμπεριφορά προς παππού
  • συμμετέχουν λίγα πρόσωπα (παππούς, γιος – νύφη, εγγονός)
  • είναι αληθοφανές στα νοήματά του (βλέπε θεματικά κέντρα
  • διαθέτει άψογη διάρθρωση (πρόλογος, δοκιμασίες παππού, πράξη παιδιού που αντισταθμίζει τις δοκιμασίες του παππού, επίλογος – λύση).
Ωστόσο, το κείμενο περιέχει και αρκετά στοιχεία παραμυθιού και η αφήγηση καταλήγει σε διακριτικό αλλά σαφέστατο διδακτικό μήνυμα.
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΛΑΪΚΟΥ  ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ ΣΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ
  • Δε δηλώνεται ο τόπος και ο χρόνος. Άρα όσα αναφέρονται στο κείμενο ισχύουν σε πολλές περιπτώσεις συμβίωσης γερασμένων γονιών με τα παιδιά και τα εγγόνια τους (διαχρονικότητα) .
  • Γρήγορη εξέλιξη της ιστορίας, χωρίς λεπτομέρειες.
  • Απλή και λιτή γλώσσα, με μικρές κοφτές προτάσεις, κυριαρχία των ρημάτων,  χωρίς σχήματα λόγου.
  • Δίδαγμα προς τους αναγνώστες: Να συμπεριφέρονται με φροντίδα και αγάπη στους γονείς τους, γιατί έτσι  αργότερα θα τους φερθούν και τα δικά τους παιδιά.

 

ΕΝΟΤΗΤΕΣ


1η Ενότητα: «Ο παππούς είχε γεράσει πολύ…δεν είπε τίποτα.»

Η σκληρή συμπεριφορά του ζευγαριού απέναντι στον ηλικιωμένο πατέρα.
2η Ενότητα: « Μια μέρα ο άντρας…και τον πρόσεχαν όπως πρέπει.»
Το μάθημα που έδωσε το μικρό παιδί στους γονείς του και η αλλαγή της στάσης τους.

ΤΙΤΛΟΣ
Στον τίτλο εμφανίζονται ο παππούς και το εγγονάκι, που συνδέονται μεταξύ τους στενά λόγω της βιολογικής τους σχέσης, αλλά και γιατί το εγγόνι θα γίνει η αιτία για να αλλάξει η ζωή του παππού προς το καλύτερο. Η ιδιότητα του μικρού (εγγονάκι), αναφέρεται μόνο στον τίτλο και μάλιστα υποκοριστικό για να φανεί καλύτερα ότι ένα παιδί κατάφερε κάτι πολύ σημαντικό. Στο κείμενο αναφέρεται με το όνομά του (Μίσα) και ως γιος των γονιών του. Ο τίτλος λοιπόν δείχνει πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε ο Μίσα στη ζωή του παππού του.


ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ


 Είναι ο παππούς, ο γιος του, η νύφη και ο εγγονός του.
Παππούς: Είναι ανήμπορος σωματικά και αντιμετωπίζει την άσχημη συμπεριφορά του γιου και της νύφης του. Αισθάνεται βάρος για στους δικούς του και θλίψη για το φέρσιμό τους. Δεν αντιδρά όμως, γιατί τους χρειάζεται, όσο και αν θίγεται η αξιοπρέπειά του.
Γιος-νύφη: Φέρονται σκληρά στον παππού, χωρίς να σκέπτονται ότι θα βρεθούν και αυτοί στη θέση του. Η νύφη φαίνεται πιο σκληρή, χωρίς όμως και ο γιος να είναι αθώος, αφού και αυτός σιωπηλά συμφωνεί με τη γυναίκα του. Στο τέλος μετανιώνουν όταν δέχονται την άδολη κριτική του παιδιού τους. 

Παιδί: Εμφανίζεται ελάχιστα στο κείμενο, αλλά η παρουσία του είναι σημαντική. Απλά μιμείται τις πράξεις των γονιών του και γίνεται ο καθρέφτης όπου συνειδητοποιούν τη σκληρότητά τους. Τους ασκεί κριτική χωρίς να το συνειδητοποιεί.
ΓΛΩΣΣΑ
Το διήγημα έχει μεταφραστεί από τα ρωσικά. Παρατηρούμε λοιπόν ότι η γλώσσα και γενικά η διατύπωση είναι απλή και λιτή, με μικρές, απλές, κοφτές προτάσεις. Τα ρήματα κυριαρχούν δίνοντας έμφαση στο νόημα. Απουσιάζουν τα σχήματα λόγου και οι λεπτομέρειες. Δίνονται τα απαραίτητα για την κατανόηση της ιστορίας
Ύφος: Είναι λιτό και πυκνό
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Ασύνδετο σχήμα ((Τα πόδια του…δεν τον άκουγαν), εικόνες (οπτικές, ακουστικές).
ΚΥΡΙΑΡΧΕΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
α) γεροντική και νεότερη ηλικία
β) συμπεριφορά γονιών πριν και μετά το επεισόδιο με τον Μίσα.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Ο αφηγητής είναι απρόσωπος και δεν ταυτίζεται με κάποιο πρόσωπο της ιστορίας. Ακούγονται οι φωνές  του πατέρα και του παιδιού (σε ευθύ λόγο) και η φωνή της νύφης (σε πλάγιο λόγο). Τριτοπρόσωπος παντογνώστης

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
Αφήγηση («Μια μέρα ο άντρας και η γυναίκα….»)
Διάλογος: («Τι φτιάχνεις εκεί Μίσα;») Υπάρχει άμεσος διάλογος ανάμεσα στο Μίσα και στον πατέρα του. Υπάρχει έμμεσος εκεί που ο αφηγητής παρουσιάζει τα λόγια της νύφης προς  τον παππού.
Περιγραφή( «Τα πόδια του…..χυνόταν το φαγητό»)


Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΜΙΣΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΧΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΣΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ
Η συμπεριφορά των γονιών του Μίσα απέναντι στον παππού τον διδάσκει ότι πρέπει να κάνει και αυτός τα ίδια στον πατέρα του, όταν ο ίδιος μεγαλώσει και εκείνος γεράσει. Μάλιστα παίρνει τόσο σοβαρά το πράγμα, που αρχίζει να προετοιμάζεται από τώρα σκαλίζοντας ένα κούτσουρο, για να κατασκευάσει μια μεγάλη γαβάθα και να την έχει στο μέλλον για τους γονείς του. Ωστόσο, με αυτή την προετοιμασία και τη μίμηση των γονέων του, τους δίνει ένα μάθημα ανθρωπιάς χωρίς να το καταλάβει: είναι σαν να τους κρίνει, με αποτέλεσμα να τους κάνει να ντραπούν για τη συμπεριφορά τους και να τους προβληματίσει για το τι περιμένει και τους ίδιους όταν γεράσουν ότι δηλαδή τους περιμένει αυτό που διδάσκουν οι ίδιοι στο παιδί με τη συμπεριφορά τους. Έτσι, η ενέργεια του Μίσα συντελεί αποφασιστικά στη μεταστροφή τους και στην αλλαγή της στάσης τους απέναντι στον παππού: Τώρα Ο άντρας κι η γυναίκα τον κοιτάχτηκαν και δάκρυσαν. Νιώσανε ντροπή που είχαν προσβάλει τον παππού. Κι από τότε τον βάλανε να τρώει μαζί τους στο τραπέζι και τον πρόσεχαν όπως πρέπει.
 
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΓΓΟΝΟΥ
Ο Μίσα, ο γιος του ζευγαριού και εγγονός, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο διήγημα. Λέγοντας στους γονείς του ότι κατασκευάζει μια ξύλινη γαβάθα για να τους ταϊζει όταν γεράσουν, υπήρξε η αιτία αλλαγής της στάσης των γονέων απέναντι στον παππού. Άρχισαν να του φέρονται με στοργή και αγάπη, έτρωγαν μαζί του και του συμπεριφέρονταν όπως έπρεπε.
ΑΙΤΙΕΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΗΣ ΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ
Η αλλαγή της συμπεριφοράς των γονιών οφείλεται :α) στη ντροπή που ένιωσαν, καθώς ο γιος τους, χωρίς να το καταλαβαίνει, τους μάλωσε για τη σκληρότητά τους και τους έκανε να καταλάβουν πόσο σκληροί ήταν, β) στο γεγονός ότι φοβήθηκαν πως όποια συμπεριφορά έδειχναν αυτοί προς τον πατέρα τους, την ίδια έπρεπε να περιμένουν κι αυτοί από το παιδί τους όταν μεγάλωναν. Είναι γνωστό ότι τα παιδιά μιμούνται τιε συμπεριφορές των μεγάλων και ιδιαίτερα των γονιών τους. Γι” αυτό το πιο σημαντικό μέσο διαπαιδαγώγησης θεωρείται το παράδειγμα της συμπεριφοράς των γονιών.
ΔΙΔΑΓΜΑ
Όποια συμπεριφορά δείχνει κανείς προς τους γέροντες γονείς του, την ίδια θα έχει, πιθανότατα, και ο ίδιος από τα παιδιά του. Πρέπει, δηλαδή, να συμπεριφερόμαστε με αγάπη, με φροντίδα και κατανόηση στους ηλικιωμένους, γιατί αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα, έχουν πολλές ανάγκες και  μας χρειάζονται. Έτσι μπορούμε να προσδοκούμε κι εμείς ανάλογη συμπεριφορά  από τα παιδιά μας όταν  φτάσουμε σε μια προχωρημένη ηλικία.


ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΖΩΗΣ
Στο διήγημα παρουσιάζονται οι τρεις ηλικίες του ανθρώπου (η παιδική, η ηλικία της ωριμότητας και η γεροντική), από τις οποίες δίνονται κάποια γνωρίσματα:
α. Ένα από τα βασικά γνωρίσματα της παιδικής ηλικίας το οποίο παρουσιάζεται στο διήγημα είναι ο μιμητισμός. Ο Μίσα με αφέλεια και απλότητα μιμείται τους γονείς του και ετοιμάζεται από τώρα για τη στάση που θα κρατήσει απέναντί τους όταν εκείνοι θα έχουν γεράσει* και αυτή είναι η στάση που κρατάνε εκείνοι απέναντι στον παππού. Πράγματι τα παιδιά έχουν την τάση να μιμούνται τους μεγάλους και γι' αυτό το πιο σημαντικό μέσο διαπαιδαγώγησης θεωρείται το παράδειγμα που πρέπει να δίνουν οι μεγάλοι με τη συμπεριφορά τους, ώστε να τους μιμηθούν τα παιδιά.
β. Στο διήγημα οι γονείς του Μίσα εκπροσωπούν τη μέση ηλικία, την ηλικία της δράσης, της δημιουργίας και των ευθυνών. Και το γνώρισμα που προβάλλεται στο διήγημα είναι η εξουσιαστική συμπεριφορά και η αλαζονεία των ανθρώπων αυτής της ηλικίας, οι οποίοι με τη δύναμη που τους δίνει η ακμή της ζωής εξουσιάζουν τους ανήμπορους πλέον γέρους (όπως άλλωστε και τα αδύναμα ακόμη παιδιά), που εξαρτώνται κυρίως οικονομικά από αυτούς, χωρίς να περνάει από το μυαλό τους ότι κάποτε και οι ίδιοι θα γεράσουν.
γ. Τέλος ο παππούς εκπροσωπεί την ηλικία των γερατειών. Στο διήγημα προβάλλεται η αδυναμία των γερόντων για δράση και δημιουργία που έχει ως αποτέλεσμα την περιθωριοποίησή τους καθώς και η απουσία αντίδρασης απέναντι στη σκληρή συμπεριφορά των παιδιών τους: ο παππούς ζει παραπεταμένος σε μιαν άκρη του σπιτιού και είναι υποχρεωμένος να ανέχεται αδιαμαρτύρητα και με πόνο την προσβλητική συμπεριφορά του γιου του και της νύφης του.


Μια σύντομη προβολή για μία από τις δευτερεύουσες ιδέες του κειμένου: τα παιδιά είναι καθρέπτες της συμπεριφοράς των μεγάλων, μιμούνται άκριτα ό,τι βλέπουν, γι αυτό πρέπει να προσέχουμε ώστε να μην τα καταστήσουμε δέκτες παραβατικών συμπεριφορών.

ΘΕΜΑ
  του διηγήματος είναι η συμβίωση των γερόντων γονέων
 με την οικογένεια του παιδιού τους και η συμπεριφορά της νεότερης γενιάς απέναντι σ' αυτούς



ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ

     Τα άτομα της τρίτης ηλικίας (γέροντες) και οι ανάγκες τους (φροντίδα, κατανόηση, αγάπη).

     Η σκληρότητα που δείχνουν κάποτε οι άνθρωποι απέναντι στους γέροντες γονείς τους.

     Η γεροντική ηλικία (και τα προβλήματα που τη συνοδεύουν) αποτελεί ένα φυσιολογικό στάδιο στον κύκλο της ζωής.


Στο μικρό αυτό αφήγημα ο μεγάλος Ρώσος στοχαστής και συγγραφέας Τολστόι σκιαγραφεί με λιτότητα το θέμα της συμβίωσης του γέροντα γονιού με την οικογένεια του παιδιού του.

«Ο παππούς και το εγγονάκι» είναι ένα μικρό διήγημα, στο οποίο συναντάμε τα βασικά χαρακτηριστικά του είδους: πλοκή, κορύφωση σε ένα σημαντικό γεγονός, λιτότητα εκφραστικών μέσων κ.λπ.



ΕΙΔΟΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:
Το κείμενο είναι διήγημα, γιατί:
  • έχει σύντομη έκταση
  • δίνει έμφαση σε ένα μόνο γεγονός (συμπεριφορά προς παππού
  • συμμετέχουν λίγα πρόσωπα (παππούς, γιος – νύφη, εγγονός)
  • είναι αληθοφανές στα νοήματά του (βλέπε θεματικά κέντρα
  • διαθέτει άψογη διάρθρωση (πρόλογος, δοκιμασίες παππού, πράξη παιδιού που αντισταθμίζει τις δοκιμασίες του παππού, επίλογος – λύση).
Ωστόσο, το κείμενο περιέχει και αρκετά στοιχεία παραμυθιού και η αφήγηση καταλήγει σε διακριτικό αλλά σαφέστατο διδακτικό μήνυμα.
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΛΑΪΚΟΥ  ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ ΣΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ
  • Δε δηλώνεται ο τόπος και ο χρόνος. Άρα όσα αναφέρονται στο κείμενο ισχύουν σε πολλές περιπτώσεις συμβίωσης γερασμένων γονιών με τα παιδιά και τα εγγόνια τους (διαχρονικότητα) .
  • Γρήγορη εξέλιξη της ιστορίας, χωρίς λεπτομέρειες.
  • Απλή και λιτή γλώσσα, με μικρές κοφτές προτάσεις, κυριαρχία των ρημάτων,  χωρίς σχήματα λόγου.
  • Δίδαγμα προς τους αναγνώστες: Να συμπεριφέρονται με φροντίδα και αγάπη στους γονείς τους, γιατί έτσι  αργότερα θα τους φερθούν και τα δικά τους παιδιά.

 

ΕΝΟΤΗΤΕΣ


1η Ενότητα: «Ο παππούς είχε γεράσει πολύ…δεν είπε τίποτα.»

Η σκληρή συμπεριφορά του ζευγαριού απέναντι στον ηλικιωμένο πατέρα.
2η Ενότητα: « Μια μέρα ο άντρας…και τον πρόσεχαν όπως πρέπει.»
Το μάθημα που έδωσε το μικρό παιδί στους γονείς του και η αλλαγή της στάσης τους.

ΤΙΤΛΟΣ
Στον τίτλο εμφανίζονται ο παππούς και το εγγονάκι, που συνδέονται μεταξύ τους στενά λόγω της βιολογικής τους σχέσης, αλλά και γιατί το εγγόνι θα γίνει η αιτία για να αλλάξει η ζωή του παππού προς το καλύτερο. Η ιδιότητα του μικρού (εγγονάκι), αναφέρεται μόνο στον τίτλο και μάλιστα υποκοριστικό για να φανεί καλύτερα ότι ένα παιδί κατάφερε κάτι πολύ σημαντικό. Στο κείμενο αναφέρεται με το όνομά του (Μίσα) και ως γιος των γονιών του. Ο τίτλος λοιπόν δείχνει πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε ο Μίσα στη ζωή του παππού του.


ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ


 Είναι ο παππούς, ο γιος του, η νύφη και ο εγγονός του.
Παππούς: Είναι ανήμπορος σωματικά και αντιμετωπίζει την άσχημη συμπεριφορά του γιου και της νύφης του. Αισθάνεται βάρος για στους δικούς του και θλίψη για το φέρσιμό τους. Δεν αντιδρά όμως, γιατί τους χρειάζεται, όσο και αν θίγεται η αξιοπρέπειά του.
Γιος-νύφη: Φέρονται σκληρά στον παππού, χωρίς να σκέπτονται ότι θα βρεθούν και αυτοί στη θέση του. Η νύφη φαίνεται πιο σκληρή, χωρίς όμως και ο γιος να είναι αθώος, αφού και αυτός σιωπηλά συμφωνεί με τη γυναίκα του. Στο τέλος μετανιώνουν όταν δέχονται την άδολη κριτική του παιδιού τους. 

Παιδί: Εμφανίζεται ελάχιστα στο κείμενο, αλλά η παρουσία του είναι σημαντική. Απλά μιμείται τις πράξεις των γονιών του και γίνεται ο καθρέφτης όπου συνειδητοποιούν τη σκληρότητά τους. Τους ασκεί κριτική χωρίς να το συνειδητοποιεί.
ΓΛΩΣΣΑ
Το διήγημα έχει μεταφραστεί από τα ρωσικά. Παρατηρούμε λοιπόν ότι η γλώσσα και γενικά η διατύπωση είναι απλή και λιτή, με μικρές, απλές, κοφτές προτάσεις. Τα ρήματα κυριαρχούν δίνοντας έμφαση στο νόημα. Απουσιάζουν τα σχήματα λόγου και οι λεπτομέρειες. Δίνονται τα απαραίτητα για την κατανόηση της ιστορίας
Ύφος: Είναι λιτό και πυκνό
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Ασύνδετο σχήμα ((Τα πόδια του…δεν τον άκουγαν), εικόνες (οπτικές, ακουστικές).
ΚΥΡΙΑΡΧΕΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
α) γεροντική και νεότερη ηλικία
β) συμπεριφορά γονιών πριν και μετά το επεισόδιο με τον Μίσα.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Ο αφηγητής είναι απρόσωπος και δεν ταυτίζεται με κάποιο πρόσωπο της ιστορίας. Ακούγονται οι φωνές  του πατέρα και του παιδιού (σε ευθύ λόγο) και η φωνή της νύφης (σε πλάγιο λόγο). Τριτοπρόσωπος παντογνώστης

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
Αφήγηση («Μια μέρα ο άντρας και η γυναίκα….»)
Διάλογος: («Τι φτιάχνεις εκεί Μίσα;») Υπάρχει άμεσος διάλογος ανάμεσα στο Μίσα και στον πατέρα του. Υπάρχει έμμεσος εκεί που ο αφηγητής παρουσιάζει τα λόγια της νύφης προς  τον παππού.
Περιγραφή( «Τα πόδια του…..χυνόταν το φαγητό»)


Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΜΙΣΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΧΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΣΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ
Η συμπεριφορά των γονιών του Μίσα απέναντι στον παππού τον διδάσκει ότι πρέπει να κάνει και αυτός τα ίδια στον πατέρα του, όταν ο ίδιος μεγαλώσει και εκείνος γεράσει. Μάλιστα παίρνει τόσο σοβαρά το πράγμα, που αρχίζει να προετοιμάζεται από τώρα σκαλίζοντας ένα κούτσουρο, για να κατασκευάσει μια μεγάλη γαβάθα και να την έχει στο μέλλον για τους γονείς του. Ωστόσο, με αυτή την προετοιμασία και τη μίμηση των γονέων του, τους δίνει ένα μάθημα ανθρωπιάς χωρίς να το καταλάβει: είναι σαν να τους κρίνει, με αποτέλεσμα να τους κάνει να ντραπούν για τη συμπεριφορά τους και να τους προβληματίσει για το τι περιμένει και τους ίδιους όταν γεράσουν ότι δηλαδή τους περιμένει αυτό που διδάσκουν οι ίδιοι στο παιδί με τη συμπεριφορά τους. Έτσι, η ενέργεια του Μίσα συντελεί αποφασιστικά στη μεταστροφή τους και στην αλλαγή της στάσης τους απέναντι στον παππού: Τώρα Ο άντρας κι η γυναίκα τον κοιτάχτηκαν και δάκρυσαν. Νιώσανε ντροπή που είχαν προσβάλει τον παππού. Κι από τότε τον βάλανε να τρώει μαζί τους στο τραπέζι και τον πρόσεχαν όπως πρέπει.
 
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΓΓΟΝΟΥ
Ο Μίσα, ο γιος του ζευγαριού και εγγονός, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο διήγημα. Λέγοντας στους γονείς του ότι κατασκευάζει μια ξύλινη γαβάθα για να τους ταϊζει όταν γεράσουν, υπήρξε η αιτία αλλαγής της στάσης των γονέων απέναντι στον παππού. Άρχισαν να του φέρονται με στοργή και αγάπη, έτρωγαν μαζί του και του συμπεριφέρονταν όπως έπρεπε.
ΑΙΤΙΕΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΗΣ ΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ
Η αλλαγή της συμπεριφοράς των γονιών οφείλεται :α) στη ντροπή που ένιωσαν, καθώς ο γιος τους, χωρίς να το καταλαβαίνει, τους μάλωσε για τη σκληρότητά τους και τους έκανε να καταλάβουν πόσο σκληροί ήταν, β) στο γεγονός ότι φοβήθηκαν πως όποια συμπεριφορά έδειχναν αυτοί προς τον πατέρα τους, την ίδια έπρεπε να περιμένουν κι αυτοί από το παιδί τους όταν μεγάλωναν. Είναι γνωστό ότι τα παιδιά μιμούνται τιε συμπεριφορές των μεγάλων και ιδιαίτερα των γονιών τους. Γι” αυτό το πιο σημαντικό μέσο διαπαιδαγώγησης θεωρείται το παράδειγμα της συμπεριφοράς των γονιών.
ΔΙΔΑΓΜΑ
Όποια συμπεριφορά δείχνει κανείς προς τους γέροντες γονείς του, την ίδια θα έχει, πιθανότατα, και ο ίδιος από τα παιδιά του. Πρέπει, δηλαδή, να συμπεριφερόμαστε με αγάπη, με φροντίδα και κατανόηση στους ηλικιωμένους, γιατί αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα, έχουν πολλές ανάγκες και  μας χρειάζονται. Έτσι μπορούμε να προσδοκούμε κι εμείς ανάλογη συμπεριφορά  από τα παιδιά μας όταν  φτάσουμε σε μια προχωρημένη ηλικία.


ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΖΩΗΣ
Στο διήγημα παρουσιάζονται οι τρεις ηλικίες του ανθρώπου (η παιδική, η ηλικία της ωριμότητας και η γεροντική), από τις οποίες δίνονται κάποια γνωρίσματα:
α. Ένα από τα βασικά γνωρίσματα της παιδικής ηλικίας το οποίο παρουσιάζεται στο διήγημα είναι ο μιμητισμός. Ο Μίσα με αφέλεια και απλότητα μιμείται τους γονείς του και ετοιμάζεται από τώρα για τη στάση που θα κρατήσει απέναντί τους όταν εκείνοι θα έχουν γεράσει* και αυτή είναι η στάση που κρατάνε εκείνοι απέναντι στον παππού. Πράγματι τα παιδιά έχουν την τάση να μιμούνται τους μεγάλους και γι' αυτό το πιο σημαντικό μέσο διαπαιδαγώγησης θεωρείται το παράδειγμα που πρέπει να δίνουν οι μεγάλοι με τη συμπεριφορά τους, ώστε να τους μιμηθούν τα παιδιά.
β. Στο διήγημα οι γονείς του Μίσα εκπροσωπούν τη μέση ηλικία, την ηλικία της δράσης, της δημιουργίας και των ευθυνών. Και το γνώρισμα που προβάλλεται στο διήγημα είναι η εξουσιαστική συμπεριφορά και η αλαζονεία των ανθρώπων αυτής της ηλικίας, οι οποίοι με τη δύναμη που τους δίνει η ακμή της ζωής εξουσιάζουν τους ανήμπορους πλέον γέρους (όπως άλλωστε και τα αδύναμα ακόμη παιδιά), που εξαρτώνται κυρίως οικονομικά από αυτούς, χωρίς να περνάει από το μυαλό τους ότι κάποτε και οι ίδιοι θα γεράσουν.
γ. Τέλος ο παππούς εκπροσωπεί την ηλικία των γερατειών. Στο διήγημα προβάλλεται η αδυναμία των γερόντων για δράση και δημιουργία που έχει ως αποτέλεσμα την περιθωριοποίησή τους καθώς και η απουσία αντίδρασης απέναντι στη σκληρή συμπεριφορά των παιδιών τους: ο παππούς ζει παραπεταμένος σε μιαν άκρη του σπιτιού και είναι υποχρεωμένος να ανέχεται αδιαμαρτύρητα και με πόνο την προσβλητική συμπεριφορά του γιου του και της νύφης του.


Μια σύντομη προβολή για μία από τις δευτερεύουσες ιδέες του κειμένου: τα παιδιά είναι καθρέπτες της συμπεριφοράς των μεγάλων, μιμούνται άκριτα ό,τι βλέπουν, γι αυτό πρέπει να προσέχουμε ώστε να μην τα καταστήσουμε δέκτες παραβατικών συμπεριφορών.




Πληροφορίες για το κείμενο "Όπως τα βλέπει κανείς" θα βρείτε στον παρακάτω σύνδεσμο: 
http://alexgger.blogspot.gr/2016/01/blog-post_26.html


Ο Βάνκας (πεζό)


A. ΑΝΑΛΥΣΗ-ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το διήγημα “Ο Βάνκας” ανήκει στη συλλογή των διηγημάτων που εξέδωσε ο `Αντον Τσέχοφ το 1886 με τον τίτλο “Ποικίλα διηγήματα”. Αν και έργο νεότητας του συγγραφέα, το διήγημα έχει όλες τις αρετές του δημιουργού του: απλότητα, ρεαλισμό, βαθιά γνώση της ανθρώπινης ψυχής και της ανθρώπινης τραγικότητας. Γι’ αυτό και δίκαια θεωρείται ως ένα από τα διασημότερα κείμενα του Τσέχοφ. Αναφέρεται στα βάσανα που περνά στη Μόσχα ένας μικρός βιοπαλαιστής, ο Βάνκας, και στον πόθο του να γυρίσει στην ξεγνοιασιά της υπαίθρου, όλα εκφρασμένα μέσα σ’ ένα απελπισμένο γράμμα στον παππού του στο χωριό.


2. ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
όρθρος = πρωινή λειτουργία

καλαμάρι = μελανοδοχείο
ξερακιανός = αδύνατος, λεπτοκαμωμένος
μπέσα = αξιοπιστία
ρημάζω = καταστρέφω, ερημώνω
κουρκούτι = βρασμένος χυλός από αλεύρι
καντρίλια = ευρωπαϊκός χορός
τρόικα = ρωσικό έλκηθρο

3. ΝΟΗΜΑ
Ο Βάνκας Ζούκοφ, ένα ορφανό εννιάχρονο αγόρι, δουλεύει σ’ ένα τσαγκαράδικο της Μόσχας. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων αποφασίζει να γράψει ένα γράμμα στον παππού του που ζει στο χωριό. Καθώς το αγόρι γράφει το γράμμα, φέρνει στο μυαλό του τη μορφή του παππού και θυμάται τα ευτυχισμένα Χριστούγεννα που περνούσε όσο ζούσε η μητέρα του, απολαμβάνοντας την αγάπη και τη στοργή όλων. Η ζωή του Βάνκα στο χωριό ήταν ευτυχισμένη και χαρούμενη. Συχνά πήγαινε στο δάσος με τον παππού ή, όταν έμενε σπίτι, η δεσποινίς `Ολγα του μάθαινε να γράφει, να μετρά και να χορεύει.


Στο γράμμα του ο Βάνκας περιγράφει τη δυστυχισμένη και σκληρή ζωή που περνά στο τσαγκαράδικο. Το αφεντικό του τον βασανίζει καθημερινά, τον χτυπάει με το παραμικρό και γενικά του συμπεριφέρεται πολύ βάναυσα. Το ίδιο άσχημα του συμπεριφέρεται και η γυναίκα του αφεντικού του, καθώς και οι άλλοι καλφάδες που δουλεύουν εκεί. Πολλές φορές τον αφήνουν νηστικό, τον βρίζουν χωρίς λόγο και γενικά του κάνουν τη ζωή μαύρη. Δεν αντέχει άλλο αυτή την άθλια ζωή και ζητά από τον παππού του να τον πάρει στο χωριό μαζί του. Υπόσχεται ότι θα είναι υπάκουος και θα κάνει όλες τις δουλειές που θα του αναθέτουν. Τελειώνοντας ο Βάνκας το γράμμα, το κλείνει σ’ ένα φάκελο και γράφει απ’ έξω το όνομα του παππού του. Αφού πηγαίνει και το ρίχνει σ’ ένα ταχυδρομικό κουτί, επιστρέφει στο σπίτι γεμάτος ευτυχία και αγαλλίαση, για να κοιμηθεί ήσυχος πια στο κρεβάτι του.

4. ΔΟΜΗ
1η Ενότητα: “Ο Βάνκας … απόμεινες”. Ο Βάνκας αρχίζει το γράμμα στον παππού.


2η Ενότητα: “Ο Βάνκας … για τις γιορτές”. Η προσωπικότητα του παππού και οι ευτυχισμένες αναμνήσεις στο χωριό.

3η Ενότητα: “Ο Βάνκας αναστέναξε … αγαπημένε μου παππού, έλα”. Συνεχίζοντας το γράμμα πηγαινοέρχεται από το άσχημο παρόν στο ευτυχισμένο παρελθόν.

4η Ενότητα: “Ο Βάνκας δίπλωσε … ουρά του”. Η αποστολή του γράμματος και οι μάταιες ελπίδες που τρέφει ο Βάνκας

5. ΙΔΕΕΣ-ΜΗΝΥΜΑΤΑ
Οι απάνθρωπες συνθήκες ζωής και εργασίας ενός μικρού ορφανού παιδιού στην τσαρική Ρωσία.


Β. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ («Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», Α΄ Γυμνασίου, σελ.121)
1. Ποιες πληροφορίες δίνει ο συγγραφέας για την ηλικία, τη μόρφωση και τη ζωή του Βάνκα στο τσαγκαράδικο; Ποιες για τη ζωή του κοντά στον παππού;
Ο Βάνκας Ζούκοφ είναι ένα ορφανό εννιάχρονο αγόρι, που δουλεύει σ’ ένα τσαγκαράδικο της Μόσχας. Η ζωή του εκεί είναι πραγματικά σκληρή, δύσκολη και βασανιστική. Δεν υπάρχει κανένας που να τον αγαπά και να νοιάζεται γι’ αυτόν. Καθημερινά έχει ν’ αντιμετωπίσει τη σκληρότητα και τη βάναυση συμπεριφορά του αφεντικού του, αλλά και της κυρά του. Τον χτυπούν και τον βρίζουν με το παραμικρό και γενικά του κάνουν τη ζωή κόλαση. `Ασχημα του συμπεριφέρονται επίσης και οι καλφάδες που δουλεύουν εκεί. Το φαγητό που του δίνουν δεν είναι αρκετό, ενώ τον βάζουν να κοιμάται μπροστά στην πόρτα και, όταν κλαιει το μωρό, δεν μπορεί να κλείσει μάτι.


Αντίθετα, η ζωή που ζούσε ο Βάνκας κοντά στον παππού του στο χωριό ήταν πολύ διαφορετική. Τότε το αγόρι ήταν χαρούμενο και ευτυχισμένο, καθώς όλοι του έδειχναν την αγάπη τους και τη στοργή τους. Τις μέρες των Χριστουγέννων ο Βάνκας πήγαινε με τον παππού του στο δάσος, για να κόψουν έλατο για τον αφέντη, γελούσαν και διασκέδαζαν λέγοντας αστεία. Στο υποστατικό, η δεσποινίς `Ολγα είχε αναλάβει τη μόρφωση του. Τον μάθαινε να διαβάζει, να γράφει και να μετρά, ενώ πολλές φορές τον φόρτωνε με γλυκά. `Ηταν, λοιπόν, πολύ ευτυχισμένες οι μέρες που είχε περάσει ο Βάνκας στο χωριό κοντά στους ανθρώπους που τον αγαπούσαν.

2. Τι ανάγκασε τον Βάνκα να γράψει το απελπισμένο γράμμα του;
Ο Βάνκας αναγκάζεται να γράψει αυτό το απελπισμένο γράμμα στον παππού του επειδή δεν αντέχει άλλο τη δύσκολη και βασανιστική ζωή που περνά στο τσαγκαράδικο. Το αφεντικό του συνέχεια τον δέρνει, τον βρίζει και γενικά του κάνει τη ζωή μαύρη και ανυπόφορη. Ο Βάνκας λοιπόν δεν αντέχει άλλο αυτές τις συνθήκες ζωής και ζητάει από τον παππού του να τον πάρει μαζί του στο χωριό. Είναι τόσο δυστυχισμένος και απογοητευμένος με τη ζωή, που εναποθέτει όλες τις ελπίδες του σ’ αυτό το γράμμα στον παππού, το μόνο δικό του άνθρωπο που έχει στον κόσμο.


3. `Εφτασε ποτέ το μήνυμα του Βάνκα στον παππού του;
Το γράμμα που έστειλε ο Βάνκας στον παππού του δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει στον προορισμό του, καθώς ο μικρός δεν έγραψε τη διεύθυνση του παππού πάνω στο φάκελο. Μέσα στην παιδική του άγνοια και αφέλεια, ο Βάνκας συμπλήρωσε μονάχα το όνομα του παππού και την προσφώνηση “Στο χωριό”, χωρίς όμως να προσδιορίζει ποιο είναι το χωριό. Γι’ αυτό το λόγο, λοιπόν το μήνυμα δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει στον προορισμό του.


4. Ποιος είναι ο σκοπός του συγγραφέα: - να μας περιγράψει τη μορφή του Βάνκα; - να μας περιγράψει τον παππού - να ξεσκεπάσει τις συνθήκες εργασίας των ανήλικων παιδιών;

Αναμφίβολα, σκοπός του συγγραφέα σ’ αυτό το διήγημα είναι να ξεσκεπάσει τις άθλιες συνθήκες εργασίας των ανήλικων παιδιών, καθώς και να καυτηριάσει την κοινωνική αδικία και ανισότητα που επικρατούσαν στην τσαρική Ρωσία. Μέσα από τη βασανιστική ζωή που περνούσε ο Βάνκας στο τσαγκαράδικο, ανακαλύπτουμε τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των μικρών παιδιών και την εκμετάλλευση τους από τους πλούσιους και δυνατούς.

5. Το μεσαίο τμήμα του γράμματος δεν έχει τόνο απελπισμένο. Γιατί;
Σ’ αυτό το τμήμα του γράμματος ο Βάνκας ξεχνά για λίγο τα βάσανα του και την απογοήτευση που ένοιωθε και περιγράφει κάποια πράγματα που του προκαλούν εντύπωση στη μεγάλη πόλη της Μόσχας. Με θαυμασμό μιλά για τα πλουσιόσπιτα και τα άλογα που υπάρχουν σ’ αυτή την πόλη, όπως επίσης και για τα πολλά μαγαζιά της. Υπάρχουν μαγαζιά που πουλούν αγκίστρια με δόλωμα ή ντουφέκια, χασάπικα που πουλούν τσαλαπετεινούς, πέρδικες και λαγούς. Παρατηρεί επίσης ότι τα παιδιά δεν ψέλνουν τα κάλαντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων. Ο Βάνκας δεν παύει να είναι ένα μικρό παιδί, γι’ αυτό και η παιδική αφέλεια του είναι εμφανής σ’ αυτό το μεσαίο τμήμα του γράμματος, όπου περιγράφει τη ζωή στη Μόσχα.




ΝΙΝΕΤ 
Χαρακτηριστικά έργα της συγγραφέως: «Τα στενά παπούτσια», «Το γαϊτανάκι», «Όταν ο ήλιος..»
Έμμα: Η μητέρα της Νινέτ. Νιώθει τύψεις που απομακρύνει το παιδί της από κοντά της. Έχει αδυναμία στην κόρη της, είναι το «θαύμα» της ζωής της. Είναι εγκλωβισμένη στα πλαίσια του κοσμοπολιτισμού, που θέλει τα παιδιά των μεγαλοαστικών οικογενειών να φοιτούν σε κολέγια του εξωτερικού.
Προσπέρ: αδερφός της Έμμα. Προσπαθεί να ηρεμήσει και να συμπαρασταθεί στην αδερφή του. Η ερώτησή του για το πώς κοιμήθηκε η Έμμα δίνει αφορμή για την εξομολόγησή της και τη λύτρωση τελικά της Νινέτ από τους εφιάλτες της.
Νινέτ: η πρωταγωνίστρια. Θεωρεί πως είναι υιοθετημένη, γι’ αυτό έχει μέσα της θυμό και οργή. Αγωνιά για την ταυτότητά της. Νιώθει λύτρωση, όταν σιγουρεύεται για τη γέννησή της.
–         μυθιστόρημα (η Νινέτ είναι μία από τις δύο αδερφές της συγγραφέως)το οποίο παρουσιάζει μία ξεπερασμένη-παρωχημένη στις μέρες μας μορφή ζωής, όπου τα παιδιά των μεγαλοαστικών οικογενειών φοιτούσαν οικότροφα σε κολέγια του εξωτερικού.
–         η αφηγήτρια δεν είναι πρόσωπο του έργου, δε συμμετέχει στα δρώμενα. Αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο, όμως γνωρίζει τις μύχιες σκέψεις των ηρώων, την ψυχολογία τους, είναι δηλαδή «παντογνώστης» αφηγητής.
–         Ο χρόνος: «ξημέρωνε» αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο που δηλώνει και το παρόν της αφήγησης. Η αφήγηση των γεγονότων γενικά είναι χρονολογική, τα γεγονότα παρουσιάζονται με τη σειρά κατά την οποία διαδραματίστηκαν. Όμως υπάρχουν μέσα στο κείμενο και κάποιες αναδρομές στο παρελθόν (δύο στον αριθμό: η Έμμα αφηγείται τη γέννηση της Νινέτ και αποκαλύπτει έτσι την υπερβάλλουσα αγάπη της προς την κόρη της: «Αχ αγαπημένε μου αδερφέ, όλη τη νύχτα ξαναζούσα…Την αγαπώ όσο κανέναν άλλο στον κόσμο». Η Νινέτ από την άλλη, αναθυμάται τον καβγά της με τον Κόλια ο οποίος έγινε η αιτία πρόκλησης του εφιάλτη της: Ναι, εκεί στη Μοτοβίλοφσκα …μέσα στο τρένο που πλησιάζει στο Παρίσι.)
–         Αφηγηματικοί τρόποι  α/ αφήγηση βέβαια από τον «παντογνώστη» αφηγητή, β/ περιγραφή (όλη η πρώτη παράγραφος, όπου η συγγραφέας παρουσιάζοντας το εργατικό Παρίσι, τους ανθρώπους που ζουν σε άθλιες συνθήκες ζωής, που στερούνται και που ίσως δεν έχουν και τα απαραίτητα για την επιβίωσή τους, κάνει το δικό του σχόλιο, ασκεί κριτική στις υπάρχουσες κοινωνικές δομές: «και να ονειρεύονται χώρες, πολιτείες ,κάποιο άλλο περίχωρο που δε θα γνωρίσουν ποτέ στη σύντομη ζωή τους»).
–         Το τέχνασμα της συγγραφέως: παρουσιάζει την Έμμα να συνομιλεί χαμηλόφωνα με τον Προσπέρ, τον αδερφό της περιγράφοντας τις αναμνήσεις της από τη στιγμή που η λατρεμένη της κόρη Νινέτ γεννήθηκε και αποκαλύπτοντας έτσι τα αισθήματα αγάπης της προς αυτήν. Η Νινέτ που υποτίθεται εκείνη την ώρα κοιμάται, έχει ξυπνήσει και κρυφακούει την εξιστόρηση της ‘Εμμα. Βεβαιώθηκε έτσι πως ήταν η πραγματική της μητέρα και απαλλάχθηκε από τη λαθεμένη της πεποίθηση.
–         Το όνειρο: λειτουργεί ως εξής: αποκαλύπτει την αγωνία, το άγχος, την άσχημη ψυχολογία της Νινέτ αλλά και γίνεται η αιτία να ξυπνήσει η ηρωίδα και να ακούσει τον αποκαλυπτικό λόγο της μητέρας της Έμμα προς τον Προσπέρ. Έτσι η Νινέτ διώχνει τον εφιάλτη που ταλανίζει και αμαυρώνει την ψυχή της όλον αυτόν τον καιρό.
–         Η Εμμα: άνθρωπος ευαίσθητος, ενδιαφέρεται ζωηρά για την κόρη της, τρέφει απέραντη αγάπη προς αυτήν, στοργή, τρυφερότητα. Αυτό αποδεικνύεται από το ότι τη στέλνει να φοιτήσει σε καλό σχολείο του Παρισιού, επίσης από το ότι ζητά από τον αδερφό της να μιλά σιγά για να μην την ξυπνήσει, αλλά και χρησιμοποιεί υποκοριστικά όταν μιλά για την «κουρασμένη» κόρη της («το κοριτσάκι μου»,, «η καημενούλα», «το Νινετάκι μου»). Τέλος, η ίδια η Εμμα ομολογεί πως κάθε φορά που ξυπνούσε σκεφτόταν την κόρη της, εξόριστη στις καλόγριες, γιατί θα μπορούσε να φοιτήσει στην Αθήνα σε σχολείο. Στο σημείο μάλιστα τούτο εκφράζει τη μεγάλη ευθύνη, τις τύψεις της, την απελπισία που βαραίνει την καρδιά της για την απόφασή της να στείλει την κόρη της σε σχολείο καλογραιών. Νοσταλγικά  γυρνά τη μνήμη της στη γέννηση της Νινέτ, σκηνή που αποκαλύπτει για μια ακόμη φορά την χωρίς όρια αγάπη της, την αδυναμία της, τη στοργή, τη λατρεία προς την κόρη της.
–         Η Νινέτ και το παραλήρημα χαράς
Η συγγραφέας επινοεί ένα τέχνασμα με το οποίο εξοβελίζει τον εφιάλτη που για χρόνια ταλανίζει την ψυχή της Νινέτ. Η Έμμα νομίζοντας πως η Νινέτ κοιμάται εξομολογείται στον αδερφό της την αγάπη της προς την κόρη της, την ευτυχία της όταν την απέκτησε. Φορτισμένος ο λόγος της Έμμα, συγκινησιακός, γεμάτος ένταση, δύναμη αποκαλύπτει τη συναισθηματική κατάσταση της ηρωίδας. Αυτός όμως ο λόγος λυτρώνει τη Νινέτ. «Και ξαφνικά, εκεί ψηλά, στην κουκέτα του βαγκόν-λι ο κόμπος λύθηκε, τα κακά μάγια σκορπίστηκαν και η Νινέτ νιώθει να γεννιέται ξανά μέσα στο τρένο που πλησιάζει στο Παρίσι. Ανοίγει τα μάτια και αντικρίζει το φως ενός κόσμου καινούργιου και όμορφου …- Καλημέρα μανούλα». «Οι λέξεις ελαφριές… σκίζεται»: σε αυτά τα χωρία εκφράζεται η χαρά της ηρωίδας με ένα απάνθισμα μεταφορών, επιθέτων, υπερβολών (χίλιες φορές), ερωταποκρίσεων, εικόνων, δραματικού ενεστώτα.
– θέματα του κειμένου:
          Α. οι τύψεις των γονέων για τις επιλογές που κάνουν τις σχετικές με τα παιδιά τους.
           Β. οι βασαντιστικές σκέψεις των παιδιών αλλά και των εφήβων σχετικά με την καταγωγή τους:
Συχνά τα παιδιά προκειμένου να τιμωρήσουν ένα άλλο, με ψεύτικες ιστορίες προσπαθούν να το υποτιμήσουν. Έτσι, ο Κόλλιας, για να τιμωρήσει την ηρωίδα που του έσπασε ένα παιχνίδι, της είπε πως την πήραν από μία τσιγγάνα και μάλιστα έναντι ενός μουχλιασμένου ψωμιού, πως δηλαδή δεν ήταν παιδί της Έμμα. Από φόβο πιθανότατα μήπως της το επιβεβαίωνε κάτι τέτοιο η Έμμα, η Νινέτ δεν τόλμησε ποτέ να ρωτήσει για την ακρίβεια αυτής της πληροφορίας τη μητέρα της.
Όταν έφτασε στην ηλικία της εφηβείας πάλι δε θέλησε ποτέ να το συζητήσει το θέμα αυτό. Γιατί, ο έφηβος παρουσιάζει γενικά την τάση να κλίνεται στον εαυτό του, να απομυθοποιεί τους μεγαλύτερους- πόσο μάλλον τους γονείς, να ανεξαρτητοποιείται και να προσκολλάται στους φίλους του.
     Γ. Ο κοσμοπολιτισμός
από ποια στοιχεία του κειμένου αποκαλύπτεται αυτός:
  1. 1.     τα μέλη της οικογένειας έχουν ξενικά ονόματα
  2. 2.     ταξιδεύουν και ζουν σε πόλεις του εξωτερικού (Κων/πολη, Μοτοβίλοφσκα, Παρισι, Σαιν Λουί)
  3. 3.     ταξιδεύουν σε βαγκόν λι
  4. 4.     τα παιδιά φοιτούν σε σχολεία του εξωτερικού εσώκλειστα.
Γλώσσα: απλή δημοτική, κατανοητή και λογοτεχνική με μεταφορές, επίθετα.
Ύφος: σαφές, γλαφυρό εξαιτίας των σχημάτων λόγου, παραστατικό

Ερωτήσεις:
  1. Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος και πού βρίσκονται
  2. Το θέμα συζήτησης Έμμας και Προσπέρ;
  3. Ποιος ο εφιάλτης που βασάνιζε τη Νινέτ; Από ποιο περιστατικό ξεκίνησε;
  4. Με ποιο τέχνασμα η συγγραφέας απαλλάσσει οριστικά την ηρωίδα από τη λαθεμένη πεποίθηση που είχε για την καταγωγή της;
  5. Ποιες οι νοηματικές ενότητες του κειμένου – τίτλος για καθεμία από αυτές.
  6. Υπάρχουν αναδρομές στο παρελθόν;
  7. Σε ποιο πρόσωπο γίνεται η αφήγηση; Ο αφηγητής συμμετέχει στα γεγονότα;
  8. Αφηγηματικοί τρόποι
  9.  Προαγγελία της αποκάλυψης του μυστικού της Νινέτ. Σε ποιο χωρίο την εντοπίζετε;
«… άρχισε να παραφυλάει την Έμμα σα να περίμενε να αποκαλύψει ένα μυστικό πίσω από τους κρυφούς στεναγμούς της»: σκοπός να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
  1.  Εκφραστικά μέσα.
  2.  Χαρακτηρισμός προσώπων
  3.  Λέξεις, εικόνες, εκφραστικά μέσα που περιγράφουν τη χαρά της Νινέτ την ώρα που ακούει το διάλογο της μητέρας με το θείο της.


ΘΕΜΑ: Η χαρούμενη ανακάλυψη των μανιταριών από τον Μαρκοβάλντο και η ομαδική δηλητηρίαση όσων τα έφαγαν.

ΒΑΣΙΚΗ ΙΔΕΑ: Οι κίνδυνοι που απειλούν τον άνθρωπο εξαιτίας της απομάκρυνσης από τη φύση και της διαβίωσης στο μολυσμένο περιβάλλον της πόλης.

ΘΕΜΑΤΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ:

1.Αναλύεται το περιβάλλον της πόλης
2.Η δύσκολη και απάνθρωπη πολλές φορές ζωή των ανθρώπων της πόλης
3.Η νοσταλγία που νοιώθουν οι άνθρωποι των μεγάλων αστικών κέντρων για τη φύση,το φυσικό κόσμο
4.Αναλύονται οι σχέσεις και τα συναισθήματα(σκέψεις)των ανθρώπων της πόλης.

Δομή του κειμένου 
ΕΝΟΤΗΤΕΣ

Α' ενότητα (Μια μέρα... στη γυναίκα και στα παιδιά τους):

Β' ενότητα (-Ακούστε τι θα σας πω... αν σας ξεφύγει κουβέντα):

Γ΄ενότητα (Το άλλο πρωί... ήθελαν να μεγαλώσουν):

Δ' ενότητα (Τη νύχτα έβρεξε ... και πήγε σπίτι του):

Ε' ενότητα (Ωστόσο σύντομα... αγριοκοίταζαν ο ένας τον άλλο):


Ενότητα 1η: (Μια μέρα …….ύπαρξης του)

Τίτλος: Η αγάπη του Μαρκοβάλντο για τη φύση

Η ιστορία αρχίζει σαν παραμύθι. Μανιτάρια φυτρώνουν σε μια πόλη αλλά κανείς δεν τα παρατηρεί παρά μόνο ο ήρωας της ιστορίας που δεν ενδιαφέρεται για τα στοιχεία της πόλης και τον τεχνικό πολιτισμό  αλλά για  οτιδήποτε έχει σχέση με το φυσικό περιβάλλον.

Ενότητα 2η: (Έτσι ένα   πρωί………..κουβέντα)

 Τίτλος: Η ανακάλυψη των μανιταριών από το Μαρκοβάλντο και η αντίδραση του. 
Ο Μαρκοβάλντο ενθουσιάζεται όταν ανακαλύπτει τα μανιτάρια και  τα αντιμετωπίζει σαν ένα σπάνιο απόκτημα.Η ψυχή του γεμίζει με χαρά, ελπίδα αισιαδοξία και προσδοκία. Αγωνιά για την τύχη τους, αποκαλύπτει το πολύτιμο μυστικό στην οικογένεια του χωρίς να πει όλες τις λεπτομέρειες και αρχίζει να τον τυλίγει μια μανία ιδιοκτησίας καθώς φοβάται ότι κάποιος θα του στερήσει τη σημαντική ανακάλυψη του.


Ενότητα 3η: ( Το άλλο πρωί …..μεγαλώσουν)

Τίτλος: Ο Αμάντιτζι κίνδυνος για τα μανιτάρια του Μαρκοβάλντο

Ο Μαρκοβάλντο ανακαλύπτει ότι ο οδοκαθαριστής Αμάντιτζι γνωρίζει για τα μανιτάρια και αρχίζει ένας ανταγωνισμός μεταξύ τους. Ο Μαρκοβάλντο πιστεύει οτι ο Αμάντιτζι αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τα μανιτάρια του καθώς μπορεί να τα καταστρέψει.

Ενότητα 4η: (Τη νύχτα ….σπίτι του)

 Τίτλος: Ο Μαρκοβάλντο, ο Αμάντιτζι και οι υπόλοιποι μαζεύουν μανιτάρια

Ο Μαρκοβάλντο με την οικογένεια του πηγαίνουν να μαζέψουν μανιτάρια. Εκεί συναντούν και τον οδοκαθαριστή που μαζεύει μανιτάρια και μάλιστα γνωρίζει την ύπαρξη και μεγαλύτερων μανιταριών. Τότε ο Μαρκοβάλντο αναγκάζεται να γίνει γενναιόδωρος και καλεί και όλους τους περαστικούς να μαζέψουν οι οποίοι ενθουσιάζονται με το γεγονός.

Ενότητα 5η: (Ωστόσο……τον άλλο)

  Τίτλος: Η ομαδική  δηλητηρίαση
Τα μανιτάρια της πόλης ήταν τελικά μολυσμένα, κάτι που οδηγεί στην ελαφρά δηλητηρίαση όλων. Ο άνθρωπος που ζει στην πόλη δεν μπορεί να χαρεί τη φύση και τις ομορφιές της. Τα στοιχεία της φύσης δεν μπορούν να επιβιώσουν στο αφιλόξενο περιβάλλον των τσιμεντουπόλεων. Ο Μαρκοβάλντο στο τέλος παρουσιάζεται θυμωμένος , απογοητευμένος και  λυπημένος με την εξέλιξη. Η εξαναγκασμένη γενναιοδωρία του δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα.


 ΑΣΤΥΦΙΛΙΑ: η μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού στα αστικά κέντρα

Προβλήματα ανθρώπων που ζουν στην πόλη:

  • Απομάκρυνση από τη φύση, ζουν μακριά απ' τη φύση, σ' ένα άχαρο κι αφιλόξενο περιβάλλον (ο γκρίζος και άχαρος κόσμος που τον περιέβαλλε).
  • Αποξένωση ανθρώπων, αλλοτρίωση, μοναξιά, άγχος.Στις σχέσεις τους κυριαρχεί η καχυποψία και ο ανταγωνισμός.

  • Υποβάθμιση της ποιότητας ζωής, μόλυνση του περιβάλλοντος. Συχνά, η εργασία τους είναι μονότονη (καθόταν και ξεφόρτωνε) και οι οικονομικές τους απολαβές περιορισμένες   

   
 ΤΟ ΜΑΝΙΤΑΡΙ  ΚΑΙ  Ο ΗΡΩΑΣ     

Είναι ένας φτωχός άνθρωπος, που δεν είναι ευχαριστημένος από τη δουλειά του και από το μικρό εισόδημα του. 
Δεν του αρέσει ο τρόπος ζωής στις πόλεις για αυτό και απεγνωσμένα αναζητά στοιχεία της φύσης που θα του δώσουν λίγη χαρά και θα αλλάξουν τη μονότονη ζωή του. 

Συναισθήματα και διάθεση του Μαρκοβάλντο

Η διάθεση του ήρωα και τα συναισθήματά του περνούν από διάφορες φάσεις ανάλογα με τα γεγονότα.
Πιο συγκεκριμένα:

Α) Βλέπει τα μανιτάρια:
χαρά, ευτυχία, το θεωρεί μικρό θαύμα, κρυμμένο θησαυρό, στη δουλειά του ήταν αφηρημένος.

Β)Το αποκαλύπτει στην οικογένειά του:
μοιράζεται τη χαρά του, ανυπομονεί να το κόψει, όμως τον κυριεύει ο φόβος και η ανησυχία ( μήπως τα βρουν
άλλοι), γίνεται καχύποπτος, διακατέχεται από ανταγωνισμό, ατομικιστικό πνεύμα και κτητική διάθεση . Αυτό δείχνει την αλλοτρίωση και την αποξένωση των ανθρώπων στην πόλη.

Γ) Βλέπει τον Αμάντιτζι και άλλους να τα μαζεύουν:
νιώθει οργή, εμπάθεια, ανταγωνισμό και απογοήτευση.

Δ)Τελικά: αλλάζει διάθεση και γίνεται γενναιόδωρος και φιλικός, θέλει να τα μοιραστεί, ίσως δεν είχε αλλοτριωθεί ριζικά.

Ρόλος των μανιταριών:
δίνουν ένα μήνυμα ελπίδας που όμως στο τέλος αποδεικνύεται απατηλό και επικίνδυνο (δηλητηρίαση), διάψευση της ελπίδας.
                                                                                  

- Το αφήγημα προβάλλει το ψυχικό αδιέξοδο του σύγχρονου ανθρώπου της μεγαλούπολης, ο οποίος υποφέρει από την έλλειψη επαφής με τη φύση και βλέπει την ποιότητα της ζωής του να υποβαθμίζεται, παρά την οικονομική πρόοδο και τις ανέσεις που του είχε εξασφαλίσει η αστική ζωή.

- Τα συναισθήματα που δημιουργεί το πικρό χιούμορ του αφηγήματος είναι θλίψη και απαισιοδοξία, ενώ ο αφελής και ονειροπόλος πρωταγωνιστής προκαλεί τη συμπάθεια και κάποτε το ειρωνικό χαμόγελο του αναγνώστη.
  
ΓΛΩΣΣΑ- ΥΦΟΣ

Η γλώσσα είναι δημοτική, απλή, καθημερινή, χωρίς πολλά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου.

Το ύφος είναι απλό, άμεσο, ζωντανό, παραστατικό και στο  τέλος χιουμοριστικό.
Η τελική ανατροπή στο κείμενο μάλλον προκαλεί στον αναγνώστη πικρό γέλιο αφενός για τις επικίνδυνες συνθήκες ζωής στην πόλη και αφετέρου για τη συμπεριφορά των ανθρώπων που δεν μπορούν να διακρίνουν το πραγματικό πρόβλημα και αναπτύσσουν εχθρικά αισθήματα χωρίς να υπάρχει ουσιαστικός λόγος. 

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ-  ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

Αφήγηση, Περιγραφή, Διάλογος, Εσωτερικός Μονόλογος, Σχόλιο του αφηγητή.
Ο αφηγητής δε συμμετέχει στην ιστορία, αλλά εμφανίζεται σαν να μπορεί να τα παρακολουθεί και να τα γνωρίζει όλα (Παντογνώστης) (μηδενική εστίαση).
Τα γεγονότα παρουσιάζονται με τη σωστή χρονική σειρά.  γ' πρόσωπη αφήγηση.
Εκτός από την αφήγηση υπάρχει και ο διάλογος μέσα από τον οποίο αποκαλύπτεται ο χαρακτήρας και τα συναισθήματα των ηρώων και ο οποίος χαρίζει ζωντάνια και αμεσότητα στο κείμενο.

 Εκφραστικά μέσα:
1) Μεταφορέςστα πόδια των δέντρων..., στην καρδιά της πόλης, ξεψάχνιζαν την άσφαλτο... με τη σκούπα.
2) Εικόνες: (οπτικές) Τα μάτια ... ποτέ, ... όπως σας βλέπω και με βλέπετε.
3) ΜετωνυμίαΜια ωραία τηγανιά!, ανέλπιστη σοδειά (το περιέχον αντί του περιεχομένου).
4) Επίθεταστενή πρασιά, άγονη και σκασμένη γη, κρυμμένους θησαυρούς, πορώδη σάρκα, δανεικό καλάθι, ανέλπιστη σοδειά, ζηλότυπο και δύσπιστο φόβο.
5) Προσωποποιήσειςκαχύποπτη σκέψη, ζηλότυπο και δύσπιστο φόβο



«Η Νέα Παιδαγωγική» Ν. Καζαντζάκη
ενότητες
1η: Πρώτη μέρα στο Δημοτικό Σχολείο
«Με τα μαγικά πάντα μάτια… είπε ο δάσκαλος και έδειξε τη βίτσα»
2η: Αναμνήσεις από τον δάσκαλο τη Τετάρτης Δημοτικού
«Από το Δημοτικό Σκολειό … όποιος δεν έχει αυγό ας φέρει βούτυρο.»
Αυτοβιογραφικό έργο, ένα έργο δηλαδή που περιέχει αναμνήσεις και προσωπικές εμπειρίες από τη ζωή του συγγραφέα.
C  Θέμα: η αυστηρότητα-αυταρχικότητα των δασκάλων της εποχής του συγγραφέα -19ος αι.- καθώς και ο ξυλοδαρμός ως κύριο μέσο διαπαιδαγώγησης.
C    Περιεχόμενο: κοινωνικό
Στόχος του συγγραφέα: να επισημάνει τα χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης (αυταρχισμός) όταν ο ίδιος ήταν μαθητής του δημοτικού σχολείου, τότε δηλαδή που οι δάσκαλοι είχαν ως κύριο μέσο διαπαιδαγώγησης τον ξυλοδαρμό.
Αφηγηματικοί τρόποι: α/ αφήγηση. Ο συγγραφέας αφηγείται στην α΄ ενότητα σε πρώτο ενικό πρόσωπο, μια και ο ίδιος είναι πρόσωπο του έργου. Στη δεύτερη και τελευταία ενότητα, αφηγείται σε γ΄ ενικό πρόσωπο.
Η αφήγηση είναι χρονολογική, παρουσιάζονται τα γεγονότα με τη σειρά με την οποία πραγματοποιήθηκαν. Ο χρόνος της αφήγησης είναι όταν ο συγγραφέας ήταν περίπου 6 ετών στο Ηράκλειο της Κρήτης (ο χώρος). β/ περιγραφή:   «κοντοπίθαρος, μ’ ένα γενάκι σφηνωτό… στραβοπόδης»  κλπ. γ/ διάλογος.
Η Νέα Παιδαγωγική
– Πρόκειται για μια νέα παιδαγωγική μέθοδο, που στηρίζεται σε εμπειρικούς τρόπους προσέγγισης της γνώσης. Τα παιδιά δηλαδή μαθαίνουν μέσα από τις εμπειρίες και τις αισθήσεις τους (βλέπουν τα καινούρια πράγματα, τα αγγίζουν, τα ζωγραφίζουν, κλπ) και με τον τρόπο αυτό αφομοιώνουν καλύτερα τις νέες γνώσεις (γνωστικό μέρος της νέας μεθόδου)
– Η νέα παιδαγωγική μέθοδος όμως αφορούσε και τις σχέσεις των μαθητών με τους δασκάλους τους. Ο δάσκαλος στεκόταν με αγάπη και κατανόηση απέναντι στην ευαισθησία των παιδιών, ακόμη και στα παιχνίδια ή τις αταξίες τους, και ανέπτυσσε πιο ουσιαστικές σχέσεις και επικοινωνία με τους μαθητές του (ψυχολογικό μέρος της νέας μεθόδου)

Στην προκειμένη περίπτωση ο δάσκαλος της τετάρτης τάξης του Δημοτικού, από τη μια μεριά αναγγέλλει ότι θα εφαρμόσει τις νέες παιδαγωγικές μεθόδους που είχε σπουδάσει στην Αθήνα, αλλά από την άλλη μεριά δεν τις εφαρμόζει στην τάξη στο σύνολό τους. Θα λέγαμε ότι ακολουθεί το γνωστικό μέρος (παρακινεί τα παιδιά να χρησιμοποιούν τις αισθήσεις τους και να μαθαίνουν μέσα από την εμπειρία τους), ενώ φαίνεται να απορρίπτει το ψυχολογικό ή συναισθηματικό μέρος (εφόσον τους φέρεται με μεγάλη σκληρότητα και αυστηρότητα, δέρνοντάς τους αλύπητα). Το αποτέλεσμα είναι ότι τα παιδιά δεν αντιλαμβάνονται τη διαφορά της νέας μεθόδου σε σχέση με τις παλαιότερες και θεωρούν ότι η Νέα Παιδαγωγική είναι η γυναίκα του δασκάλου τους (προσωποποίηση).
Εξάλλου η απορία των παιδιών για το ποια είναι η Νέα Παιδαγωγική είναι μια έμμεση κριτική για τη στάση του δασκάλου.

Παλαιότερες παιδαγωγικές μέθοδοι
– Η Νέα Παιδαγωγική έρχεται σε αντίθεση με παλαιότερες μεθόδους κατά τις οποίες τα παιδιά αποκτούσαν νέες γνώσεις αποστηθίζοντας κομμάτια του βιβλίου χωρίς ουσιαστικά να καταλαβαίνουν τι διαβάζουν.
Αυτή η μέθοδος στις μέρες μας θεωρείται εντελώς παρωχημένη (=ξεπερασμένη) και απαρχαιωμένη.
– Επιπλέον, στηρίζονταν στην εντελώς αυταρχική και καταπιεστική συμπεριφορά του δασκάλου απέναντι στους μαθητές, χωρίς ίχνος κατανόησης ή ευαισθησίας απέναντι στην ηλικία τους και τις παιδικές ζαβολιές τους. Συχνά μάλιστα ο δάσκαλος τιμωρούσε τους μαθητές ή τους έδινε ξύλο.

Σχέσεις παιδιών / γονιών
Από τη μια μεριά βλέπουμε την τρυφερή και ευαίσθητη στάση της μάνας, η οποία προσπαθεί να εμψυχώσει και να στηρίξει το μικρό παιδί στην καινούρια εμπειρία της ζωής του (πρώτη μέρα στο Δημοτικό Σχολείο) κρεμώντας στο λαιμό του το χρυσό σταυρουλάκι της βάφτισης και δίνοντάς του να μυρίζει ένα κλωνί βασιλικό.
Από την άλλη μεριά βλέπουμε την αυστηρή και ψυχρή στάση του πατέρα του. Ο πατέρας παρουσιάζεται δυναμικός και σοβαρός, αλλά ποτέ δεν έχει δείξει στο παρελθόν την παραμικρή τρυφερότητα στο γιο του. Έτσι, όταν τον χαϊδεύει για πρώτη φορά, την ημέρα που τον συνοδεύει στο σχολείο, ο μικρός μένει έκπληκτος και απορεί. Η ξαφνική και απρόσμενη κίνηση τρυφερότητας του πατέρα αντί να τον αποφορτίσει (= να τον χαλαρώσει) τον τρομάζει και τον κάνει να αισθανθεί σύγχυση, διότι κάτι τέτοιο δεν έχει ξανασυμβεί.

Πρόκειται για μία παλαιότερη αντίληψη αγωγής σύμφωνα με την οποία οι γονείς (και ιδιαίτερα ο πατέρας) αποφεύγουν τις εκδηλώσεις αγάπης και τρυφερότητας απέναντι στα παιδιά τους, τα κρατούν σε απόσταση και τους επιβάλλουν πειθαρχία. Έχουμε ένα μοντέλο πατριαρχικής οικογένειας, όπου ο πατέρας είναι ο απόλυτος κυρίαρχος και εξουσιαστής όλων.

C   Συναισθήματα του συγγραφέα, όταν για πρώτη φορά πηγαίνει σχολείο:
Αισθάνεται από τη μια μεριά χαρά, ανυπομονησία για την καινούρια εμπειρία, ικανοποίηση, περηφάνια επειδή μεγαλώνει και μπορεί και κείνος πλέον να αποκτήσει τον πρώτο τίτλο που κάθε άνθρωπος κατακτά, εκείνον του μαθητή. Το περιβάλλον του εξάλλου τώρα θα ‘ναι διαφορετικό: εκείνο του σχολείου μαζί με τους συνομηλίκους του. Ωστόσο, υπάρχουν και παράγοντες που θολώνουν αυτά τα φωτεινά αισθήματα: δε γνωρίζει ποια νέα δεδομένα τον περιμένουν, ποιες καταστάσεις θα αντιμετωπίσει, γι’ αυτό καταλαμβάνεται από ταραχή–«αλαφιασμένος»- αλλά και φόβο –«ήμουν σαν ένα μικρό καταστολισμένο σφαγάρι» ή «το χέρι μου άρχισε να τρέμει μέσα στη μεγάλη ζεστή φούχτα». Τα αρνητικά αυτά συναισθήματα επιτείνονται όταν φτάνοντας στο σχολείο συναντούν το δάσκαλο ο οποίος στη θέα του και μόνο αποτελεί απειλή για το μικρό μαθητή. Κρατά μία «βίτσα» και γενικά η όψη του δείχνει αγριεμένη τόσο που στα μάτια του μικρού φαντάζει σαν ένας διάβολος με κέρατα. Όταν μάλιστα ο πατέρας του ξεστομίζει το φοβερό: «το κρέας δικό σου, τα κόκαλα δικά μου» δίνοντας έτσι το δικαίωμα στο δάσκαλο να χρησιμοποιήσει τον ξυλοδαρμό προκειμένου το παιδί του να γίνει άνθρωπος, και όταν ο δάσκαλος επιδεικνύει τη βίτσα, ο φόβος και η ανασφάλεια του μικρού θεριεύουν.
C  τα στηρίγματα, τα μέσα προστασίας του μικρού:
Η μητέρα του όταν φεύγει από το σπίτι του δίνει δύο πράγματα: το «κλωνί βασιλικού» και το «χρυσό σταυρουλάκι» της βάπτισής του. Στοργική, τρυφερή απέναντι στο γιο της για τον οποίο είναι περήφανη καθώς «με καμάρι» τον κοιτάζει. Αυτά θα τον στηρίζουν, θα ενισχύουν την αυτοπεποίθησή του, από τούτα θα αντλεί τη δύναμή του. Σημαντικό ωστόσο στήριγμα είναι ο πατέρας του, πράγμα το οποίο αποκαλύπτεται μέσα από φράσεις όπως «μα το χέρι μου ήταν σφηνωμένο βαθιά μέσα στη φούχτα του πατέρα μου κι αντρειευόμουν» – «ο πατέρας μου έσκυψε, άγγιξε τα μαλλιά μου, με χάιδεψε», χειρονομία που για πρώτη φορά συνέβη μια και η στοργή του για το γιο του γενικά εκφράζεται με φειδώ.
C  ο δάσκαλος – το προφίλ του – οι παιδαγωγικές μέθοδοι της εποχής:
(Η εμπειρία της πρώτης μέρας στο σχολείο εγγράφεται στη συνείδηση των μαθητών)
Α.
  • Αυστηρότητα
  • Ξυλοδαρμός ως μέσο σωφρονισμού, ως μέσο παιδαγωγικό, πολλές φορές σε σημείο που να ματώνουν οι μαθητές. – έτσι δικαιολογείται και η μορφή του διαβόλου που αποδίδει ο μικρός στο δάσκαλο.
  • Οι γονείς μάλιστα αναγνωρίζουν στο δάσκαλο το δικαίωμα να δέρνουν τα παιδιά τους εφόσον εκείνοι το κρίνουν, γιατί μόνο έτσι θα γίνουν άνθρωποι.
  • Η συμπεριφορά των μαθητών και εκτός σχολείου ήταν υπό επιτήρηση -«Και στο δρόμο, όταν δούμε τον παπά, να του φυλούμε το χέρι».
  • Τα θρησκευτικά καθήκοντα επιβάλλονταν με απειλή
  • Η επικοινωνία, ο αυθορμητισμός των μαθητών πνίγονται – «αταξίες δε θέλει, μήτε γέλια, μήτε φωνές στο διάλειμμα», «και σταυρό τα χέρια».
  • Ο μαθητής αυθαδίαζε, όταν τολμούσε να εκφράσει τη γνώμη του – ο διάλογος δεν ενθαρρύνεται, αντιθέτως επιβάλλεται η φίμωση του μαθητή.
  • Οι μέθοδοι αυτές είναι απαράδεκτο να εφαρμόζονται σε μία σχολική κοινότητα. Οι μαθητές ως ανθρώπινα όντα με ευαισθησίες και όνειρα δεν είναι δυνατόν να προσβάλλονται, να τραυματίζονται ψυχικά καθώς ζουν σε ένα περιβάλλον τρομοκρατίας, απειλών, χειροδικίας.
  • Β.
Ο δάσκαλος και η «Νέα Παιδαγωγική»:
  • Όπως μαθαίνουμε από το κείμενο, ο δάσκαλος, εκείνος της τέταρτης τάξης, έχει σπουδάσει στην Αθήνα και έχει φέρει μαζί του τη Νέα Παιδαγωγική- Επειδή αγνοούσαν οι μικροί μαθητές, θεωρούσαν πως επρόκειτο για τη γυναίκα του- εδώ διακρίνουμε το λεπτό χιούμορ του συγγραφέα.
  • Το συγκεκριμένο πρόσωπο έφερε μαζί του νέες γνώσεις και μεθόδους διδασκαλίας: «ό,τι μαθαίναμε να το βλέπαμε και να το αγγίζαμε ή να το ζωγραφίζαμε σ’ ένα χαρτί γεμάτο κουκίδες». Όμως οι παιδαγωγικές μέθοδοι που ακολουθούσε παρέμεναν απαρχαιωμένες: αυταρχικότητα, μη ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών

Αφήγηση:
Γ.
  • Ειρωνεία: στην τελευταία παράγραφο ο δάσκαλος απαιτεί από τους μαθητές να του φέρουν φαγώσιμα δώρα- θυμίζει επαίτη.

ΥΦΟΣ
  • Απλό, άμεσο, ειρωνικός τόνος, χιουμοριστικά στοιχεία

ΓΛΩΣΣΑ
  • Απλή, δημοτική, στρωτή, ευχάριστη, με πολλά ιδιωματικά στοιχεία (ή ιδιωματισμούς), δηλαδή στοιχεία της τοπικής διαλέκτου που στην προκειμένη περίπτωση είναι η κρητική (πχ τυλιγαδίζουν, αντρειευούμουν, μυρίζουμαι, κλπ)

«Μια μέρα έδεσα κόμπο την καρδιά μου» (μεταφορά)
«ήμουν σαν μικρό καταστολισμένο σφαγάρι» (παρομοίωση)
«»Είχε φέρει μαζί του τη Νέα Παιδαγωγική. Θαρρούσαμε πως θαταν καμιά νέα γυναίκα και την έλεγαν Παιδαγωγική.» (προσωποποίηση)

OI ΠΙΤΣΙΡΙΚΟΙ 




Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου τα
γερμανικά στρατεύματα του Χίτλερ κατέλαβαν και την Ελλάδα.
Στα χρόνια εκείνα της Κατοχής (1941-1944) οι Έλληνες μαστίζονταν από την πείνα και την φτώχεια, ενώ παράλληλα οργάνωσαν την Εθνική Αντίσταση με ένοπλες ομάδες στα βουνά και με πολίτες που δρούσαν στις πόλεις. Η Αντίσταση εκδηλωνόταν με ένοπλη δράση αλλά και με διάφορες ενέργειες σαμποτάζ κατά των Γερμανών, οι οποίοι αντιδρούσαν με σκληρότατα αντίποινα: με συλλήψεις και φυλακίσεις, με ανακρίσεις και βασανιστήρια, με θανατώσεις, ακόμα και με ομαδικές βάρβαρες εκτελέσεις αθώων πολιτών.

Μια από τις μορφές αντίστασης ήταν η δράση των μικρών σαλταδόρων, οι οποίοι ανέβαιναν κρυφά σε κινούμενα συνήθως γερμανικά οχήματα από το πίσω μέρος της καρότσας με ένα «σάλτο» (πήδημα) και έκλεβαν τρόφιμα, λάστιχα του αυτοκινήτου (συνήθως τη ρεζέρβα) και διάφορα άλλα χρήσιμα υλικά. Αυτά τα πετούσαν στο οδόστρωμα, από όπου τα μάζευαν τα υπόλοιπα μέλη της οργανωμένης παρέας.
Το διήγημα «Οι πιτσιρίκοι» συγκεντρώνει μερικά από τα βασικά γνωρίσματα του χρονογράφου και ευθυμογράφου Δημ. Ψαθά, όπως είναι η ρεαλιστική απεικόνιση της κοινωνικής και ιστορικής πραγματικότητας, η γρήγορη αφήγηση και ο χιουμοριστικός τόνος στην απόδοση δύσκολων καταστάσεων.




Θεματικά κέντρα
     Η αγριότητα των Γερμανών κατακτητών αλλά και η αφέλειά τους.
     Το θάρρος και η ευρηματικότητα των μικρών αγωνιστών της ελευθερίας.


ΔΟΜΗ


ΕΝΟΤΗΤΕΣ

1Η ΕΝΟΤΗΤΑ: «Γενάρης του ’42 … που τρέμει όλος ο κόσμος».
2Η ΕΝΟΤΗΤΑ: «(Παίρνει τα μέτρα τον ο Πολύφημος …Αφίτερζεν».
3Η ΕΝΟΤΗΤΑ: «Κι ο Κύκλωπας… έγιναν άφαντοι».

ΠΛΑΓΙΟΤΙΤΛΟΙ=
1Η ΕΝΟΤΗΤΑ: Γερμανική κατοχή, δυστυχία του κόσμου, αντίσταση
.2Η ΕΝΟΤΗΤΑ: Η νίκη της υπεροπλίας του κατακτητή με την πονηριά και την εφευρετικότητα του πιτσιρίκου.
3Η ΕΝΟΤΗΤΑ: Η αντίδραση του κατακτητή.



ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ


α. ...σε πείσμα κάθε λογικής εξακολουθεί να ζει και να υπάρχει.Ύστερα από τη φοβερή πείνα του χειμώνα του

Κατοχικό συσσίτιο 
1941-1942, κατά τον οποίο είχαν αποδεκατιστεί οι πληθυσμοί των μεγάλων πόλεων, υστέρα από τόσους θανάτους και εκτελέσεις, θα ήταν λογικό να είχε αφανιστεί όλος ο πληθυσμός της Ελλάδας. Βέβαια αυτή η σκέψη μπορεί να θεωρηθεί υπερβολική, αλλά έχει στόχο να τονίσει την αντοχή στις κακουχίες και στα δεινά του ελληνικού λαού ο οποίος, παρά τις απελπιστικές συνθήκες μέσα στις οποίες ζει, προβάλλει αντίσταση κατά των κατακτητών.
β. .. .βρίσκει πως έχει δίκιο ο Χίτλερ να βραχνιάζει πως οι Γερμανοί είναι έξυπνος και περιούσιος λαός, που προορίστηκε από τη Θεία Πρόνοια να κάβαλήσει όλους τους λαούς που είναι κουτοί. 
 Σύμφωνα με τις ρατσιστικές αρχές του χιτλερικού ναζισμού η γερμανική φυλή είναι βιολογικά, πνευματικά, πολιτισμικά κτλ. ανώτερη από όλες τις άλλες φυλές, που θεωρούνται κατώτερες, ενώ οι Γερμανοί είναι ο εκλεκτός λαός («περιούσιος»), που πρέπει να επικρατήσει σε όλο τον κόσμο υποτάσσοντας ή εξοντώνοντας τους άλλους λαούς. Αυτή η φράση, μαζί με όλο το περιεχόμενο της παραγράφου στην οποία ανήκει, αποτελεί τ ρ α γ ι κ ή ειρωνεία, γιατί στο τέλος του κειμένου θα αποδειχτεί ότι αυτό το μικροσκοπικό χαζόπραμα, όπως θεωρεί ο Γερμανός τον πιτσιρίκο, είναι πολύ πιο έξυπνο από τον εκπρόσωπο της εκλεκτής και έξυπνης φυλής...





Η πονηριά αντιμετωπίζει τη δύναμη. Ο αφηγητής παρομοιάζει τοΓερμανό στρατιώτη με το μυθικό Κύκλωπα της Ομηρικής Οδύσσειας, επειδή τα δύο πρόσωπα έχουν κοινά γνωρίσματα: 
ο -Κύκλωπας είναι πανίσχυρος και γιγάντιος, με φοβερή σωματική δύναμη, αλλά και αφελής, αφού πέφτει στις παγίδες του Οδυσσέα. Και ο Γερμανός στρατιώτης του διηγήματος μπορεί να διαθέτει τρομερό οπλισμό, αλλά είναι και αυτός αφελής και πέφτει στην παγίδα του δεκάχρονου αγοριού - και τελικά νικιούνται και οι δύο: και ο Κύκλωπας και ο Γερμανός.
Από την άλλη ο μικρός σαλταδόροςπαρομοιάζεται με τον ομηρικό Οδυσσέα. Είναι και αυτός πονηρός και ευρηματικός κι έτσι ξεγελάει το δυνατό Γερμανό και τον νικάει με την πονηριά. Όπως ο πολυμήχανος Οδυσσέας μεθάει τον Πολύφημο, τον τυφλώνει και στο τέλος βγαίνει με τους συντρόφους του από τη σπήλια με πονηριά, έτσι και ο «παμπόνηρος» και ευρηματικός πιτσιρίκος απασχολεί και ξεγελάει το Γερμανό με προσποιητή αφέλεια (προσπαθεί δήθεν να ανάψει το τσιγάρο από το φανάρι του αυτοκινήτου) και τελικά καταφέρνει να πετύχει το σκοπό του, όπως ο μυθικός Οδυσσέας  


ΤεχνικΗ του Εργου
Η ρεαλιστική απεικόνιση της κοινωνικής και ιστορικής πραγματικότητας, ηγοργότητα της αφήγησης και ο χιουμοριστικός τόνος στην απόδοση δύσκολων καταστάσεων, είναι μερικά από τα βασικά γνωρίσματα του χρονογράφου και ευθυμογράφου Δημήτρη Ψαθά. Αυτά τα στοιχεία είναι ευδιάκριτα στο διήγημα «Οι πιτσιρίκοι». 

Γλώσσα: Η γλώσσα του διηγήματος είναι απλή, δημοτική, εκφραστική. Διακρίνονται κάποιοι ιδιωματικοί τύποι (Νιχτς ανάψει, Αφίτερζεν) καιεκφράσεις καθημερινότητας (μάπας, καρπαζά, χιτλερία).'Ολα τα ρήματα της αφήγησης, εκτός της αναδρομικής, είναι σε δραματικό ενεστώτα με τον οποίο παρουσιάζονται τα γεγονότα πιο ζωηρά πιο παραστατικά, σαν να συμβαίνουν τη στιγμή που γίνεται η αφήγηση
 Ύφος: Το ύφος του κειμένου είναι αφηγηματικό, χιουμοριστικό, απλό, ηρωικό. 

Το χιούμορ. Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της γραφής του Ψαθά είναι το χιούμορ, δηλαδή η εύθυμη διάθεση με την οποία αντιμετωπίζονται κάποιες καταστάσεις, οι οποίες μάλιστα είναι δύσκολες, ακόμα και δραματικές. Έτσι:
Με χιούμορ παρουσιάζονται οι πιτσιρίκοι, καθώς μιμούνται τους Ιταλούς και τους Γερμανούς.
Εύθυμη διάθεση δημιουργούν οι διάλογοι ανάμεσα στο παιδί και στο Γερμανό, με το ανακάτωμα γερμανικών και ελληνικών λέξεων την ίδια διάθεση δημιουργεί και η σύνταξη (Νιχτς ανάψει — Νιχτς καταλαβαίνει — ...εγώ εσένα καρπαζά κ.ά.).
Τέλος σε κλίμα ευθυμίας κινούνται και λέξεις και οι φράσεις που χρησιμοποιεί το παιδί από την καθημερινότητα: . ..εγώ εσένα καρπαζά.Κλαπ' — Είσαι μάπας — ...ρε Χιτλερία κ.ά.



Το ακραίο χιούμορ του μικρού (ότι θα ανάψει το τσιγάρο απ' το ηλεκτρικό φανάρι του αυτοκινήτου) θυμίζει τις πονηριές και κομπίνες που έκανε ο Καραγκιόζης στους Τούρκους.
Με τη γλαφυρή περιγραφή του επεισοδίου αλλά και τα εύστοχα σχόλια του ο συγγραφέας ειρωνεύεται τη χιτλερική ιδεολογία περί της δήθεν φυλετικής υπεροχής των Γερμανών, που δικαιολογεί την υποταγή και καταπίεση των άλλων λαών. Αυτή η ιδεολογία καταρρίπτεται από μια ομάδα μικρών παιδιών, που με την πονηριά και το θάρρος εξαπατούν και ταπεινώνουν τον πάνοπλο Γερμανό.

Κοντά στο χιούμορ διακρίνουμε και την ειρωνεία, δηλαδή τη χρήση με προσποίηση λέξεων ή φράσεων που το σημασιολογικό περιεχόμενο τους είναι αντίθετο από αυτό που έχει στο νου του ο συγγραφέας, με στόχο να δώσει αστείο ή χλευαστικό τόνο στο λόγο του.
 Ειρωνεία υπάρχει στα ακόλουθα κυρίως σημεία:
Ο ελληνικός λαός θεωρείται «αναιδέστατος», επειδή σε πείσμα κάθε λογικής εξακολουθεί να ζει και να υπάρχει.
Ο μικρός που συζητάει με το Γερμανό τον ειρωνεύεται, όταν του λέει ότι έμαθε τα ελληνικά {Μπράβο, ρε Χιτλερία. Τα 'μαθες τα ρωμέικά), αφού μπορεί να συλλαβίζει μία και μόνο λέξη (Εν-τά-ξεί).
Σε όλα τα χωρία στα οποία ο Γερμανός καμαρώνει υπεροπτικά για την εξυπνάδα και την υπεροχή της φυλής του, ενώ θεωρεί κουτό τον μικρό, είναι ξεκάθαρη η ειρωνεία του συγγραφέα, αφού στο τέλος αποδεικνύεται το αντίθετο.

Άλλα εκφραστικά μέσα.
α. Κυρίαρχη θέση στο κείμενο έχει ο διάλογος, ο οποίος με τη συντομία του συμβάλλει στη γοργότητα του ύφους και παράλληλα δίνει στην αφήγηση θεατρικότητα και ζωντάνια.
β. Σε πολλά σημεία χρησιμοποιείται η αντίθεση (κακουχίες των Ελλήνων γενικά - εύθυμη διάθεση των πιτσιρίκων, αδύνατοι πιτσιρίκοι - πανίσχυροι Γερμανοί, πονηριά του πιτσιρίκου - αφέλεια του Γερμανού).
γ. Αξιοπρόσεχτη είναι και η τραγική ειρωνείαο Γερμανός θεωρεί τους πιτσιρίκους της Ελλάδας «κουτούς» (και το συγκεκριμένο δεκάχρονο αγόρι «χαζόπραμα»), ενώ από την άλλη καμαρώνει για την υπεροχή της δικής του φυλής - και του εαυτού του φυσικά. Όμως η συνέχεια της ιστορίας θα δείξει τα αντίθετα.


ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Είναι αμέτοχος στα γεγονότα (ετεροδιηγητικός), τα οποία παρουσιάζει σε γ΄πρόσωπο.

ΑΦΗΓΗΣΗ είναι χρονολογική: τα γεγονότα παρουσιάζονται με τη σειρά με την οποία διαδραματίστηκαν. Υπάρχει ωστόσο και μία αναδρομή ( η αφήγηση του περιστατικού όπου ένας Γερμανός έσπασε το χέρι ενός παιδιού.)

ΧΡΟΝΟΣ: δίνεται στην αρχή του κειμένου, ο χώρος εννοείται (Αθήνα)






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου