Κυριακή 19 Μαΐου 2019

Ύλη εξετάσεων 2018- 2019

Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

1. Του γιοφυριού της Άρτας, Δημοτικό τραγούδι                         

2. Θούριος, Ρ.Βελεστινλής                                                              

3. Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Δ.Σολωμός                                     

4. Όσο μπορείς, Κ.Π.Καβάφης                                                       

5. Πρώτες Ενθυμήσεις, Π.Δέλτα                                           

6.Αυτοβιογραφία, Ε.Μαρτινέγκου                         
                       
7. Ζητείται ελπίς, Α.Σαμαράκης                                                    

8. Η τελευταία αρκούδα της Πίνδου, Δ.Χατζής

Μαρτινέγκου Αυτοβιογραφία


Σημειώσεις για την Αυτοβιογραφία 

Σημειώσεις Ελεύθεροι Πολιορκημένοι


Ελεύθεροι πολιορκημένοι   Διον. Σολωμού
Το έργο
Στο διάστημα της πολιορκίας του Μεσολογγίου από τους Τούρκους ο ποιητής βρισκόταν στο απέναντι μέρος, στην πατρίδα του τη Ζάκυνθο, και συμμετείχε ψυχικά στο δράμα των Μεσολογγιτών. Από αυτή τη βίωση των γεγονότων προέκυψε το ποίημα του χρέους(Χρέος ήταν η πρώτη ονομασία του ποιήματος, που αργότερα πήρε τον τίτλο Ελεύθεροι πολιορκημένοι , το οποίοι ποιητής αρχίζει να συνθέτει το 1826. Το ποίημα αυτό απασχόλησε τον ποιητή όσο κανένα άλλο, όμως ποτέ δεν ολοκληρώθηκε και έφτασε σ΄ εμάς σε αποσπάσματα, τα οποία ανήκουν σε Τρία Σχεδιάσματα, που το καθένα αντιπροσωπεύει όχι μόνο διαφορετικό στάδιο επεξεργασίας αλλά και διαφορετική ποιητική αντίληψη

Το ιστορικό πλαίσιο

Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι αναφέρονται στη δωδεκάμηνη πολιορκία του Μεσολογγίου (Απρίλιος 1825-Απρίλιος 1826) από τους Τούρκους και στη συνέχεια από τους Αιγυπτίους. Οι Μεσολογγίτες αμύνονται κατά τη διάρκεια της Πολιορκίας με σθένος. Υπομένουν καρτερικά και παλεύουν απέναντι στο Κακό: Τις φυσικές κακουχίες (πείνα, αρρώστιες, τον θάνατο), τον εξωτερικό εχθρό δηλ. τους Τούρκους, αλλά και τον εσωτερικό δηλ. τον ίδιο τους τον εαυτό που τους καλεί να γευτούν τον πειρασμό της άνοιξης και του έρωτα, την ίδια τη ζωή, συνθηκολογώντας με τον εχθρό. Αυτοί όμως κατόρθωσαν να νικήσουν το Κακό, διατηρώντας ακέραιο το ήθος τους παραμένοντας ουσιαστικά, εσωτερικά ελεύθεροι, αν και ήταν πολιορκημένοι. Το Καλό νίκησε και η εσωτερική τους πάλη, τους έκανε να ξεπεράσουν την ανθρώπινη τους φύση και να τους οδηγήσει στην ηθική ολοκλήρωση

Σχεδίσμα Β, Απόσπασμα 1


Το θέμα του συγκεκριμένου αποσπάσματος είναι η πείνα και η εξάντληση των αγωνιστών που πολιορκούνταν στο Μεσολόγγι το 1826

‘Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει’
Στον στίχο αυτό δεσπόζει το ρήμα βασιλεύει που τοποθετημένο στο τέλος δίνει έμφαση με τη βαρύτητα που έχει ως σημασία. Δεν υπάρχει απλά ησυχία .Κυριαρχεί απόλυτη σιωπή και το ρ. βασιλεύει δίνει απόλυτα αυτή την εντύπωση. Επίσης δημιουργείται ένα τέτοιο αισθητικό αποτέλεσμα αφού χρησιμοποιείται μεταφορικά
Αξιοσημείωτη είναι η επιλογή των λέξεων άκρα του τάφου σιωπή από τον ποιητή. Οι  συγκεκριμένες λέξεις μπορούν να συσχετισθούν μεταξύ τους με ποικίλους τρόπους,  ως εξής: άκρα σιωπή δηλ απόλυτη σιωπή . Επίσης, άκρα του τάφου, που ισοδυναμεί με τον υπερθετικό βαθμό του επιθέτου δηλ. ακρότατη .και τέλος, του τάφου σιωπή , που ισοδυναμεί με την νεκρική σιωπή. Η χρήση λοιπόν της λέξης τάφος περιγράφει βιωματικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την έννοια της απόλυτης σιωπής, πράγμα που δεν θα μπορούσε να γίνει ΄τόσο αποτελεσματικά με τη χρήση άλλης λέξης
Σημείωση: Είναι γνωστή η «αγωνία του λόγου», όπως λέμε ενός ποιητή και ειδικά του Σολωμού που πασχίζει να βρει τη «μοναδική» λέξη για να «ντύσει» το περιεχόμενο του με την καλύτερη δυνατή μορφή. Το λογοτεχνικό ύφος αποτελεί τις συγκεκριμένες  λεκτικές επιλογές ενός ποιητή που γίνονται μέσα από τη βιωματική-συγκινησιακή χρήση της γλώσσας.
Έτσι ο α΄ στίχος με τις συγκεκριμένες λεκτικές επιλογές αναδεικνύει απόλυτα την αίσθηση και την εικόνα της απόλυτης ακινησίας

Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει
Σε αντίθεση με τον α΄ στίχο έρχεται ο β΄ με την παρουσία εμψύχων, τη δράση και τη συναισθηματική αντίδραση. Αυτό δηλώνεται με τη συσσώρευση τριών ρημάτων (σε σχέση με το ένα του α΄ στίχου). Αξιοσημείωτη είναι η παρήχηση του λ και του ρ, που αισθητοποιούν με τον καλύτερο τρόπο την αντίθεση ανάμεσα στο πουλάκι ,που έχει κάτι να φάει και τη Μεσολογγίτισσα μάνα που το ζηλεύει γιατί δεν έχει να ταΐσει το παιδί της. Το ανθρώπινο πλάσμα, το ανώτερο στην κυριαρχία των όντων, βρίσκεται σε κατώτερη μοίρα από το πουλί, το υποδεέστερο

Τα μάτια η πείνα εμαύρισε. Στα μάτια η μάνα μνέει
Το α΄ ημιστίχιο με μια χαρακτηριστική οπτική εικόνα «δείχνει» το μέγεθος της πείνας. Ταυτόχρονα μας θυμίζει εκείνη την έκφραση «μαύρισε το μάτι μου», έκφραση που απεικονίζει παραστατικά τη μεγάλη στέρηση. Η επανάληψη της λ. μάτια, επισημαίνει το σημείο όπου φανερώνεται η στέρηση. Η πείνα λοιπόν, αποτυπώνεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, στα μάτια, που αποτελούν το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου. Και είναι το πολυτιμότερο αγαθό, αφού ένας από τους βαρύτερους όρκους, αναφέρεται σ΄ αυτά: «στο φως μου».(Ας θυμηθούμε και την τρυφερή προσφώνηση της μάνας στο παιδί «μάτια μου».

Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει
Κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου βρίσκονταν σ αυτό και πολλοί Σουλιώτες. Εδώ λοιπόν έχομε τη συγκλονιστική εικόνα του Σουλιώτη πολεμιστή, (καλός όχι με την στενά ηθική σημασία, αλλά με την πολεμική τελειότητα), ο οποίος στέκει «παράμερα», και κλαίει, όχι φυσικά από φόβο, αλλά από φιλότιμο και πίκρα, γιατί η πείνα τον έχει αποδυναμώσει, και έχει έτσι αχρηστεύσει την ιδιότητα του πολεμιστή. Το «κλαίει» δεν είναι δειλία είναι  περηφάνια. Αυτή η εικόνα έρχεται σε αντίθεση με με τη εικόνα του γενναίου και σκληροτράχηλου πολεμιστή.

«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄ έχω ‘ γώ στο χέρι:
οπού συ μου ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει»
Εδώ ο Σουλιώτης απευθύνεται στο τουφέκι του (προσωποποίηση), αποκαλώντας το έρμο και σκοτεινό (=καημένο, παρατημένο, δύστυχο), θεωρώντας μάταιη την ύπαρξη του. Στον τελευταίο στίχο α) αιτιολογείται το περιεχόμενο των δύο προηγούμενων στίχων και β) επιτείνεται η απελπισία του πολεμιστή που οφείλεται στο γεγονός ότι οι εχθροί γνωρίζουν την εξάντληση και την αδυναμία του, πράγμα που κάνει τη θέση των πολιορκημένων, ακόμη δυσχερέστερη.

Σημειώσεις
Τα πρόσωπα του «δράματος»
Η Μεσολογγίτισσα μάνα εκπροσωπεί τον άμαχο πληθυσμό, ενώ ο Σουλιώτης υπερασπιστής του Μεσολογγίου, τους πολεμιστές .Τα δύο αυτά πρόσωπα έχουν κοινά χαρακτηριστικά: α) και οι δύο είναι πεινασμένοι και εξαντλημένοι β) και οι δύο βρίσκονται παράμερα, στο περιθώριο γ) και οι δύο έχουν χάσει τις πραγματικές τους ιδιότητες: η μάνα της τροφού  και ο Σουλιώτης του πολεμιστή.


Εκφραστικά μέσα
Ο ποιητής, προκειμένου να «ντύσει» το περιεχόμενο των στίχων του με το τελειότερο «ένδυμα», την τελειότερη μορφή και παράλληλα να αισθητοποιήσει μα τον πιο παραστατικό τρόπο την δραματική κατάσταση των πολιορκημένων χρησιμοποιεί τα παρακάτω εκφραστικά μέσα:
  • Εικόνες(ηχητικές και οπτικές): ο κάμπος με τη νεκρική σιωπή, το πουλί που λαλεί και τρώει, η μάνα με τους μαύρους κύκλους  στα μάτια, ο Σουλιώτης που κλαίει και μιλάει στο τουφέκι του.
  • Ο διάλογος του Σουλιώτη με το τουφέκι του (προσωποποίηση)
  • Η μεταφορά: του τάφου, βασιλεύει, σκοτεινό)
  • Παρήχηση του λ και του ρ: λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί
  • Επανάληψη: τα μάτια….στα μάτια
  • Αντιθέσεις: α)Ο α΄ με τον β΄ στίχο, δηλ. η απόλυτη, νεκρική σιωπή και ακινησία με τη κίνηση, τη δράση και την ύπαρξη εμψύχων. β)το α΄ ημιστίχιο του β΄ στίχου, με το β΄ ημιστίχιο: το πουλάκι έχει να φάει εν αντιθέσει με τον άνθρωπο, ένα όν ανώτερο.γ)Η εικόνα του καλού Σουλιώτη έρχεται σε αντίθεση με την αναμενόμενη εικόνα του γενναίου πολεμιστή. δ) μπορούμε να αναφέρουμε και τον τίτλο του αποσπάσματος ελεύθεροι(εσωτερικά) αλλά πολιορκημένοι( από τον φυσικό εχθρό και τον πόθο για τη ζωή που οργιάζει έξω)
  • Χρήση επιθετικών προσδιορισμών: άκρα σιωπή, Σουλιώτης ο καλός, τουφέκι σκοτεινό, αλλά και ελεύθεροι πολιορκημένοι(αντιφατικός)


Σχεδίασμα Β, Απόσπασμα 2
Το θέμα του αποσπάσματος είναι η ομορφιά της ανοιξιάτικης φύσης, που καλεί τους Μεσολογγίτες να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους και να απολαύσουν τη ζωή.

Δομή: Στιχ. 1-3 μας δίνεται το θέμα, στιχ. 3-11 οι εικόνες της φύσης, στιχ. 12-13 η πρόκληση της φύσης να εγκαταλείψουν τον αγώνα.

Στιχ. 1-2: Η φανταστική εικόνα του χορού ανάμεσα στον Απρίλη και τον Έρωτα
Στον 1ο στίχο αξιοπρόσεκτες είναι δύο προσωποποιήσεις που λειτουργούν συμβολικά: Ο Απρίλης, μήνας της άνοιξης, οπότε ανθίζουν τα περισσότερα φυτά, συμβολίζει την αναγέννηση και την ομορφιά της φύσης, ενώ ο Έρωτας συμβολίζει τη δημιουργία και γενικότερα τη χαρά. Επίσης τα ρήματα χορεύουνε και γελούνε


συμπληρώνουν το σκηνικό της γιορτινής ατμόσφαιρας. Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η δραματική αντίθεση ανάμεσα στην γιορτή της φύσης και το τραγικό σκηνικό της πολιορκημένης πόλης.
Στο στχ. 2, παρατηρούμε τη σύγκριση που εξισώνει τα όπλα με τα άνθη και τους καρπούς(κι όσα΄……τόσα).Το β΄ πρόσωπο (σε) στο οποίο απευθύνεται ο ποιητής είναι η ψυχή των πολιορκημένων.

Στιχ. 3-11: Οι εικόνες της ανοιξιάτικης φύσης
Εδώ έχουμε 4 εικόνες, πραγματικές πια και όχι φανταστικές: Οι 3 είναι από τον κόσμο των έμψυχων και η 4η από τον κόσμα των ανόργανων πραγμάτων.
1η εικόνα: παρουσιάζει ένα κοπάδι λευκά πρόβατα και το είδωλο τους πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας καθώς ενώνεται με τις ομορφιές του ουρανού, που καθρεφτίζονται κι αυτές στο νερό. Στην εικόνα υπάρχει κίνηση (κινούμενο) και ήχος( βελάζει). Αξιοσημείωτος είναι ο συσχετισμός των τριών στοιχείων της φύσης, βουνού, θάλασσας και ουρανού, αφού ο ποιητής παρομοιάζει το λευκό κοπάδι των προβάτων ως προς το σχήμα του με λευκό βουναλάκι, σχήμα το οποίο καθρεπτίζεται πάνω στα νερά της θάλασσας, σμίγοντας με την ομορφιά του ουρανού.
2η εικόνα: παρουσιάζει μια γαλάζια πεταλούδα, από τη μια να είναι βιαστική και να καθρεφτίζεται στα νερά της λίμνης του Μεσολογγίου και από την άλλη να κοιμάται μέσα σ΄ έναν ευωδιαστό άγριο κρίνο.(οσφρητική εικόνα)
3η εικόνα: Ένα μικρό και ασήμαντο σκουλήκι σε στιγμές χαράς και ευτυχίας.
4η εικόνα:εδώ έχουμε τα άψυχα της φύσης(μαύρη πέτρα) και τα νεκρά(ξερό χορτάρι), που μετουσιώνονται σε πανέμορφα(ολόχρυσα).Η εικόνα αυτή όπως και η προηγούμενη, υποδηλώνουν ότι και τα πιο απλά, ασήμαντα πλάσματα, όπως το σκουλήκι, ακόμα και τα ανόργανα, όπως η πέτρα και τα χόρτα, τώρα την άνοιξη αποκτούν εξαιρετική ομορφιά, γεγονός που κάνει ακόμη πιο δύσκολα τον αγώνα των πολιορκημένων.
Σημειώσεις: α)Αξιοπρόσεκτο είναι ότι οι εικόνες δίνονται σε φθίνουσα κλίμακα: από το μεγάλο και το ευρύ στο μικρό και ασήμαντο: από τη εικόνα της θάλασσας και του ουρανού προχωρούμε σε μικρότερο οπτικό πεδίο, για να καταλήξουμε στην εικόνα με το σκουλήκι και με την χωρίς στοιχείο ζωής τελευταία εικόνα.
β) Ο στιχ. 10 αποτελεί την κατακλείδα των εικόνων και δίνει άλλες διαστάσεις στην ομορφιά της φύσης μεταφέροντας την στην σφαίρα του μαγικού και του ονειρικού.
γ)στις 3 πρώτες εικόνες κυριαρχεί μια κίνηση σε αντίθεση με την 4η όπου υπάρχει ακινησία.
δ)Με όλες αυτές τις εικόνες ο ποιητής αγκαλιάζει όλη την πλάση(ουρανό,γη, θάλασσα), αλλά και το σύνολο των ζώων, αυτά που περπατούν (πρόβατα), πετούν (πεταλούδα) ή έρπουν( σκουλήκι) ακόμη και τα μη έμβια. Έτσι ο ποιητής με την τεχνική της εικόνας πραγματοποιεί την πρόθεσή του, που είναι παρουσιάζει όλα τα στοιχεία της φύσης να πολιορκούν την ανθρώπινη ψυχή και να την προκαλούν να απολαύσει την ομορφιά της άνοιξης, εγκαταλείποντας τον αγώνα.

Στιχ. 12-13 Η ιδέα του ποιητή-Το τραγικό δίλημμα των πολιορκημένων
Η ζωή που ξεχύνεται (χύνεται) και μιλάει(κρένει) με πληθωρικό τρόπο καλεί τους Μεσολογγίτες; να την απολαύσουν, εγκαταλείποντας τον αγώνα τους. Μάλιστα τώρα την άνοιξη η ζωή είναι χίλιες φορές πιο όμορφη και επομένως όποιος την εγκαταλείψει πεθαίνει χίλιες φορές! Η γλυκιά αυτή πρόκληση δημιουργεί δίλημμα στη ψυχή των πολιορκημένων ανάμεσα στην απόλαυση της ζωής και τον ηρωικό αγώνα. Προφανώς με την επιλογή τους και την ηρωική έξοδο τους, έδωσε αφορμήστον ποιητή να εκφράσει την ιδέα του: Η εσωτερική ελευθερία , παρά τη όποια πάλη, νικάει την όποια μορφή βίας(φυσικός εχθρός-Τούρκοι, βασανιστική ομορφιά της φύσης, επιθυμία για ζωή).



Γιατί «Ελεύθεροι πολιορκημένοι;»

Ο άνθρωπος ακόμη κι αν του στερήσουν τα πάντα, έχει κάτι απόλυτα δικό του: την ψυχή του και τη θέληση που ξεπηδάει απ΄ αυτήν. Όταν είναι δοσμένη σε κάτι υψηλό, καμιά εξωτερική βία δεν είναι ικανή να την υποδουλώσει. Όσο η ψυχή παλεύει γι αυτό, μένει ελεύθερη. Έτσι και οι Μεσολογγίτες αν και ήταν πραγματικά πολιορκημένοι,(και απ τους Τούρκους και από τη πείνα και από τον πόθο της ζωής)  παρέμειναν ψυχικά-εσωτερικά ελεύθεροι. Γίνεται δούλος ο άνθρωπος όταν η ψυχή του αδειάζει και η θέληση του για αντίσταση ναρκώνεται.

Οσο μπορείς , Κ.Π.Καβάφης


Σημειωσεις για το ποιημα εδω

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019

Τώρα: σχόλια


Για σχόλια σχετικά με το ποίημα πατήστε εδώ

Α. Χριστόπουλος

Χριστόπουλος Αθανάσιος


Τόπος Γέννησης:Καστοριά
Έτος Γέννησης:1772
Έτος Θανάτου:1847
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:Ποίηση
Θέατρο - Σενάριο
Μελέτη

Βιογραφικό Σημείωμα
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (1772-1847)


Ο Αθανάσιος Χριστόπουλος γεννήθηκε στην Καστοριά. Γιος κληρικού πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, όπου είχε καταφύγει η οικογένειά του λόγω οικονομικών δυσχερειών. Μαθήτευσε στο Λύκειο Βουκουρεστίου με δάσκαλο τον Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, ο οποίος άσκησε μεγάλη επίδραση στις γλωσσικές και φιλοσοφικές απόψεις του Χριστόπουλου. Σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία, ξένες γλώσσες και λατινικά στη Βούδα και το 1794 έφυγε για την Πάντοβα, όπου, αν και ξεκίνησε με σπουδές ιατρικής, κατέληξε να αφοσιωθεί στα νομικά. Το 1797 επέστρεψε στο Βουκουρέστι, γνώρισε τον Λάμπρο Φωτιάδη και μπήκε στον κύκλο του Καταρτζή. Εργάστηκε για πολλά χρόνια ως οικοδιδάσκαλος στην Αυλή του ηγεμόνα Μουρούζη και απέκτησε τον τίτλο του καμινάρη. Ακολούθησε ένα διάστημα παραμονής στην Πόλη. Μετά το 1812 πέρασε στην Αυλή του ηγεμόνα της Βλαχίας Ιωάννη Καρατζά και ανακηρύχτηκε άρχων μέγας λογοθέτης. Με ανάθεση του Καρατζά ο Χριστόπουλος συνέγραψε το Ιδιωτικό Δίκαιο από κοινού με τον αδερφό του Κυριάκο, και έγινε νομικός σύμβουλος του Καρατζά. Μετά την ανάκληση του τελευταίου από την ηγεμονία το 1820 ο Χριστόπουλος έφυγε για την Τρανσυλβανία, όπου συνέχισε τη συγγραφική του δραστηριότητα. Ταξίδεψε στα Επτάνησα ως απεσταλμένος της Φιλικής Εταιρίας και έμεινε δύο μήνες στη Ζάκυνθο, υπήρξε μέλος της επαναστατικής επιτροπής στις Ηγεμονίες και σύμβουλος του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Μετά την επανάσταση προσπάθησε να εγκατασταθεί στον απελευθερωμένο ελλαδικό χώρο, αναγκάστηκε ωστόσο, κυρίως λόγω του αντιφαναριωτικού πνεύματος που κυριαρχούσε, να φύγει το 1836 ξανά για την Τρανσυλβανία. Πέθανε το Γενάρη του 1847 στο Βουκουρέστι. Το συγγραφικό έργο του Χριστόπουλου περιλαμβάνει μια Γραμματική της αιολοδωρικής διαλέκτου (1805), όπου υποστήριξε τη γλωσσική θεωρία του Καταρτζή και υπεραμύνθηκε της ‘λαλουμένης’ γλώσσας, το τετράπρακτο ιστορικό δράμα Αχιλλεύς, που παραστάθηκε στην Αυλή του Μουρούζη με τον τίτλο Ο θάνατος του Πατρόκλου και αποτελεί πρωτόλειο έργο με σαφείς επιδράσεις από τον Διαφωτισμό και τις ιδέες περί αναβίωσης των αρχαιοελληνικών προτύπων, τα Λυρικά, συλλογή βακχικών και ερωτικών (σύμφωνα με δικούς του χαρακτηρισμούς) ποιημάτων, στα οποία συνυπάρχουν η αισιοδοξία και η μελαγχολία, ο ύμνος του έρωτα και η ηθική της ζωής και της ύπαρξης με το στοιχείο του εφήμερου του βίου. Ο Χριστόπουλος μπόλιασε την φαναριώτικη ποίηση με στοιχεία της γαλλικής ποίησης του 18ου αιώνα και της ιταλικής ανακρεόντειας τάσης και τα έργα του γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην εποχή τους. Ο Λίνος Πολίτης στην Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας χαρακτηρίζει τον Χριστόπουλο πρόδρομο του Σολωμού στα πρώτα του βήματα, ως προς τη γλώσσα και τη στιχουργική. Πρέπει να επισημανθεί τέλος η συγγραφή μεταφράσεων, αρχαιολογικών μελετών, πολιτικών σκέψεων και κριτικών δοκιμίων και γενικότερα η πνευματική πολυπραγμοσύνη του.
(Πηγή : Εθνικό Κέντρο Βιβλίου)

Η τελευταία αρκούδα της Πίνδου


 Πολλές πληροφορίες για το απόσπασμα του σχολικού μας βιβλίου μπορείτε να βρείτε εδώ.


 Για την ανάλυση του αποσπάσματος πατήστε  εδώ.
(Παρουσίαση : slideshare )

Δ,Χατζής Βιογραφία

Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών
Χατζής Δημήτρης

  

Τόπος Γέννησης:Ιωάννινα
Έτος Γέννησης:1913
Έτος Θανάτου:1981
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:Πεζογραφία
Δοκίμιο

Βιογραφικό Σημείωμα
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΣ (1913-1981)


Ο Δημήτρης Χατζής γεννήθηκε στα Γιάννενα, γιος του Γεώργιου Χατζή, ποιητή (έγραφε με το ψευδώνυμο Πελλερέν) και εκδότη της εφημερίδας Ήπειρος , και της Αθηνάς το γένος Κυριακοπούλου από το Αίγιο. Είχε έξι αδέρφια. Παρακολούθησε εγκύκλια μαθήματα στην Ιόνιο Σχολή της Αθήνας, αναγκάστηκε όμως να διακόψει το 1930 μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του και επέστρεψε στη γενέτειρά του, όπου ανέλαβε τη συνέχιση της έκδοσης της εφημερίδας και τη συντήρηση της οικογένειάς του. Εκεί τέλειωσε το Γυμνάσιο (Ζωσιμαία Σχολή) και στη συνέχεια γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς να μπορέσει να ολοκληρώσει τις σπουδές του για οικονομικούς λόγους. Το 1932 ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με μαρξιστικούς κύκλους και το 1935 γράφτηκε στο Κ.Κ.Ε. και υπηρέτησε την ιδεολογία του στα Γιάννενα. Ένα χρόνο αργότερα τον συνέλαβε η αστυνομία του Μεταξά και το δικτατορικό καθεστώς τον εξόρισε στη Φελέγανδρο (επέστρεψε το 1937). Μετά την έισοδο των Γερμανών στη χώρα έφυγε για την Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής εντάχτηκε στο ΕΑΜ και στη συνέχεια βγήκε στο αντάρτικο · συνεργάστηκε με τον αντιστασιακό τύπο και στη συνέχεια με την εφημερίδα Ελεύθερη Ελλάδα, στην οποία παρέμεινε ως υπέυθυνος σύνταξης ως το κλείσιμό της (1947). Το καλοκαίρι του 1947 εξορίστηκε στην Ικαρία. Μετά το τέλος του εμφυλίου κατέφυγε ως πολιτικός πρόσφυγας αρχικά στη Ρουμανία και στη συνέχεια στην Ουγγαρία, (που έγινε η δεύτερη πατρίδα του · εκεί έμεινε για τριάντα περίπου χρόνια και έκανε τον πρώτο του γαμο), όπου μελέτησε βυζαντινή και μεταβυζαντινή ιστορία και λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης, κοντά στον καθηγητή Γκιούλα Μόραβσικ. Με τη βοήθεια του προηγουμένου πραγματοποίησε ερευνητική εργασία και διδακτορική διατριβή με θέμα Οι μονωδίες για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, με υποτροφία στην Ακαδημία Επιστημών του Ανατολικού Βερολίνου. Το 1962 επέστρεψε στη Βουδαπέστη, όπου εργάστηκε ως βοηθός καθηγητής στην έδρα της βυζαντινής φιλολογίας και ίδρυσε το Νεοελληνικό Ινστιτούτο, ενώ παράλληλα δημοσίευσε επιστημονικές μελέτες σε εφημερίδες και περιοδικά και υπήρξε επιμελητής των εκδόσεων μεταφράσεων νεοελλήνων λογοτεχνών στα ουγγρικά από τον εκδοτικό οίκο Europa. Το 1967 η δικτατορία του Παπαδόπουλου του απαγόρευσε την επιστροφή στην Ελλάδα. Το 1968 έφυγε από την Ουγγαρία, έχοντας προηγουμένως αρνηθεί την ουγγρική υπηκοότητα και ταξίδεψε για λίγο στο Παρίσι, κατόπιν πιέσεων της γαλλικής αστυνομίας να ζητήσει πολιτικό άσυλο όμως, αρνήθηκε τη θέση βοηθού στην έδρα νεοελληνικών σπουδών που του προσφέρθηκε από το Πανεπιστήμιο και γύρισε στη Βουδαπέστη. Το 1973 εργάστηκε ως καθηγητής νεοελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και δημοσίευσε μαζί με τον Θανάση Χατζή ένα βιβλίο για τη δικτατορία στην Ελλάδα, όπου επέστρεψε οριστικά το καλοκαίρι του 1975, όταν ακυρώθηκαν οι δυο καταδίκες σε θάνατο για  λιποταξία, που τον βάρυναν από την εποχή του εμφυλίου. Το 1975 δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στη Σχολή Μηχανολόγων του Πανεπιστημίου Πατρών με μεγάλη επιτυχία · μετά από αντιδράσεις συντηρητικών κύκλων του Πανεπιστημίου και του Υπουργείου Παιδείας, τα μαθήματα διακόπηκαν. Από το 1975 ως το 1980 ανέπτυξε έντονη πολιτιστική δραστηριότητα, δίνοντας διαλέξεις και συμμετέχοντας σε συζητήσεις σε σχολεία και πανεπιστήμια. Την ίδια περίοδο συνεργάστηκε με τα περιοδικά Δομή και Αντί και εξέδωσε το περιοδικό Πρίσμα, που κυκλοφόρησε τέσσερα τεύχη (το τελευταίο μετά το θάνατό του). Το 1979 παντρεύτηκε την ιστορικό Καίτη Χατζή, με την οποιά απέκτησε μια κόρη την Ελένη - Αγγελίνα. Πέθανε σε σπίτι φίλων στη Σαρωνίδα από καρκίνο των βρόγχων. Οι πρώτες λογοτεχνικές προσπάθειες του Δημήτρη Χατζή τοποθετούνται γύρω στο 1930, οπότε άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα σε εφημερίδες της Ηπείρου. Το 1947 εκδόθηκε το μηθιστόρημά του Η Φωτιά. Ακολούθησαν τέσσερις συλλογές διηγημάτων και ένα ακόμη μυθιστόρημα, καθώς επίσης πολλά δημοσιεύματά του σε εφημερίδες και περιοδικά, που παρέμειναν ανέκδοτα. Το έργο του τοποθετείται στο χώρο του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Ανήκει στους ανανεωτές ρεαλιστές συγγραφείς της μεταπολεμικής ελληνικής πεζογραφίας με κυρίαρχο στοιχείο της γραφής του τον κοινωνικό προβληματισμό. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η συχνά έντονα λυρική διάσταση του λόγου του και η ιδιαίτερη προσοχή που έδωσε στη γλωσσική του έκφραση.
 Πηγη : Εθνικό Κέντρο Βιβλίου

Σχόλια του ποιήματος της Πολυδούρη

Ανάλυση του ποιήματος στον σύνδεσμο που ακολουθεί: Γιατί μ΄αγάπησες

"Μονο γιατί μ΄αγάπησες" Μ.Πένσου



Ρήγας Φεραίος:Βιογραφικά στοιχεία

Ο Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας Φεραίος (1757 - 24 Ιουνίου 1798) ήταν Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής και επαναστάτης. Θεωρείται εθνομάρτυρας και πρόδρομος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ο ίδιος υπέγραφε ως «Ρήγας Βελεστινλής» ή «Ρήγας ο Θεσσαλός» και ουδέποτε «Φεραίος», κάτι που ίσως να είναι δημιούργημα μεταγενέστερων λογίων.[1] Γεννήθηκε στο Βελεστίνο, τις αρχαίες Φερές, το 1757, από εύπορη οικογένεια. Από τη νεανική του ζωή τα μόνα γνωστά είναι αυτά που ίδιος αναγράφει στην Επιπεδογραφία της Φεράς νυν λεγομένης Βελεστίνος, που είναι και ένα ύμνος στη γενέτειρά του.
Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Φεραίου είναι βυθισμένα στον θρύλο και είναι δύσκολο να ανιχνευθούν τα πραγματικά γεγονότα, όπως και ένα μεγάλο μέρος από τις δραστηριότητές του αργότερα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα άτομα με τα οποία συνεργαζόταν συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, αλλά και οι περισσότερες από τις προκηρύξεις του καταστράφηκαν. Αργότερα η ανάγκη δημιουργίας εθνικών ηρώων του υπόδουλου έθνους, σε συνδυασμό με την έλλειψη σχετικής ιστοριογραφίας ανήγαγε πολλούς θρύλους περί του προσώπου του.
Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Περραιβό τα πρώτα του γράμματα λέγεται ότι τα διδάχθηκε από ιερέα του Βελεστίνου και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση. Όταν επέστρεψε, έγινε δάσκαλος στην κοινότητα Κισσού Πηλίου. Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά, και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολών του θείου του. Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά με τον οποίο και ανέπτυξε στενή φιλία. Στην ίδια μονή συνδέθηκε φιλικά με τον συμπατριώτη του τον μοναχό Νικόδημο, ο οποίος του είχε παραχωρήσει τα κλειδιά της βιβλιοθήκης της φημισμένης Αθωνιάδας Σχολής για να εμπλουτίσει τς γνώσεις του.
Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη για σπουδές. Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαντώς Μαυρογένους και ταξίδεψε για το Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον στην ηλικία των 30 χρόνων. Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την ήττα της Τουρκίας (1790) ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε ως υπαίτιος της ήττας και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του. Στη Βιέννη ταξίδεψε μαζί με τον Αυστριακό βαρώνο Ελληνικής καταγωγής Χριστόδουλο Λάνγκενφελτ-Κιρλιανό, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με άλλους ομογενείς.
Στη Βιέννη συνεργάτες του ήσαν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, τυπογράφοι. Στο τυπογραφείο τους τύπωσε τον Θούριο και την Χάρτα που φιλοτεχνήθηκε από τον Αυστριακό λιθογράφο Φρανσουά Μίλλερ, την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων, το Σχολείον των ντελικάτων Εραστών, το Φυσικής απάνθισμα κ.α Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα. Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της «Χάρτας», ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα.
Παράλληλα με τις εκδοτικές του δραστηριότητες, ο Ρήγας προετοίμαζε και την αναχώρησή του από την Αυστρία, κυρίως εξαιτίας του επαναστατικού κλίματος που είχε καλλιεργήσει η Γαλλική Επανάσταση και της διάθεσής του να ενισχύσει τις προσπάθειες του Ναπολέοντα. Το 1792 η υπογραφή της Ρωσοτουρκικής συνθήκης ειρήνης στο Ιάσιο οδηγεί τις ελπίδες του Ρήγα για απελευθέρωση των Ελλήνων από τη Γαλλία και τον Βοναπάρτη. Οι πληροφορίες για τη μυστική επαναστατική δράση του Ρήγα είναι ασαφείς και προέρχονται κυρίως από μαρτυρίες βιογράφων και πληροφορίες τις οποίες απέσπασε η ανάκριση των Αυστριακών αρχών μετά τη σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του. Το συμπέρασμα ούτως ή άλλως είναι ότι δεν υπήρχε οργανωμένος επαναστατικός συνωμοτικός πυρήνας αλλά διάσπαρτες επαφές με ομοεθνείς, τους οποίους διέγειρε ο επαναστατικός ενθουσιασμός του Ρήγα. Το πιθανότερο και επικρατέστερο σενάριο που επικρατεί μέχρι σήμερα για τη σύλληψη του Ρήγα έχει να κάνει σχέση με τη τελευταία φάση προετοιμασίας του που συνδέεται με δύο επαναστατικές προκηρύξεις, το Επαναστατικό Μανιφέστο και την Προκήρυξη, που τυπώθηκε σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων και είναι το εξής. Οι δύο προκηρύξεις στάλθηκαν στον Αντώνη Νