Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015

"Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας" Τ. Λειβαδίτης


 
Ναι αγαπημένη μου. Πολύ πριν σε συναντήσω
εγώ σε περίμενα.

Σαν ήμουνα παιδί και μ’ έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου
έσκυβε και με ρωτούσε. Τι έχεις αγόρι;
Δεν μίλαγα. Μονάχα κοίταζα πίσω απ’ τον ώμο της
ένα κόσμο άδειο από σένα.
Και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κοντύλι
είτανε για να μάθω να σου γράφω τραγούδια.
Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής είτανε που αργούσες ακόμα
όταν τη νύχτα κοίταζα τ’ αστέρια είτανε γιατί μου λείπανε
τα μάτια σου
κι όταν κτύπαγε η πόρτα μου και άνοιγα
δεν είτανε κανείς. Κάπου όμως μες στον κόσμο είτανε
η καρδιά σου που χτυπούσε.
Έτσι έζησα. Πάντοτε.
Και όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά-θυμάσαι;- μου
άπλωσες τα χέρια τόσο τρυφερά
σα να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια
με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου
αγαπημένη μου.

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

"Πρώτες Ενθυμήσεις" Πηνελόπη Δέλτα

Το κείμενο του σχολικού βιβλίου είναι απόσπασμα από τον πρώτο τόμο του αυτοβιογραφικού έργου Πρώτες ενθυμήσεις. Με τον όρο αυτοβιογραφία χαρακτηρίζουμε συνήθως ένα συνεχές αφηγηματικό κείμενο, στο οποίο ένας άνθρωπος γράφει ο ίδιος την ιστορία της ζωής του (ή ενός μέρους της).
Η αυτοβιογραφία πρέπει να διακρίνεται απ' τα απομνημονεύματα, όπου πάνω απ' όλα δίνεται έμφαση στη συμμετοχή του συγγραφικού υποκειμένου σε σημαντικά γεγονότα της εποχής του (π.χ. τα απομνημονεύματα των πολεμιστών του 1821, εκτός του ότι δεν είναι πάντα γραμένα από τους ίδιους, δεν αναφέρονται τόσο στη ζωή των ηρώων αυτών όσο στη συμμετοχή τους στον Αγώνα για τηνανεξαρτησία).
Επίσης με την αυτοβιογραφία συγγενεύει και το ημερολόγιο, με τη διαφορά ότι το τελευταίο είναι ένα κείμενο χωρίς ιδιαίτερη συνοχή, που συνήθως γράφεται με μικρή ή μηδαμινή χρονική απόσταση από τα συμβάντα που περιγράφει.
Η αυτοβιογραφία, αντίθετα, στις περισσότερες περιπτώσεις γράφεται σε χρόνο αρκετά μεταγενέστερο από τα όσα εξιστορεί και σ' αυτό οφείλει τουλάχιστον ένα μέρος της λογοτεχνικότητάς της.Η λογοτεχνική της αξία εξαρτάται από το αυτοβιογραφούμενο πρόσωπο και τις προθέσεις του.
«Αυτοβιογραφούμαι σημαίνει υπακούω στο παιδί που ζει μέσα μου και που δε λέει να μεγαλώσει».
Στην αυτοβιογραφία συγγραφέας, αφηγητής, πρωταγωνιστής ταυτίζονται.

ΘΕΜΑ του αποσπάσματος:
Η συγγραφέας περιγράφει την εικόνα της πατρικής μορφής, όπως αυτή χαράχτηκε στη μνήμη και τη συνείδηση της κόρης. Ταυτόχρονα δηλώνονται και τα αντιφατικά συναισθήματα της κόρης :ο  φόβος και ο θαυμασμός για την γοητευτική παρουσία και δίκαιη συμπεριφορά του πατέρα.
ΔΟΜΗ του κειμένου:
1η ενότητα:«Τον πατέρα… μεγάλη αγάπη της ζωής μου».Η μορφή και η συμπεριφορά του πατέρα καθώς και τα συναισθήματα που ενέπνεε στον κόσμο.
2η ενότητα: <<θυμούμαι μια μέρα.. μα θεότης». Η λεπτομέρεια της καθημερινότητας που απέδειξε την ψυχική ανωτερότητα του πατέρα.

Η παρουσίαση του πατέρα(μέσα από την περιγραφή και τα σχόλια της κόρης, αλλά και μέσα από τις πράξεις του): Δίνεται η συνολική εικόνα με σχόλια όπως επιβλητική παρουσία, μεγαλείο, ομορφιά ,το ψηλό δεμένο αλλά λεπτό κορμί του
Στη συνέχεια δίνονται τα χαρακτηριστικά του προσώπου του: πυκνά,σγουρά μαύρα μαλλιά του, τα γένια του,τα μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια του.
Ο χαρακτήρας του πατέρα: Απρόσιτος «ως το τέλος της ζωής του μου έμεινε θεότης απλησίαστος».
Βίαιος και θυμώδης(αυτός που θυμώνει εύκολα):θυμούμαι… την βία να εξαφανιστούμε, μη μας βρει καμιάν αιτία για κατσάδα ή μπάτσο. Μας μπάτσιζε ο πατέρας κάποτε
Αυθαίρετος και κοτζάμπασης(αυταρχικός): Εκείνο που ήθελε το ήθελε και το επέβαλλε. Διέταζε. Και οι άλλοι υπήκουαν. Επιβάλλουνταν. Και οι άλλοι υποχωρούσαν. Ήταν αφέντης. Κάποτε τύραννος.
Τυραννικός:Μου επθιβλήθηκε πάντα και με τυράννησε,ξέροντας και μην ξέροντας.Και ως το τέλος βάρυνε η θέληση και η τυραννία του στη ζωή μου.
Ευγενικός:Μα ήταν βαθιά ευγενής
Έντιμος και ακέραιος χαρακτήρας: Και ήταν τίμιος στη σκέψη όσο και στις δοσοληψίες
Ειλικρινής ,υπερήφανος ίσιος,αλύγιστος
Ευσυνείδητος: αμείλικτος στο ζήτημα συνείδηση
Γενναιόδωρος και με κατανόηση για τους άλλους: «Ωχ, καημένη γυναίκα! Πώς θα ζήσει και αυτός, αν δεν πληρώσεις τον κόπο του και τον καιρό του;»

Τα συναισθήματα της αφηγήτριας: "ο αυτοβιογραφικός μονόλογος της Πηνελόπης Δέλτα φανερώνει περισσότερα για το δικό της τραυματισμένο ψυχισμό παρά για την προσωπικότητα και τη συμπεριφορά των προσώπων για τα οποία γίνεται λόγος".
Δύο αντίρροπες οπτικές αναπτύσσονται παράλληλα για να συνθέσουν την εικόνα της μυθικής μορφής του πατέρα:
ο φόβος( τον φοβούμαστε πάρα πολύ, τον τρέμαμε) για την τυραννική και αυταρχική μορφή του πατέρα που συχνά δημιουργεί το αίσθημα της ντροπής, του εξευτελισμού  καθώς και ο θαυμασμός για την επιβλητική παρουσία και την εντιμότητα και ακεραιότητα του χαρακτήρα του όπως φάνηκε στο περιστατικό με το στρειδά ( «Ωχ, καημένη γυναίκα! Πώς θα ζήσει και αυτός, αν δεν πληρώσεις τον κόπο του και τον καιρό του;», καλόβουλα είπε ο πατέρας).
Το περιστατικό αυτό αποτέλεσε μάθημα ανθρωπιάς, τη δίδαξε ότι δεν πρέπει να κοιτάμε μόνο το δικό μας συμφέρον και μάλιστα σε βάρος του άλλου που δίνει τον αγώνα του μεροκάματου αλλά να νοιώθουμε την ανάγκη του άλλου να ζήσει, να βγάλει το ψωμί του, να πληρωθεί η εργασία του κατά την αξία της.
Το περιστατικό από την καθημερινότητα της παιδικής ηλικίας της αφηγήτριας εγγράφεται στη συνείδησή της ως αδιάσειστο τεκμήριο της ηθικής ανωτερότητας του πατέρα της, στοιχείο που τον αναδεικνύει σε θεότητα απλησίαστη,  την τελευταία μεγάλη αγάπη της ζωής της. Μέσα της συνυπάρχει η μεγάλη αγάπη, η λατρεία, μαζί με την παραδοχή της βαριάς τυραννίας του πατέρα στη ζωή της κόρης, αλλά πάνω απ´ όλα η ανάγκη να φανερώσει τον δικό της τραυματισμένο ψυχισμό.
Το ξύλο ως παιδαγωγικό μέσο: Οι γονείς θεωρούσαν ότι το ξύλο και ο συνακόλουθος πόνος που προκαλεί θα μπορούσε να νουθετήσει τα παιδιά τους διδάσκοντας το καλό και αποτρέποντας τα από το κακό. Η σωματική τιμωρία ήταν συχνή τόσο στο σπίτι όσο και στο σχολείο από τους δασκάλους.
Η αφηγήτρια και τα αδέλφια της δέχονται το ξύλο από τη μητέρα ως κάτι αυτονόητο χωρίς να δυσανασχετούν και χωρίς να επηρεάζονται τα συναισθήματα τους απέναντί της (η μητέρα,που ζούσε στο σπίτι μας τιμωρούσε συχνότερα και ευκολότερα)
Τα συναισθήματα που προκαλούσε το ξύλο που έδινε ο πατέρας ήταν πολύ διαφορετικά (Οι μπάτσοι στο πρόσωπο ήταν συχνοί, δίνουνταν εύκολα και θυμούμαι ακόμα τώρα το αίσθημα της ντροπής, του εξευτελισμού, όσο και της ζάλης που ακολουθούσε κάθε μπατσιά, που πηγαινοέφερνε το μυαλό μας).

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ:
Στην «αυτοβιογραφία» ο συγγραφέας, ο αφηγητής, ο πρωταγωνιστής συμπίπτουν.
Ο αφηγητής είναι πρωτοπρόσωπος (αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο), ομοδιηγητικός, δραματοποιημένος (συμμετέχει στα γεγονότα που αφηγείται).
Η εστίαση είναι εσωτερική(αφηγητής = πρόσωπα).
Η πρόσληψη των γεγονότων γίνεται από την παιδική συνείδηση  και η καταγραφή τους από την ώριμη συγγραφέα και έτσι η αφήγηση αποτελεί αναδρομή στο παρελθόν(Θυμούμαι την επιβλητική του παρουσία….. Θυμούμαι μια μέρα….)
Η αφήγηση είναι γεμάτη σχόλια και αξιολογικές κρίσεις(Ήταν αφέντης. Κάποτε τύραννος. Μα ήταν βαθιά ευγενής) καθώς και πολλά περιγραφικά στοιχεία(λεπτό κορμί, σγουρά μαλλιά κ.ά.).
Οι χρόνοι της αφήγησης είναι παρελθοντικοί. Στη 1η ενότητα χρησιμοποιείται κυρίως ο Παρατατικός (δείχνει την επανάληψη κατά το παρελθόν, ν φορές στηνΙστορία,1 φορά στην αφήγηση, θαμιστική αφήγηση).Στη 2η ενότητα στο περιστατικό με το στρειδά, χρησιμοποιείται ο Αόριστος (το μοναδικό γεγονός: μέτρησε, της είπε, ήταν)
Η ενσωμάτωση των λόγων του πατέρα στο τέλος της 1ης παραγράφου(Έ,κάτι εδώ;….)προσθέτει ζωντάνια και δραματικότητα στην αφήγηση.
Στη 2η ενότητα η αφήγηση δίνει τη θέση της στο ζωντανό και παραστατικό διάλογο του πατέρα με τη μητέρα
«Τον πλήρωσες;», ρώτησε η μητέρα, σαν μπήκαμε στην τραπεζαρία.
«Ναι».
«Πόσες δωδεκάδες;»
«Τόσες». Και της είπε.
«Και πόσα τα πλήρωσες;»
«Έξι γροσάκια τη δωδεκάδα».
«Καημένε Μανόλη! Τέσσερα είναι η τιμή τους».
«Είναι μεγάλα και πολύ φρέσκα».
«Άσχημα έκανες! Πολύ άσχημα! Έτσι τον κακομαθαίνεις, και θα γυρεύει στο μέλλον πάντα έξι γρόσια!»
«Ωχ, καημένη γυναίκα! Πώς θα ζήσει και αυτός, αν δεν πληρώσεις τον κόπο του και τον καιρό του;», καλόβουλα είπε ο πατέρας.
Αναφορικά με το χώρο δεν έχουμε συγκεκριμένες αναφορές παρά μόνο στην αρχή του αποσπάσματος(«σαν έμπαινε στο σπίτι»)και στη 2η ενότητα ( «στο καινούριο,δικό μας σπίτι»)
Ως προς το χρόνο των γεγονότων: είναι αόριστα η παιδική ηλικία της Πηνελόπης Δέλτα. Υπάρχει μια χρονική μετατόπιση στο τέλος της 2ης ενότητας (Αργότερα τον γνώρισα και τον εξετίμησα.Ως το τέλος της ζωής του μου έμεινε θεότης απλησίαστος)   όπου τα συγκεκριμένα σχόλια δείχνουν να διατρέχουν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, μεταγενέστερο από τα παιδικά χρόνια της ηρωίδας.

ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:
Συχνή εναλλαγή επαυξημένων  και σύνθετων  προτάσεων  με κοφτές ή ελλειπτικές προτάσεις:O πατέρας ήταν βίαιος, θυμώδης*, αυθαίρετος, κοτζάμπασης*. Διέταζε.Και οι άλλοι υπήκουαν. Και οι άλλοι υποχωρούσαν.
Η έναρξη αρκετών προτάσεων με το και (προσθήκη) δημιουργεί ιδιαίτερο ύφος: Και ήταν ειλικρινής, και ήταν υπερήφανος, ίσιος, αλύγιστος, αμείλικτος στο ζήτημα «συνείδηση». Και ως το τέλος βάρυνε η θέληση και η τυραννία του στη ζωή μου. Και όμως έμεινε η τελευταία μεγάλη αγάπη της ζωής μου. Και αφού γέμισε η πιατέλα, τα μέτρησε ο πατέρας, μέτρησε πόσα είχε φάγει και του τα πλήρωσε έξι γροσάκια* τη δωδεκάδα, αντί τέσσερα που τα πλήρωναν άλλη φορά. Και λάτρεψα τον πατέρα μου σαν κάτι ανώτερο
Σχήματα λόγου(ενδεικτικά):
Παρομοιώσεις:Σαν λατρεία, σαν θρησκεία, σαν κάτι ανώτερο
Το ασύνδετο: υπερήφανος, ίσιος,  αλύγιστος, αμείλικτος.

Ο ανεκπλήρωτος έρωτας και η αυτοκτονία της Πηνελόπης Δέλτα.

Στις 27.4. 1941 η σπουδαία συγγραφέας, παίρνει δηλητήριο, αφήνοντας μια λιτή-σπαρακτική επιστολή στα παιδιά της.

«Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά. Π.Σ. Δέλτα» Πηγή: www.lifo.gr
«Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά. Π.Σ. Δέλτα» Πηγή: www.lifo.gr
 Η Πηνελόπη Δέλτα γνώρισε τον Ίωνα Δραγούμη, υποπρόξενο της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια. Ερωτεύτηκαν αμέσως και η φύση του ειδυλλίου τροφοδότησε ένα έντονο πάθος και μια πλατωνική-δίχως αύριο αγάπη Η Πηνελόπη Δέλτα γνώρισε τον Ίωνα Δραγούμη, υποπρόξενο της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια. Ερωτεύτηκαν αμέσως και η φύση του ειδυλλίου τροφοδότησε ένα έντονο πάθος και μια πλατωνική-δίχως αύριο αγάπη

 Ήταν 27 Απριλίου του 1941, ημέρα που τα γερμανικά στρατεύματα μπαίνουν στην Αθήνα. Η Πηνελόπη Δέλτα βρίσκεται στο σπίτι της, καταπονημένη από την ασθένεια και από έναν βαθύ ανεκπλήρωτο έρωτα που τη βασανίζει για χρόνια. Η απόφαση είναι ειλημμένη. Η μεγάλη συγγραφέας των παιδικών μας χρόνων πίνει δηλητήριο. Βασανίζεται για πέντε ημέρες, μέχρι να την εγκαταλείψει κάθε ίχνος ζωής. Αφήνει την τελευταία της πνοή στις 2 Μαΐου, μαζί με ένα σημείωμα.

 «Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά. Π.Σ. Δέλτα»

 Η Πηνελόπη Δέλτα, αδελφή του Αντώνη Μπενάκη, γεννήθηκε το 1874 και ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά του Εμμανουήλ Μπενάκη (μεγαλέμπορο βαμβακιού) και της Βιργινίας Χωρέμη. Την παιδική και εφηβική της ηλικία πέρασε στην Αλεξάνδρεια, με πολλά ταξίδια στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το μεγαλοαστικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε της παρείχε κάθε δυνατότητα για παιδεία και πνευματική καλλιέργεια, ενώ η αυταρχική ανατροφή, κυρίως της μητέρας της, διαμόρφωσε μία εύθραυστη προσωπικότητα που αρκετές φορές θεωρούσε ως μόνη διέξοδο το θάνατο. Η Πηνελόπη έμαθε ξένες γλώσσες, ζωγραφική και ανάγνωση και ήταν μια υποδειγματική κόρη. Υποχρεούνταν να εμφανίζεται στις κοσμικές συγκεντρώσεις της ελληνικής παροικίας, τις οποίες ωστόσο βαριόταν αφόρητα. Η Πηνελόπη Δέλτα με τις κόρες της Η Πηνελόπη Δέλτα με τις κόρες της Μόλις στα 21 της χρόνια κι ενώ η οικογένεια Μπενάκη ήρθε προσωρινά στην Αθήνα, ο θείος της, τη γνώρισε με τον Στέφανο Δέλτα έναν πλούσιο Φαναριώτη βαμβακέμπορο, και επέμεινε να τον παντρευτεί. Η Πηνελόπη εκδήλωσε την άρνησή της με μια απόπειρα αυτοκτονίας. Η κίνησή της αυτή δεν συγκίνησε τη σκληρή οικογένεια και ο γάμος έγινε, ακριβώς όπως είχε προγραμματιστεί. Με τον Στέφανο Δέλτα απέκτησαν τρεις κόρες, τη Σοφία (μετέπειτα Μαυροκορδάτου), τη Βιργινία (μετέπειτα Ζάννα) και την Αλεξάνδρα (μετέπειτα Παπαδοπούλου). Η Πηνελόπη Δέλτα ήταν υποδειγματική μητέρα. Αγαπούσε και φρόντιζε τα παιδιά της ενώ στεκόταν στο πλευρό του συζύγου της με την αυστηρότητα που όριζε η ηθική της. Τον ακολουθούσε στις κοσμικές εκδηλώσεις και σε συγκεντρώσεις όπου απαιτούνταν η παρουσία της. Αυτή ήταν και η αφορμή να έθει σε επαφή με τα πιο λαμπρά μυαλά των διανοουμένων της εποχής. Μόλις στα 21 της χρόνια κι ενώ η οικογένεια Μπενάκη ήρθε προσωρινά στην Αθήνα, ο θείος της, τη γνώρισε με τον Στέφανο Δέλτα έναν πλούσιο Φαναριώτη βαμβακέμπορο, και επέμεινε να τον παντρευτεί Μόλις στα 21 της χρόνια κι ενώ η οικογένεια Μπενάκη ήρθε προσωρινά στην Αθήνα, ο θείος της, τη γνώρισε με τον Στέφανο Δέλτα έναν πλούσιο Φαναριώτη βαμβακέμπορο, και επέμεινε να τον παντρευτεί

 Στην Αλεξάνδρεια επέστρεψαν το 1905. Τότε ήταν η χρονιά που η Πηνελόπη Δέλτα γνώρισε τον Ίωνα Δραγούμη, υποπρόξενο της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια. Ερωτεύτηκαν αμέσως και η φύση του ειδυλλίου τροφοδότησε ένα έντονο πάθος και μια πλατωνική-δίχως αύριο αγάπη. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας θα κρατούσε για αρκετά χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων η Δέλτα έκανε δύο ακόμα απόπειρες αυτοκτονίας. Ομολόγησε τα πάντα στον σύζυγό της για να είναι ειλικρινής απέναντι στον εαυτό της, αλλά δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Δε μπορούσε να αντιταχθεί στις κοινωνικές επιταγές και την υποχρέωσή της απέναντι στα παιδιά της και προσπάθησε να βάλει τίτλους τέλους στη σχέση της με τον Δραγούμη. Το 1912, η γνωριμία και ο έρωτας του Δραγούμη με τη Μαρίκα Κοτοπούλη, θα της δώσει το τελειωτικό χτύπημα. Από τότε, η Πηνελόπη Δέλτα θα ντυθεί στα μαύρα, μέχρι το τέλος της ζωής της. 

Πήρε το δηλητήριο σαν σήμερα το 1941 και πέθανε στις 2 Μαΐου Πήρε το δηλητήριο σαν σήμερα το 1941 και πέθανε στις 2 Μαΐου Με το Γάλλο βυζαντινολόγο Γκυστάβ Σλυμπερζέ, θα έχουν μακρόχρονη αλληλογραφία με την οποία, η Πηνελόπη Δέλτα έλαβε τη βοήθεια που χρειαζόταν για να γράψει τα μυθιστορήματά της σχετικά με τη βυζαντινή ιστορία. Η Δέλτα που είχε μετακομίσει στη Φρανκφούρτη το 1906 εξέδωσε το πρώτο της μυθιστόρημα, με τίτλο «Για την Πατρίδα», 1909. Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και σύντομα ακολουθεί και το δεύτερο μυθιστόρημά της, «Τον Καιρό του Βουλγαροκτόνου». Το στρατιωτικό κίνημα στου Γουδή το 1909 την ενέπνευσε να γράψει το «Παραμύθι χωρίς όνομα» 1911 ένα από τα ωραιότερα μυθιστορήματά της. Tο 1916 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Kηφισιά όπου ο πατέρας της Δέλτα, Εμμανουήλ Μπενάκης, είχε εκλεγεί δήμαρχος. Τότε η Πηνελόπη Δέλτα άρχισε να συλλέγει υλικό για τον Mακεδονικό Aγώνα. Το 1918 πήρε μέρος σε δύο αποστολές στην Ανατολική Μακεδονία για να βοηθήσει παλινοστούντες ομήρους από τη Βουλγαρία. Η δολοφονία του Iωνα Δραγούμη, το 1920, από ένα εκτελεστικό απόσπασμα φανατικών βενιζελικών υπό τις διαταγές του ίδιου του πατέρα της, θα την αφήσει ένα ψυχολογικό ράκος. Πέντε χρόνια αργότερα την χτυπά αλύπητα η πολυομυελίτιδα, καθηλώνοντάς την σε αναπηρικό αμαξίδιο. Έζησε έτσι για 16 χρόνια και στο τέλος λύγισε. Πήρε το δηλητήριο σαν σήμερα το 1941 και πέθανε στις 2 Μαΐου. Στον τάφο της, στον κήπο του σπιτιού της, χαράχτηκε η λέξη ΣIΩΠH. Το έργο της Πηνελόπης Δέλτα είναι ένα από τα πιο σημαντικά όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στην παγκόσμια λογοτεχνία.

 Πηγές :Μουσείο Μπενάκη, Εταιρεία Βυζαντινών Σπουδών
Πηγές: Μουσείο Μπενάκη, Εταιρεία Βυζαντινών Σπουδών Πηγή: www.lifo.gr
Πηγές: Μουσείο Μπενάκη, Εταιρεία Βυζαντινών Σπουδών Πηγή: www.lifo.gr

ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ,"ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ" (σημειώσεις μαθήματος)


Ιωάννης Μακρυγιάννης - ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ(πεζό, απόσπασμα)
 ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ:Είναι ένα κειμενικό είδος στο οποίο συγγραφέας, αφηγητής και πρωταγωνιστής είναι το ίδιο πρόσωπο. Στα απομνημονεύματα περιέχονται προσωπικές αναμνήσεις του συγγραφέα, γεγονότα τα οποία έζησε ή στα οποία είχα άμεση ή έμμεση συμμετοχή. Εκφράζονται προσωπικές, υποκειμενικές κρίσεις και μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως ιστορική πηγή.
.
2. Νόημα
Ο Μακρυγιάννης μας εξηγεί για ποιους λόγους έμαθε γράμματα σε προχωρημένη ηλικία. Δεν μπορεί, λέει, να μείνει άπραγος και αδιάφορος μπροστά στην αδικία που υπάρχει στην κοινωνία. Γι’ αυτό μαθαίνει γράμματα, για να μπορεί να γράφει και να διαλαλεί σ’ όλο τον κόσμο την αδικία που τον πνίγει. `Οταν ο Μακρυγιάννης ήταν παιδί, δεν είχε τη δυνατότητα να σπουδάσει, αλλά ήταν αναγκασμένος να κάνει πολλές δουλειές για να βοηθήσει τη φτωχή οικογένειά του. `Επειτα, αγωνίστηκε κι αυτός για την απελευθέρωση της πατρίδας του. Βέβαια υπεύθυνος για την απελευθέρωση της πατρίδας του από τους Τούρκους ήταν ο Θεός.
Στη συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρει ότι πολλοί μορφωμένοι άνδρες, `Ελληνες και ξένοι, έχουν γράψει διάφορα πράγματα για την Ελλάδα. Ωστόσο, ο ίδιος αποφάσισε να γράψει κάτι για την πατρίδα του, θέλοντας και μ’ αυτό τον τρόπο να συνεισφέρει και να βοηθήσει την Ελλάδα. Πιστεύει ακράδαντα ότι η πατρίδα ανήκει σ’ όλους τους πολίτες, πλούσιους και φτωχούς, μορφωμένους και αμόρφωτους, πολιτικούς και στρατιωτικούς. Δεν έχει κανένας το δικαίωμα να λέει «εγώ», αλλά πρέπει όλοι να λένε «εμείς», διότι όλοι μαζί αγωνίστηκαν και συνεργάστηκαν για το καλό της πατρίδας τους. Πάνω απ’ όλα τίθεται το «εμείς» επειδή οι δημιουργίες και τα επιτεύγματα είναι αποτέλεσμα κοινής και συλλογικής εργασίας.
Απαραίτητη προϋπόθεση για να επιβιώσει και να μεγαλουργήσει μια χώρα είναι, σύμφωνα με το Μακρυγιάννη, οι πολίτες της να μάθουν γράμματα. Ο ίδιος έγραψε μόνο την αλήθεια για να δουν οι `Ελληνες ότι πρέπει να αγωνίζονται για υψηλά ιδανικά, όπως είναι η πατρίδα, η θρησκεία και η κοινωνία. `Ετσι, οι επερχόμενες γενιές θα δουν το έργο και τις θυσίες των προγόνων τους, θα παραδειγματιστούν από τους αγώνες τους για ελευθερία και θα θελήσουν να τους μιμηθούν.
ΘΕΜΑ
Οι αρχικές προθέσεις του Μακρυγιάννη και η προσπάθειά του να πείσει τους αναγνώστες του για την αξιοπιστία του έργου του.
Η απελευθέρωση της πατρίδας είναι έργο του συνόλου και όχι ατομική υπόθεση. «Είμαστε στο εμείς» και όχι στο «εγώ».
 ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Ο Μακρυγιάννης αποφασίζει να μάθει γράμματα σε μεγάλη ηλικία, για να υπηρετήσει και μ’ αυτό τον τρόπο την πατρίδα του. Προηγουμένως είχε αγωνιστεί για την ελευθερία της πατρίδας του, πολεμώντας με γενναιότητα και ανδρεία. Τώρα όμως που η Ελλάδα έχει αποκτήσει την ελευθερία της, ο Μακρυγιάννης θεωρεί χρέος του να την υπηρετήσει και στον πνευματικό τομέα. Αποφασίζει, λοιπόν, να γράψει με σκοπό να φανερώσει σ’ όλους το δίκαιο και να χτυπήσει την αδικία .Επίσης, μαθαίνει γράμματα, επειδή θεωρεί ότι ο πνευματικός αγώνας για την πατρίδα ανήκει σ’ όλους, και όχι μόνο στους μορφωμένους. Είναι καθήκον όλων των ανθρώπων να συνεισφέρουν στην πατρίδα τους και να αγωνίζονται γι’ αυτήν με κάθε τρόπο .
 Στο απόσπασμα αυτό δηλώνει με κάθε τρόπο πως το έργο του είναι αξιόπιστο επικαλούμενος τη δική του τιμιότητα, την κοινωνική και αγωνιστική του συμπεριφορά. Δεσμεύεται για την ειλικρίνειά του προβάλλοντας την πίστη του στις αξίες της πατρίδας και της θρησκείας και επικαλείται την ισότητα των πολιτών απέναντι σ’αυτές τις αξίες.Τέλος, ο Μακρυγιάννης θέλει να φανερώσει την αλήθεια, μιαν αλήθεια που πρέπει να γνωρίζουν οι επερχόμενες γενιές, για να παραδειγματιστούν από τους αγώνες και τις θυσίες των προγόνων τους και να θελήσουν να τους μιμηθούν.
2. Τι σημαίνει η φράση «είμαστε στο εμείς και όχι στο εγώ»;
Η φράση του Μακρυγιάννη «είμαστε στο εμείς και όχι στο εγώ» είναι πρωταρχικής σημασίας μέσα στο κείμενο. Αυτό που προσπαθεί να επιτύχει ο συγγραφέας είναι να κάνει τους `Ελληνες να συνειδητοποιήσουν ότι ο αγώνας για την πατρίδα, είτε είναι σε καιρό πολέμου είτε σε καιρό ειρήνης, είναι ένας αγώνας κοινός και συλλογικός. `Ολοι μαζί ενωμένοι πρέπει να αγωνιστούν για το καλό και την ευημερία της πατρίδας τους. Το «εγώ» παύει να υπάρχει, ενώ αυτό που έχει σημασία είναι το «εμείς», η γνήσια και ισότιμη συνεργασία μεταξύ των ανθρώπων. Μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να καταπολεμηθεί ο εγωισμός και η φιλαρχία, η αγάπη δηλαδή της εξουσίας, που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα και σοβαρότερα ελαττώματα του ελληνικού λαού. Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πολλές φορές το ελληνικό έθνος οδηγήθηκε σε εμφύλιες διαμάχες και συγκρούσεις, εξαιτίας ακριβώς αυτής της μανίας για απόκτηση της εξουσίας.
Η «ΓΥΜΝΗ ΑΛΗΘΕΙΑ»
Ο Μακρυγιάννης δεν κατέχει την τέχνη του λόγου ,με την οποία μπορεί κάποιος να παραπλανήσει, να γοητεύσει, να ξεγελάσει αλλά τα λίγα γράμματα που ξέρει τον υποχρεώνουν ,σχεδόν, να πει την αλήθεια.Έτσι, θα την πει γυμνή, χωρίς στολίδια, χωρίς σκοπιμότητες ,απαλλαγμένη από υστερουβουλία, χωρίς να συγκαλύπτει ή να παραλείπει γεγονότα.
Χαρακτηρισμός του συγγραφέα
 Μέσα από τα γραφόμενά του, καταλαβαίνουμε πως ο Μακρυγιάννης ήταν άνθρωπος σεμνός ,τίμιος, απλός και ταπεινός ,άνθρωπος που τον διακρίνει η αυτογνωσία και η ειλικρίνεια. Είναι αυθόρμητος και έντιμος, τον χαρακτηρίζει η παρρησία και η τόλμη αφού για να πει την αλήθεια δε διστάζει να φανερώσει πράγματα δυσάρεστα και να στηλιτεύσει   τη συμπεριφορά πολύ σημαντικών προσώπων.
Η συμπεριφορά των παλιών αγωνιστών
Ο Μακρυγιάννης  αναφέρεται με πολύ καυστικό τρόπο στη συμπεριφορά πολλών παλιών αγωνιστών ,των οποίων οι πράξεις χαρακτηρίζονται από ιδιοτέλεια .Έτσι, όταν αυτοί απόκτησαν εξουσία, αντί να φροντίσουν το κοινό καλό, φρόντισαν μόνο να αυξήσουν τη δύναμη και τον πλούτο τους. Στηλιτεύει, λοιπόν,  την απληστία τους και τους κατηγορεί ως υπαίτιους για τα πάθη της πατρίδας.

ΓΛΩΣΣΑ
Λαϊκή, δημοτική, ιδιότυπη, ζωντανή και πηγαία. Χαρακτηριστικά της η λιτότητα και η παρατακτική σύνδεση.

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2015

Σαν σήμερα πέθανε ο ποιητής της Ρωμιοσύνης Γιάννης Ρίτσος





Γιάννης Ρίτσος (Μονεμβασιά 1 Μαΐου 1909 - Αθήνα 11 Νοεμβρίου 1990)
Σαν σήμερα 11 Νοεμβρίου του 1990 πέθανε ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές. Το 1921 άρχισε να συνεργάζεται με τη «Διάπλαση των Παίδων». Συνεισέφερε επίσης ποιήματα στο φιλολογικό παράρτημα της «Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας» του Πυρσού. Ο Γ. Ρίτσος εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή το 1934 με τον τίτλο «Τρακτέρ».
Την ίδια χρονιά εντάχθηκε στο ΚΚΕ, ενώ συνεργάστηκε και με το «Ριζοσπάστη», χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Γ. Σοστίρ, από αναγραμματισμό του ονόματός του.
Τα γεγονότα του Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη συγκλονίζουν την εργατική τάξη της χώρας μας και τον ίδιο: Στις 11 Μάη στέλνει τρία από τα δεκατέσσερα θρηνητικά ποιήματά του στο «Ριζοσπάστη» και την επόμενη μέρα η εφημερίδα τα δημοσιεύει, με γενικό τίτλο «Μοιρολόι».

Ολόκληρο το έργο θα κυκλοφορήσει λίγο αργότερα, στις 8/6/1936, με τον τίτλο «Επιτάφιος». Εργο πανανθρώπινο, διαχρονικό και επίκαιρο, όσο έστω και ένας εργάτης, οποτεδήποτε και οπουδήποτε στην οικουμένη, θα θυσιάζεται από τους εκμεταλλευτές του. Εργο, κορυφαίος «διάδοχος» της αρχαίας τραγωδίας και της μακραίωνης δημοτικής μας ποίησης, θα συναρπάζει με την αλήθεια, το λυρισμό, τη μουσικότητά του, κάθε άνθρωπο. Κάθε εποχής.

Την περίοδο της Κατοχής ο Γ. Ρίτσος πήρε ενεργό μέρος στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση, ενώ μετά την απελευθέρωση, το 1948-1952, εξορίστηκε διαδοχικά στη Λήμνο, στη Μακρόνησο και τον Αϊ Στράτη.
Μετά την απελευθέρωσή του δραστηριοποιείται μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ.
Το 1956 τύπωσε τη «Σονάτα του σεληνόφωτος», για την οποία τιμήθηκε με το Α' Κρατικό Βραβείο ποίησης, το 1960 κυκλοφόρησε η μελοποίηση του «Επιτάφιου» από τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ το 1966 τυπώθηκε αυτοτελώς η «Ρωμιοσύνη» (πρώτη έκδοση το 1954), η οποία επίσης μελοποιήθηκε από τον Μ. Θεοδωράκη.


Την περίοδο της Χούντας, συνελήφθη και εξορίστηκε και πάλι στη Γυάρο και μετά στη Λέρο. Υπό το βάρος της διεθνούς κατακραυγής, αλλά και λόγω της σοβαρής του ασθένειας, η Χούντα αναγκάστηκε να τον μεταφέρει από την εξορία θέτοντάς τον σε κατ’ οίκον περιορισμό μέχρι το 1970.
Μετά τη μεταπολίτευση έτυχε πλήθους διακρίσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό: Προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ το 1975, τιμήθηκε με το βραβείο «Λένιν» το 1977, κ.ά. Ο Γ. Ρίτσος παρέμεινε στρατευμένος στην υπόθεση του σοσιαλισμού μέσα από τις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος έως την τελευταία του πνοή.


Βραβεία
Πρώτο Κρατικό Βραβείο ποίησης "Η Σονάτα του σεληνόφωτος" (1956)
Μέγα διεθνές βραβείο ποίησης (Βέλγιο, 1972)
Διεθνές βραβείο "Γκεόργκι Δημητρώφ" (Βουλγαρία, 1975)
Mέγα βραβείο ποίησης "Αλφρέ ντε Βινύ" (Γαλλία, 1975)
Διεθνές βραβείο "Αίτνα-Ταορμίνα" (Ιταλία, 1976)
"Βραβείο Ειρήνης του Λένιν" (ΕΣΣΔ, 1977)
Διεθνές βραβείο "Μποντέλο" (1978)



Εργογραφία
Ποιήματα
«Τρακτέρ », (1934)
«Πυραμίδες», (1935)
«Επιτάφιος», (1936)



«Το τραγούδι της αδελφής μου», (1937)
«Εαρινή συμφωνία», (1938)
«Το εμβατήριο του ωκεανού», (1940)
«Παλιά μαζούρκα σε ρυθμό βροχής», (1943)
«Δοκιμασία», (1943)
«Ο σύντροφός μας», (1945)
«Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», (1952)
«Αγρύπνια», (1954)
«Πρωινό άστρο», (1955)
«Η σονάτα του σεληνόφωτος», (1956)
«Χρονικό», (1957)
«Αποχαιρετισμός», (1957)
«Χειμερινή διαύγεια», (1957)
«Πέτρινος χρόνος», (1957)
«Οι γειτονιές του κόσμου», (1957)
«Οταν έρχεται ο ξένος», (1958)
«Ανυπόταχτη πολιτεία», (1958)
«Η αρχιτεκτονική των δέντρων», (1958)
«Οι γερόντισσες κ' η θάλασσα», (1959)
«Υδρία », (1957)
«Το παράθυρο», (1960)

«Η γέφυρα», (1960)
«Ο Μαύρος Αγιος», (1961)
«Το νεκρό σπίτι», (1962)
«Κάτω απ' τον ίσκιο του βουνού», (1962)
«Το δέντρο της φυλακής και οι γυναίκες», (1963)
«12 ποιήματα για τον Καβάφη», (1963)
«Μαρτυρίες Α», (1963)
«Παιχνίδια τ'ουρανού και του νερού», (1964)
«Φιλοκτήτης», (1965)
«Ρωμιοσύνη», (1966)
«Μαρτυρίες Β», (1966)
«Ορέστης», (1966)
«Όστραβα», (1967)
«Πέτρες, Επαναλήψεις, Κιγκλίδωμα», (1972)
«Η Ελένη», (1972)
«Χειρονομίες», (1972)
«Τέταρτη διάσταση», (1972)
«Η επιστροφή της Ιφιγένειας», (1972)
«Χρυσόθεμις», (1972)
«Ισμήνη», (1972)
«Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας», (1973)
«Διάδρομος και σκάλα», (1973)
«Γκραγκάντα», (1973)
«Σεπτήρια και Δαφνηφόρια», (1973)
«Ο αφανισμός της Μήλος», (1974)
«Υμνος και θρήνος για την Κύπρο», (1974)
«Καπνισμένο τσουκάλι», (1974)
«Κωδωνοστάσιο», (1974)
«Χάρτινα », (1974)
«Ο τοίχος μέσα στον καθρέφτη», (1974)
«Η Κυρά των Αμπελιών», (1975)
«Η τελευταία προ Ανθρώπου Εκατονταετία», (1975)
«Τα επικαιρικά», (1975)
«Ημερολόγιο εξορίας», (1975)
«Μαντατοφόρες», (1975)
«Θυρωρείο», (1976)
«Το μακρινό», (1977)
«Γιγνεσθαι», (1977)
«Βολιδοσκόπος», (1978)
Τοιχοκολλητής, (1978)
Τροχονόμος, (1978)
Η Πύλη, (1978)
Το σώμα και το αίμα, (1978)
Μονεβασιώτισσες, (1978)
Το τερατώδες αριστούργημα, (1978)
Φαίδρα, (1978)
Λοιπόν;, (1978)
«Το ρόπτρο»,(1978)
Μια πυγολαμπίδα φωτίζει τη νύχτα, (1978)
«Γραφή Τυφλού»,(1979)
Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού, (1980)
Διαφάνεια, (1980)
Πάροδος, (1980)
Μονόχορδα, (1980)
«Τα ερωτικά»,(1981)
Συντροφικά τραγούδια, (1981)
Υπόκωφα, (1982)
Μονοβασιά, (1982)
Το χορικό των σφουγγαράδων, (1983)
Τειρεσίας, (1983)
Με το σκούντημα του αγκώνα, (1984)
Ταναγραίες, (1984)
«Ανταποκρίσεις», (1987)
3Χ111 Τρίστιχα, (1987)
Αργά πολύ αργά μέσα στη νύχτα, (1991)
 πηγη  : alfavita.gr

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015

Β.Κορνάρος :"Ερωτόκριτος"

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
Οι αξίες της γνώσης και της αρετής
Η αξεπέραστη κοινωνική διαφορά ως εµπόδιο στο γάµο των δύο νέων
Το αποτυχηµένο προξενιό και η δύναµη της βασιλικής βίας
Η πολεµική ορµή και ο επικός χαρακτήρας του Ερωτόκριτου

Η υπόθεση του έργου. Ο Ερωτόκριτος χωρίζεται σε πέντε μέρη και τα γεγονότα διαδραματίζονται στην αρχαία Αθήνα, μια πόλη μυθική και συμβατική και όχι όπως είναι γνωστή από την ιστορία: Ο βασιλιάς της Αθήνας Ηρακλής έχει μια πανέμορφη μοναχοκόρη, την Αρετούσα, την οποία ερωτεύεται ο Ερωτόκριτος, γιος του συμβούλου του βασιλιά Πεζόστρατου, και η βασιλοπούλα ανταποκρίνεται στην αγάπη του* ο βασιλιάς, για να διασκεδάσει την κόρη του, οργανώνει μια γιόστρα (κονταρομαχίες), στην οποία τελικός νικητής αναδεικνύεται ο Ερωτόκριτος. Σε μιαν από τις συναντήσεις τους οι δύο νέοι παίρνουν την απόφαση να ζητηθεί από το βασιλιά να παντρευτούν. Όταν όμως ο Πεζόστρατος τολμάει να κάνει λόγο στο βασιλιά για το γάμο των παιδιών τους, εκείνος εξοργίζεται με το θράσος του και εξορίζει τον Ερωτόκριτο, ενώ παράλληλα φυλακίζει την Αρετούσα, επειδή αρνήθηκε να τον υπακούσει και να παντρευτεί το πριγκιπόπουλο του Βυζαντίου. Στη συνέχεια ο βασιλιάς των Βλάχων εισβάλλει στη χώρα του Ηράκλη και όταν το μαθαίνει ο Ερωτόκριτος, πηγαίνει μεταμφιεσμένος στο πεδίο της μάχης, όπου σε μια αποφασιστική μονομαχία σώζει το βασίλειο της Αθήνας από τη σκλαβιά και το βασιλιά από την ήττα και την αιχμαλωσία. Ο Ηρακλής από ευγνωμοσύνη προσφέρει στον άγνωστο σωτήρα του όλο το βασίλειο και τα πλούτη του. Ο Ερωτόκριτος όμως δεν τα δέχεται* ζητάει την Αρετούσα για γυναίκα του και πηγαίνει και τη βρίσκει στη φυλακή. Αλλά εκείνη, πιστή στον αγαπημένο της, αρνείται* όταν όμως ο Ερωτόκριτος αποκαλύπτεται, όλα τελειώνουν με αίσιο τρόπο θριαμβεύει ο έρωτας.
Ο ποιητής αφηγητής. Ο ποιητής είναι ο αφηγητής της ιστορίας. Γνωρίζει τα πάντα, κατευθύνει την εξέλιξη της ιστορίας, σχολιάζει και κρίνει τα γεγονότα και τα πρόσωπα και δίνει το λόγο στους ήρωες, οι οποίοι διεκπεραιώνουν τους ρόλους τους λέγοντας σε ευθύ λόγο ο καθένας τα λόγια του. Στον Ερωτόκριτο ο ποιητής προαναγγέλλει κάθε φορά την παρουσία του στα αφηγηματικά μέρη του έργου, βάζοντας τη λέξη «Ποιητής», όταν ο λόγος περνάει σ' εκείνον, όπως βάζει τα ονόματα των ηρώων του πριν από τα λόγια τους στα διαλογικά μέρη.
Για όσους ενδιαφέρονται να διαβάσουν ολόκληρο το έργο βρίσκεται εδώ
ΠΡΩΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ (Γ.891-936)
Οι ενέργειες του Πεζόστρατου
Ο ποιητής-αφηγητής παρουσιάζει με αριστοτεχνικό τρόπο [u1] την πορεία και τα στάδια που ακολούθησε ο Πεζόστρατος από τη στιγμή κατά την οποία άρχισε να μιλάει στο βασιλιά ως τη στιγμή που του έκανε την πρόταση για το γάμο των παιδιών τους. Έτσι:
·         Στην αρχή ο ποιητής-αφηγητής αναφέρεται συγκεφαλαιωτικά στα επιχειρήματα και στις περιστροφές του Πεζόστρατου, για τις οποίες έχει ήδη μιλήσει παραπάνω: ή φέρνε ξόμπλια απόμακρα, πράματα περασμένα καθώς και παραβολές.
·         Ύστερα από το «τι» (από αυτά που έλεγε ο Πεζόστρατος, για να προετοιμάσει το έδαφος), ο ποιητής-αφηγητής έρχεται στο «πώς», στον τρόπο με τον οποίο τα έλεγε ο Πεζόστρατος. Τα έλεγε λοιπόν έναν ένα και αγάλια αγάλια.
·         Στη συνέχεια ο Πεζόστρατος πλησιάζει στην κρίσιμη στιγμή: σώνει, ήρχισε να ξαμώνει.
·         Όμως την τελευταία στιγμή ο Πεζόστρατος διστάζει και αμφιταλαντεύεται: ενώ δυο τρεις φορές αποπειράται να μιλήσει, τον συγκρατεί και τον εμποδίζει η εσωτερική φωνή της σύνεσης {οπίσω τον εγιάγερνε κι εκράτειε τον η γνώση. Ο ποιητής σ' αυτό το σημείο προσωποποιεί τη σύνεση, για να υπογραμμίσει τη δύναμη της εσωτερικής αντίστασης του Πεζόστρατου.
·         Το προτελευταίο στάδιο των ενεργειών του Πεζόστρατου είναι η οριστική πλέον λήψη της απόφασης για την πρόταση του γάμου, για να αποκαλύψει όσα έκρυβε ως αυτή τη στιγμή (ενίκησεν η αγάπη τον παιδιού τον και φανερώνει τα κουρφά και τα χωστά του νου τον). Η αποκάλυψη του μυστικού παρουσιάζεται πιο ζωηρά και παραστατικά με το δραματικό ενεστώτα[u2]  του ρήματος φανερώνει.
·         Τέλος τολμάει και ξεστομίζει την προξενιά του γάμου.
- Και η αντίδραση του βασιλιά προμηνύεται αφηγηματικά με την παραστατικότητα του δραματικού ενεστώτα: του λέγει ο ρήγας.
Οι διαφορές δύο πατεράδων στο ζήτημα της «οικογενειακής ευτυχίας»
α. Ο Πεζόστρατος αγαπάει το γιο του, υποφέρει που τον βλέπει να βασανίζεται από τον καημό της αγάπης και θέλει να τον δει ευτυχισμένο. Έτσι, παρακάμπτει όλους τους ενδοιασμούς του και του κάνει το χατίρι να πάει στο βασιλιά και να ζητήσει σε γάμο την Αρετούσα, έχοντας την επίγνωση ότι η κοινωνική διαφορά ανάμεσα στις δύο οικογένειες ήταν μεγάλη. Είναι βέβαιος ότι θα προσκρούσει στην άρνηση αλλά και στην οργή του βασιλιά, ωστόσο νικάει η πατρική αγάπη και τον κάνει τολμηρό. Έτσι, υποβάλλει το αίτημα του, διακινδυνεύοντας ακόμα και τη θέση του μέσα στο παλάτι (εργαζόταν ως σύμβουλος του βασιλιά). Η οικογενειακή λοιπόν ευτυχία για τον Πεζόστρατο δεν είναι συνάρτηση του πλούτου, της εξουσίας ή άλλων εξωτερικών παραγόντων, αλλά συνίσταται στην ευτυχία των μελών της οικογένειας, ενώ οι πιο σημαντικές αξίες για ένα νέο (ή τα πιο σημαντικά προσόντα για έναν υποψήφιο γαμπρό) σύμφωνα με τον Πεζόστρατο είναι η αρετή, η σύνεση να είναι ο νέος «γνωστικός»), η αντρεία και η ομορφιά.
β. Ο βασιλιάς από την άλλη στοχεύει σε ένα γάμο με ένα βασιλόπουλο από μια πλούσια και ισχυρή χώρα, έχοντας απώτερο σκοπό να ενισχύσει την πολιτική του θέση και να εξασφαλίσει ειρήνη στο βασίλειο του. Το αξίωμα του βασιλιά έχει παραμερίσει το ρόλο του πατέρα και η οικογενειακή ευτυχία είναι υποταγμένη στα κρατικά συμφέροντα και στις πολιτικές σκοπιμότητες. Εμπόδιο στην πραγμάτωση του στόχου του για ένα μελλοντικό πετυχημένο προξενιό είναι ο έρωτας της Αρετούσας με τον Ερωτόκριτο και ο βασιλιάς ασκεί με σκληρό και αυταρχικό τρόπο την εξουσία του για να τον αποτρέψει. Όπως λοιπόν μπορούμε εύκολα να υποθέσουμε, βλέπει το γάμο της κόρης του κάτω από το πρίσμα πολιτικών σκοπιμοτήτων και επομένως αυτά που έχουν αξία για έναν υποψήφιο γαμπρό είναι η εξουσία, η πολιτική και στρατιωτική δύναμη και τα πλούτη - και αυτά δεν τα διαθέτει βέβαια ο γιος του Πεζόστρατου.

Ο "Ερωτόκριτος" ερμηνευμένος από το Ν.Ξυλούρη


Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Διηγήματος

Το «Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη» προκηρύσσει τον 4ο  Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Πρωτόλειου Διηγήματος στη μνήμη Καίτης Λασκαρίδη, για μαθητές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
 
Στόχος του διαγωνισμού είναι να ενισχύσει την αυτοέκφραση των εφήβων και να υποστηρίξει  το μάθημα της Λογοτεχνίας και της Έκθεσης στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Προθεσμία υποβολής των συμμετοχών ορίζεται η 31η Μαΐου 2016.

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να ενημερωθείτε από τη σχετική προκήρυξη.

Σημειώσεις για τους Ελεύθερους Πολιορκημένους

Ελεύθεροι πολιορκημένοι   Διον. Σολωμού
Το έργο
Στο διάστημα της πολιορκίας του Μεσολογγίου από τους Τούρκους ο ποιητής βρισκόταν στο απέναντι μέρος, στην πατρίδα του τη Ζάκυνθο, και συμμετείχε ψυχικά στο δράμα των Μεσολογγιτών. Από αυτή τη βίωση των γεγονότων προέκυψε το ποίημα του χρέους(Χρέος ήταν η πρώτη ονομασία του ποιήματος, που αργότερα πήρε τον τίτλο Ελεύθεροι πολιορκημένοι , το οποίοι ποιητής αρχίζει να συνθέτει το 1826. Το ποίημα αυτό απασχόλησε τον ποιητή όσο κανένα άλλο, όμως ποτέ δεν ολοκληρώθηκε και έφτασε σ΄ εμάς σε αποσπάσματα, τα οποία ανήκουν σε Τρία Σχεδιάσματα, που το καθένα αντιπροσωπεύει όχι μόνο διαφορετικό στάδιο επεξεργασίας αλλά και διαφορετική ποιητική αντίληψη

Το ιστορικό πλαίσιο

Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι αναφέρονται στη δωδεκάμηνη πολιορκία του Μεσολογγίου (Απρίλιος 1825-Απρίλιος 1826) από τους Τούρκους και στη συνέχεια από τους Αιγυπτίους. Οι Μεσολογγίτες αμύνονται κατά τη διάρκεια της Πολιορκίας με σθένος. Υπομένουν καρτερικά και παλεύουν απέναντι στο Κακό: Τις φυσικές κακουχίες (πείνα, αρρώστιες, τον θάνατο), τον εξωτερικό εχθρό δηλ. τους Τούρκους, αλλά και τον εσωτερικό δηλ. τον ίδιο τους τον εαυτό που τους καλεί να γευτούν τον πειρασμό της άνοιξης και του έρωτα, την ίδια τη ζωή, συνθηκολογώντας με τον εχθρό. Αυτοί όμως κατόρθωσαν να νικήσουν το Κακό, διατηρώντας ακέραιο το ήθος τους παραμένοντας ουσιαστικά, εσωτερικά ελεύθεροι, αν και ήταν πολιορκημένοι. Το Καλό νίκησε και η εσωτερική τους πάλη, τους έκανε να ξεπεράσουν την ανθρώπινη τους φύση και να τους οδηγήσει στην ηθική ολοκλήρωση

Σχεδίσμα Β, Απόσπασμα 1


Το θέμα του συγκεκριμένου αποσπάσματος είναι η πείνα και η εξάντληση των αγωνιστών που πολιορκούνταν στο Μεσολόγγι το 1826

‘Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει’
Στον στίχο αυτό δεσπόζει το ρήμα βασιλεύει που τοποθετημένο στο τέλος δίνει έμφαση με τη βαρύτητα που έχει ως σημασία. Δεν υπάρχει απλά ησυχία .Κυριαρχεί απόλυτη σιωπή και το ρ. βασιλεύει δίνει απόλυτα αυτή την εντύπωση. Επίσης δημιουργείται ένα τέτοιο αισθητικό αποτέλεσμα αφού χρησιμοποιείται μεταφορικά
Αξιοσημείωτη είναι η επιλογή των λέξεων άκρα του τάφου σιωπή από τον ποιητή. Οι  συγκεκριμένες λέξεις μπορούν να συσχετισθούν μεταξύ τους με ποικίλους τρόπους,  ως εξής: άκρα σιωπή δηλ απόλυτη σιωπή . Επίσης, άκρα του τάφου, που ισοδυναμεί με τον υπερθετικό βαθμό του επιθέτου δηλ. ακρότατη .και τέλος, του τάφου σιωπή , που ισοδυναμεί με την νεκρική σιωπή. Η χρήση λοιπόν της λέξης τάφος περιγράφει βιωματικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την έννοια της απόλυτης σιωπής, πράγμα που δεν θα μπορούσε να γίνει ΄τόσο αποτελεσματικά με τη χρήση άλλης λέξης
Σημείωση: Είναι γνωστή η «αγωνία του λόγου», όπως λέμε ενός ποιητή και ειδικά του Σολωμού που πασχίζει να βρει τη «μοναδική» λέξη για να «ντύσει» το περιεχόμενο του με την καλύτερη δυνατή μορφή. Το λογοτεχνικό ύφος αποτελεί τις συγκεκριμένες  λεκτικές επιλογές ενός ποιητή που γίνονται μέσα από τη βιωματική-συγκινησιακή χρήση της γλώσσας.
Έτσι ο α΄ στίχος με τις συγκεκριμένες λεκτικές επιλογές αναδεικνύει απόλυτα την αίσθηση και την εικόνα της απόλυτης ακινησίας

Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει
Σε αντίθεση με τον α΄ στίχο έρχεται ο β΄ με την παρουσία εμψύχων, τη δράση και τη συναισθηματική αντίδραση. Αυτό δηλώνεται με τη συσσώρευση τριών ρημάτων (σε σχέση με το ένα του α΄ στίχου). Αξιοσημείωτη είναι η παρήχηση του λ και του ρ, που αισθητοποιούν με τον καλύτερο τρόπο την αντίθεση ανάμεσα στο πουλάκι ,που έχει κάτι να φάει και τη Μεσολογγίτισσα μάνα που το ζηλεύει γιατί δεν έχει να ταΐσει το παιδί της. Το ανθρώπινο πλάσμα, το ανώτερο στην κυριαρχία των όντων, βρίσκεται σε κατώτερη μοίρα από το πουλί, το υποδεέστερο

Τα μάτια η πείνα εμαύρισε. Στα μάτια η μάνα μνέει
Το α΄ ημιστίχιο με μια χαρακτηριστική οπτική εικόνα «δείχνει» το μέγεθος της πείνας. Ταυτόχρονα μας θυμίζει εκείνη την έκφραση «μαύρισε το μάτι μου», έκφραση που απεικονίζει παραστατικά τη μεγάλη στέρηση. Η επανάληψη της λ. μάτια, επισημαίνει το σημείο όπου φανερώνεται η στέρηση. Η πείνα λοιπόν, αποτυπώνεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, στα μάτια, που αποτελούν το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου. Και είναι το πολυτιμότερο αγαθό, αφού ένας από τους βαρύτερους όρκους, αναφέρεται σ΄ αυτά: «στο φως μου».(Ας θυμηθούμε και την τρυφερή προσφώνηση της μάνας στο παιδί «μάτια μου».

Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει
Κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου βρίσκονταν σ αυτό και πολλοί Σουλιώτες. Εδώ λοιπόν έχομε τη συγκλονιστική εικόνα του Σουλιώτη πολεμιστή, (καλός όχι με την στενά ηθική σημασία, αλλά με την πολεμική τελειότητα), ο οποίος στέκει «παράμερα», και κλαίει, όχι φυσικά από φόβο, αλλά από φιλότιμο και πίκρα, γιατί η πείνα τον έχει αποδυναμώσει, και έχει έτσι αχρηστεύσει την ιδιότητα του πολεμιστή. Το «κλαίει» δεν είναι δειλία είναι  περηφάνια. Αυτή η εικόνα έρχεται σε αντίθεση με με τη εικόνα του γενναίου και σκληροτράχηλου πολεμιστή.

«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄ έχω ‘ γώ στο χέρι:
οπού συ μου ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει»
Εδώ ο Σουλιώτης απευθύνεται στο τουφέκι του (προσωποποίηση), αποκαλώντας το έρμο και σκοτεινό (=καημένο, παρατημένο, δύστυχο), θεωρώντας μάταιη την ύπαρξη του. Στον τελευταίο στίχο α) αιτιολογείται το περιεχόμενο των δύο προηγούμενων στίχων και β) επιτείνεται η απελπισία του πολεμιστή που οφείλεται στο γεγονός ότι οι εχθροί γνωρίζουν την εξάντληση και την αδυναμία του, πράγμα που κάνει τη θέση των πολιορκημένων, ακόμη δυσχερέστερη.

Σημειώσεις
Τα πρόσωπα του «δράματος»
Η Μεσολογγίτισσα μάνα εκπροσωπεί τον άμαχο πληθυσμό, ενώ ο Σουλιώτης υπερασπιστής του Μεσολογγίου, τους πολεμιστές .Τα δύο αυτά πρόσωπα έχουν κοινά χαρακτηριστικά: α) και οι δύο είναι πεινασμένοι και εξαντλημένοι β) και οι δύο βρίσκονται παράμερα, στο περιθώριο γ) και οι δύο έχουν χάσει τις πραγματικές τους ιδιότητες: η μάνα της τροφού  και ο Σουλιώτης του πολεμιστή.


Εκφραστικά μέσα
Ο ποιητής, προκειμένου να «ντύσει» το περιεχόμενο των στίχων του με το τελειότερο «ένδυμα», την τελειότερη μορφή και παράλληλα να αισθητοποιήσει μα τον πιο παραστατικό τρόπο την δραματική κατάσταση των πολιορκημένων χρησιμοποιεί τα παρακάτω εκφραστικά μέσα:
  • Εικόνες(ηχητικές και οπτικές): ο κάμπος με τη νεκρική σιωπή, το πουλί που λαλεί και τρώει, η μάνα με τους μαύρους κύκλους  στα μάτια, ο Σουλιώτης που κλαίει και μιλάει στο τουφέκι του.
  • Ο διάλογος του Σουλιώτη με το τουφέκι του (προσωποποίηση)
  • Η μεταφορά: του τάφου, βασιλεύει, σκοτεινό)
  • Παρήχηση του λ και του ρ: λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί
  • Επανάληψη: τα μάτια….στα μάτια
  • Αντιθέσεις: α)Ο α΄ με τον β΄ στίχο, δηλ. η απόλυτη, νεκρική σιωπή και ακινησία με τη κίνηση, τη δράση και την ύπαρξη εμψύχων. β)το α΄ ημιστίχιο του β΄ στίχου, με το β΄ ημιστίχιο: το πουλάκι έχει να φάει εν αντιθέσει με τον άνθρωπο, ένα όν ανώτερο.γ)Η εικόνα του καλού Σουλιώτη έρχεται σε αντίθεση με την αναμενόμενη εικόνα του γενναίου πολεμιστή. δ) μπορούμε να αναφέρουμε και τον τίτλο του αποσπάσματος ελεύθεροι(εσωτερικά) αλλά πολιορκημένοι( από τον φυσικό εχθρό και τον πόθο για τη ζωή που οργιάζει έξω)
  • Χρήση επιθετικών προσδιορισμών: άκρα σιωπή, Σουλιώτης ο καλός, τουφέκι σκοτεινό, αλλά και ελεύθεροι πολιορκημένοι(αντιφατικός)


Σχεδίασμα Β, Απόσπασμα 2
Το θέμα του αποσπάσματος είναι η ομορφιά της ανοιξιάτικης φύσης, που καλεί τους Μεσολογγίτες να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους και να απολαύσουν τη ζωή.

Δομή: Στιχ. 1-3 μας δίνεται το θέμα, στιχ. 3-11 οι εικόνες της φύσης, στιχ. 12-13 η πρόκληση της φύσης να εγκαταλείψουν τον αγώνα.

Στιχ. 1-2: Η φανταστική εικόνα του χορού ανάμεσα στον Απρίλη και τον Έρωτα
Στον 1ο στίχο αξιοπρόσεκτες είναι δύο προσωποποιήσεις που λειτουργούν συμβολικά: Ο Απρίλης, μήνας της άνοιξης, οπότε ανθίζουν τα περισσότερα φυτά, συμβολίζει την αναγέννηση και την ομορφιά της φύσης, ενώ ο Έρωτας συμβολίζει τη δημιουργία και γενικότερα τη χαρά. Επίσης τα ρήματα χορεύουνε και γελούνε


συμπληρώνουν το σκηνικό της γιορτινής ατμόσφαιρας. Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η δραματική αντίθεση ανάμεσα στην γιορτή της φύσης και το τραγικό σκηνικό της πολιορκημένης πόλης.
Στο στχ. 2, παρατηρούμε τη σύγκριση που εξισώνει τα όπλα με τα άνθη και τους καρπούς(κι όσα΄……τόσα).Το β΄ πρόσωπο (σε) στο οποίο απευθύνεται ο ποιητής είναι η ψυχή των πολιορκημένων.

Στιχ. 3-11: Οι εικόνες της ανοιξιάτικης φύσης
Εδώ έχουμε 4 εικόνες, πραγματικές πια και όχι φανταστικές: Οι 3 είναι από τον κόσμο των έμψυχων και η 4η από τον κόσμα των ανόργανων πραγμάτων.
1η εικόνα: παρουσιάζει ένα κοπάδι λευκά πρόβατα και το είδωλο τους πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας καθώς ενώνεται με τις ομορφιές του ουρανού, που καθρεφτίζονται κι αυτές στο νερό. Στην εικόνα υπάρχει κίνηση (κινούμενο) και ήχος( βελάζει). Αξιοσημείωτος είναι ο συσχετισμός των τριών στοιχείων της φύσης, βουνού, θάλασσας και ουρανού, αφού ο ποιητής παρομοιάζει το λευκό κοπάδι των προβάτων ως προς το σχήμα του με λευκό βουναλάκι, σχήμα το οποίο καθρεπτίζεται πάνω στα νερά της θάλασσας, σμίγοντας με την ομορφιά του ουρανού.
2η εικόνα: παρουσιάζει μια γαλάζια πεταλούδα, από τη μια να είναι βιαστική και να καθρεφτίζεται στα νερά της λίμνης του Μεσολογγίου και από την άλλη να κοιμάται μέσα σ΄ έναν ευωδιαστό άγριο κρίνο.(οσφρητική εικόνα)
3η εικόνα: Ένα μικρό και ασήμαντο σκουλήκι σε στιγμές χαράς και ευτυχίας.
4η εικόνα:εδώ έχουμε τα άψυχα της φύσης(μαύρη πέτρα) και τα νεκρά(ξερό χορτάρι), που μετουσιώνονται σε πανέμορφα(ολόχρυσα).Η εικόνα αυτή όπως και η προηγούμενη, υποδηλώνουν ότι και τα πιο απλά, ασήμαντα πλάσματα, όπως το σκουλήκι, ακόμα και τα ανόργανα, όπως η πέτρα και τα χόρτα, τώρα την άνοιξη αποκτούν εξαιρετική ομορφιά, γεγονός που κάνει ακόμη πιο δύσκολα τον αγώνα των πολιορκημένων.
Σημειώσεις: α)Αξιοπρόσεκτο είναι ότι οι εικόνες δίνονται σε φθίνουσα κλίμακα: από το μεγάλο και το ευρύ στο μικρό και ασήμαντο: από τη εικόνα της θάλασσας και του ουρανού προχωρούμε σε μικρότερο οπτικό πεδίο, για να καταλήξουμε στην εικόνα με το σκουλήκι και με την χωρίς στοιχείο ζωής τελευταία εικόνα.
β) Ο στιχ. 10 αποτελεί την κατακλείδα των εικόνων και δίνει άλλες διαστάσεις στην ομορφιά της φύσης μεταφέροντας την στην σφαίρα του μαγικού και του ονειρικού.
γ)στις 3 πρώτες εικόνες κυριαρχεί μια κίνηση σε αντίθεση με την 4η όπου υπάρχει ακινησία.
δ)Με όλες αυτές τις εικόνες ο ποιητής αγκαλιάζει όλη την πλάση(ουρανό,γη, θάλασσα), αλλά και το σύνολο των ζώων, αυτά που περπατούν (πρόβατα), πετούν (πεταλούδα) ή έρπουν( σκουλήκι) ακόμη και τα μη έμβια. Έτσι ο ποιητής με την τεχνική της εικόνας πραγματοποιεί την πρόθεσή του, που είναι παρουσιάζει όλα τα στοιχεία της φύσης να πολιορκούν την ανθρώπινη ψυχή και να την προκαλούν να απολαύσει την ομορφιά της άνοιξης, εγκαταλείποντας τον αγώνα.

Στιχ. 12-13 Η ιδέα του ποιητή-Το τραγικό δίλημμα των πολιορκημένων
Η ζωή που ξεχύνεται (χύνεται) και μιλάει(κρένει) με πληθωρικό τρόπο καλεί τους Μεσολογγίτες; να την απολαύσουν, εγκαταλείποντας τον αγώνα τους. Μάλιστα τώρα την άνοιξη η ζωή είναι χίλιες φορές πιο όμορφη και επομένως όποιος την εγκαταλείψει πεθαίνει χίλιες φορές! Η γλυκιά αυτή πρόκληση δημιουργεί δίλημμα στη ψυχή των πολιορκημένων ανάμεσα στην απόλαυση της ζωής και τον ηρωικό αγώνα. Προφανώς με την επιλογή τους και την ηρωική έξοδο τους, έδωσε αφορμήστον ποιητή να εκφράσει την ιδέα του: Η εσωτερική ελευθερία , παρά τη όποια πάλη, νικάει την όποια μορφή βίας(φυσικός εχθρός-Τούρκοι, βασανιστική ομορφιά της φύσης, επιθυμία για ζωή).



Γιατί «Ελεύθεροι πολιορκημένοι;»

Ο άνθρωπος ακόμη κι αν του στερήσουν τα πάντα, έχει κάτι απόλυτα δικό του: την ψυχή του και τη θέληση που ξεπηδάει απ΄ αυτήν. Όταν είναι δοσμένη σε κάτι υψηλό, καμιά εξωτερική βία δεν είναι ικανή να την υποδουλώσει. Όσο η ψυχή παλεύει γι αυτό, μένει ελεύθερη. Έτσι και οι Μεσολογγίτες αν και ήταν πραγματικά πολιορκημένοι,(και απ τους Τούρκους και από τη πείνα και από τον πόθο της ζωής)  παρέμειναν ψυχικά-εσωτερικά ελεύθεροι. Γίνεται δούλος ο άνθρωπος όταν η ψυχή του αδειάζει και η θέληση του για αντίσταση ναρκώνεται.

Βιογραφία Διονυσίου Σολωμού






 Η σημαντικότερη ποιητική φυσιογνωμία της Επτανησιακής Σχολής και όλης της νεοελληνικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798 από γονείς με διαφορετική κοινωνική καταγωγή, τον ηλικιωμένο κόμη Νικόλαο Σολωμό και την νεαρή Αγγελική Νίκλη, από λαϊκή τάξη που εργαζόταν στο σπίτι του. Σε ηλικία δέκα ετών (1908) εστάλη στην Ιταλία για σπουδές κοντά σε Ιταλούς δασκάλους στο Λύκειο της Κρεμόνας και μετά σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Παβίας. Στην Ιταλία έρχεται σε επαφή με τους λογοτεχνικούς κύκλους και παρακολουθεί την έντονη πνευματική κίνηση που παρουσιαζόταν εκεί. Γνωρίζεται με νέους ποιητές και δημιουργεί φιλικές σχέσεις με τον γνωστό τότε νεοκλασικιστή ποιητή Vincenzo Monti, με τον οποίο, όπως μας παραδίδεται από το φίλο του Σολωμού Ιάκωβο Πολυλά, είχε και μια διχογνωμία σχετικά με την ερμηνεία ενός στίχου του Δάντη. Στην άποψη του Monti ότι «δεν πρέπει να συλλογίζεται κανείς τόσο, πρέπει να αισθάνεται, να αισθάνεται» ο εικοσάχρονος τότε Σολωμός απάντησε ότι «πρέπει πρώτα με δύναμη να συλλάβει ο νους κι έπειτα η καρδιά θερμά να αισθανθεί ό,τι ο νους εσυνέλαβε».

Αρχίζει να μελετάει σύγχρονους αλλά και παλαιότερους Ιταλούς ποιητές, όπως ο Αλφιέρι, ο Πόντι, ο Manzoni, ο Φώσκολος, ο Δάντης, ο Πετράρχης, οι οποίοι του ασκούν βαθύτατη επίδραση. Εκεί άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιητικά έργα στα λατινικά και τα ιταλικά και να διαμορφώνει το ποιητικό του πιστεύω. Στο πνευματικό κλίμα της Ιταλίας γνώρισε από κοντά την έντονη πάλη μεταξύ ρομαντισμού και νεοκλασικισμού και τη διαμάχη για το γλωσσικό ζήτημα, γεγονός που τον επηρέασε στη συνέχεια στη στάση του απέναντι στο ελληνικό γλωσσικό πρόβλημα. Για τον Σολωμό η εθνική παιδεία προϋπέθετε την εθνική γλώσσα του λαού. Πίστευε στην αξία της λαϊκής τέχνης και της λαϊκής γλώσσας, γι’ αυτό και όταν επέστρεψε στη Ζάκυνθο το 1818 έσπευσε να μελετήσει τη λαϊκή παράδοση μέσα από το δημοτικό τραγούδι, την κρητική λογοτεχνία και την ποίηση του Βηλαρά και του Χριστόπουλου.

Σημαδιακή για τον Σολωμό στάθηκε η γνωριμία του το 1822 με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο οποίος έφτασε στη Ζάκυνθο καλεσμένος του Λόρδου Γκίλφορτ. Στη συνάντηση που είχαν ο Τρικούπης, όταν άκουσε του Σολωμό να του διαβάζει μια ιταλική ωδή, του παρατήρησε ότι ο προορισμός του δεν είναι να λάβει μια θέση στον ιταλικό Παρνασσό, αλλά να γίνει ο θεμελιωτής της ελληνικής φιλολογίας. Έτσι, ενθαρρυμένος συνέχισε τη μελέτη της μητρικής του γλώσσας με μεγαλύτερο ενδιαφέρον και άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα στα ελληνικά.  Τα νεανικά του ποιήματα (1818-1823) είναι γραμμένα σε στίχους τροχαϊκούς ή ιαμβικούς που θυμίζουν ιταλική στιχουργία, αλλά είναι επηρεασμένα και από την ποίηση του Χριστόπουλου.

Το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 συγκλονίζει τον νεαρό Έλληνα ποιητή και γίνεται η πηγή της έμπνευσής του. Το Μάιο του 1823 σε ένα ξέσπασμα λυρικού ενθουσιασμού γράφει σε διάστημα ενός μηνός, όπως μας πληροφορεί ο Ιάκωβος Πολυλάς, τον  Ύμνο εις την Ελευθερίαν, ένα ποίημα πηγαίο, ορμητικό που θα τον καθιερώσει ως μεγάλο ποιητή. Η έκδοση του Ύμνου τον επόμενο χρόνο έκανε τον Σολωμό γνωστό και δημοφιλή και μεταφράστηκε στις περισσότερες ξένες γλώσσες, γεγονός που ενίσχυσε το κίνημα του φιλελληνισμού.

Τον επόμενο χρόνο (1823) έγραψε την ωδή Εις το θάνατο του Λόρδ Μπάιρον θέλοντας να τιμήσει τον μεγάλο φιλέλληνα ποιητή. Την ίδια χρονιά συνέθεσε το Διάλογο, στον οποίο με πολλή θέρμη υποστηρίζει τη δημοτική γλώσσα και λίγο αργότερα τη Γυναίκα της Ζάκυθος (1826), πεζό κείμενο με σατιρικό και οραματικό χαρακτήρα.

Το 1828 εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα όπου επεξεργάζεται το ποίημα Λάμπρος που ήδη είχε ξεκινήσει στη Ζάκυνθο, χωρίς ποτέ να το ολοκληρώσει.

Το 1833, που αρχίζει να γράφει τον Κρητικό, το πρώτο από τα μεγάλα του έργα, είναι μια κρίσιμη χρονολογία για τον Σολωμό γιατί μια οικογενειακή δίκη έρχεται να ταράξει την ηρεμία του. Τη δίκη υποκίνησε ο ετεροθαλής αδελφός του Ιωάννης Λεονταράκης, πρώτος γιος από το δεύτερο γάμο της μητέρας του, που ήθελε να αποδείξει ότι ήταν γιος του γέρου Σολωμού και νόμιμος κληρονόμος του. Παρά την τελική δικαίωση του Σολωμού μετά από εξαετή δίκη, ο ποιητής βγήκε ψυχικά τραυματισμένος, γεγονός που σφράγισε τη μετέπειτα ζωή του.

Ο Κρητικός, ένα έργο της ωριμότητας του Σολωμού είναι «σαν μια εξομολόγηση του ποιητικού ανθρώπου και μας αποκαλύπτει μια καινούρια ολότελα αίσθηση του λυρικού, παρόμοια με εκείνη που αποκάλυπταν σύγχρονα άλλοι κορυφαίοι ποιητές», σημειώνει ο Λίνος Πολίτης και αποτελεί «μια διείσδυση προς τις ρίζες της εθνότητας, προς μια βαθύτερη συνείδηση του νεοελληνικού λόγου».

Τον ίδιο χρόνο αρχίζει την συγγραφή των Ελεύθερων Πολιορκημένων, το ποίημα που τον απασχόλησε όσο κανένα άλλο, αφού το δούλευε για πολλά χρόνια μέχρι και το θάνατό του, χωρίς ποτέ να του δώσει ολοκληρωμένη μορφή.
Παράλληλα γράφει τον Πόρφυρα ο οποίος έμεινε και αυτός ανολοκλήρωτος.

Εκτός από τις μεγάλες ποιητικές του συνθέσεις έγραψε και πολλά άλλα μικρότερα ποιήματα στα ελληνικά και ιταλικά εμπνευσμένα από γεγονότα της Επανάστασης (Η καταστροφή των Ψαρών) ή κοινωνικά (Η φαρμακωμένη) και μετέφρασε Ιταλούς κυρίως ποιητές. Προς το τέλος της ζωής του ξαναγράφει ιταλικά ποιήματα.

Πέθανε στην Κέρκυρα αφήνοντας ένα σπουδαίο ποιητικό έργο, το οποίο εξέδωσε ο στενός του φίλος Ιάκωβος Πολυλάς με τίτλο Ευρισκόμενα το 1859. Συνολική όμως έκδοση των έργων του σε τρεις τόμους με καινούρια χειρόγραφα που βρέθηκαν αργότερα έγινε από τον Λίνο Πολίτη.

Ο Διονύσιος Σολωμός υπήρξε κορυφαίος ποιητής και στοχαστής. Η ποίησή του συμπυκνώνει μέσα της όλα τα στοιχεία της ελληνικής ποιητικής παράδοσης. Η Επανάσταση του 1821 αποτέλεσε κατά κύριο λόγο την πηγή της έμπνευσής του, γι’ αυτό και προσπάθησε να αποτυπώσει με την ποίησή του τα οράματα του αγωνιζόμενου γένους του. Προσηλωμένος στην ιδέα της τελειότητας προσπάθησε να εκφράσει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ποιητικές του συλλήψεις, προσκολλημένος στο ιδανικό της τέχνης του. Όλη η ζωή του ήταν ένας αγώνας για την τελείωση του έργου του. Η έντονη όμως επιθυμία του για τη μορφική τελειότητα των έργων, μας άφησε σε μεγάλο βαθμό αποσπασματικό το έργο του, που όμως διακρίνεται για την βαθιά στοχαστικότητα και την καθαρότητα των ιδεών του.

Η ποιητική προσωπικότητα του Σολωμού επηρέασε άμεσα τη γενιά του, αφού οι επτανήσιοι ποιητές έχουν βαθιά χαραγμένη στο έργο τους την σφραγίδα του μεγάλου ζακυνθινού ποιητή. Όλοι οι μεταγενέστεροι ποιητές παραμένουν στη βαριά σκιά του Σολωμού.

Δ.Σολωμός :"Ελεύθεροι Πολιορκημένοι"



Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

Σαν σήμερα έφυγε ο σπουδαίος Ν.Καζαντζάκης


1883-1957
Αναγνωρίστηκε ως ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες και ως ο περισσότερο μεταφρασμένος παγκοσμίως. Ο Νίκος Καζαντζάκης έγινε ευρέως γνωστός μέσω της κινηματογραφικής απόδοσης των έργων του «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται», «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» και «Ο Τελευταίος Πειρασμός». Γεννήθηκε  στο Ηράκλειο Κρήτης στις 18 Φεβρουαρίου του 1883. Ήταν γιος του εμπόρου γεωργικών προϊόντων και κρασιού Μιχάλη Καζαντζάκη και της Μαρίας και είχε δύο αδελφές.
Στο Ηράκλειο έβγαλε το γυμνάσιο και το 1902 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ξεκίνησε νομικές σπουδές. Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1906 δημοσιεύοντας το δοκίμιο «Η Αρρώστια του Αιώνος» και το πρώτο του μυθιστόρημα «Όφις και Kρίνο» (με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβάμη). Τον επόμενο χρόνο ξεκίνησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Το 1910 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Το 1911 παντρεύτηκε τη Γαλάτεια Αλεξίου, στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, στο νεκροταφείο Ηρακλείου, κι αυτό γιατί φοβόταν τον πατέρα του, που δεν ήθελε για νύφη τη Γαλάτεια. Στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, το 1912, κατατάχτηκε εθελοντής, αποσπασμένος στο γραφείο του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου.
Το 1919 ο Ελευθέριος Βενιζέλος διόρισε τον Καζαντζάκη Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Περιθάλψεως με αποστολή τον επαναπατρισμό Ελλήνων από την περιοχή του Καυκάσου. Οι εμπειρίες που αποκόμισε αξιοποιήθηκαν αργότερα στο μυθιστόρημα του «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται». Τον επόμενο χρόνο, μετά την ήττα του κόμματος των Φιλελευθέρων, ο Καζαντζάκης αποχώρησε από το Υπουργείο Περιθάλψεως και πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια στην Ευρώπη.
Εργάστηκε ως ανταποκριτής των εφημερίδων Ελεύθερος Τύπος και Καθημερινή, εκδίδεται το διαζύγιό του με την πρώτη του σύζυγο και γνωρίζει την Ελένη Σαμίου, το 1924 με την οποία έζησε 21 χρόνια χωρίς γάμο. Τον Μάιο του 1927 απομονώθηκε στην Αίγινα με σκοπό την ολοκλήρωση της «Οδύσσειας». Τον ίδιο χρόνο ξεκίνησε την ανθολογία των ταξιδιωτικών του άρθρων για την έκδοση του πρώτου τόμου του «Ταξιδεύοντας», ενώ το περιοδικό Αναγέννηση, του Δημήτρη Γλυνού, δημοσίευσε την «Aσκητική», το φιλοσοφικό του έργο.
Τον Οκτώβριο του 1927, ο Καζαντζάκης φεύγει για τη Μόσχα προσκαλεσμένος από την κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης, για να πάρει μέρος στις γιορτές για τα δεκάχρονα της Οκτωβριανής Επανάστασης. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ελληνορουμάνο λογοτέχνη Παναΐτ Ιστράτι, μαζί με τον οποίον επέστρεψε στην Ελλάδα. Το 1930 θα δικαζόταν, πάλι, ο Καζαντζάκης για αθεϊσμό, για την «Ασκητική». Η δίκη ορίσθηκε για τις 10 Ιουνίου, αλλά κι αυτή δεν έγινε ποτέ. To 1931 επέστρεψε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε εκ νέου στην Αίγινα, όπου ανέλαβε τη συγγραφή ενός γαλλοελληνικού λεξικού. Το 1943 ολοκλήρωσε τη συγγραφή του μυθιστορήματός του «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά».
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, δραστηριοποιήθηκε έντονα στην ελληνική πολιτική ζωή, αναλαμβάνοντας την προεδρία της Σοσιαλιστικής Εργατικής Κίνησης, ενώ διετέλεσε και υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου της κυβέρνησης του Σοφούλη από τις 26 Νοεμβρίου του 1945 έως τις 11 Ιανουαρίου του 1946.
Παραιτήθηκε από το αξίωμά του μετά από την ένωση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Το Μάρτιο του 1945 προσπαθεί να πάρει μια θέση στην Ακαδημία της Αθήνας, αλλά αποτυγχάνει για δύο ψήφους. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου παντρεύεται την Ελένη Σαμίου, στον Άι - Γιώργη τον Καρύτση, με κουμπάρους τον Άγγελο και την Άννα Σικελιανού.
Τρεις φορές προτάθηκε ο Καζαντζάκης για το Βραβείο Νόμπελ. Επίσης δυο φορές προτάθηκε, το 1952 και 1953, απ' τη Νορβηγική Εταιρεία Λογοτεχνών, ποτέ όμως απ' την Ακαδημία της Αθήνας. Το 1953 προσβλήθηκε από μία μόλυνση στο μάτι, γεγονός που τον υποχρέωσε να νοσηλευτεί αρχικά στην Ολλανδία και αργότερα στο Παρίσι.
Τελικά έχασε την όρασή του από το δεξί μάτι. Ενώ ο Καζαντζάκης είχε επιστρέψει από την Αντίμπ στην Ελλάδα, η Ορθόδοξη Εκκλησία εκκινούσε τη δίωξή του. Κατηγορήθηκε ως ιερόσυλος, με βάση αποσπάσματα από τον «Kαπετάν Mιχάλη» και το σύνολο του περιεχομένου του «Τελευταίου Πειρασμού». Ο ίδιος ο Καζαντζάκης, απαντώντας στις απειλές της εκκλησίας για τον αφορισμό του, έγραψε σε επιστολή του: Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ.
Το 1957 η υγεία του είχε κλονιστεί από λευχαιμία.  Νοσηλεύτηκε στην Κοπεγχάγη όπου τελικά κατέληξε στις 26 Οκτωβρίου του 1957 σε ηλικία 74 ετών. Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη στο Ηράκλειο Κρήτης, χαράχθηκε, όπως το θέλησε ο ίδιος, η επιγραφή: Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος.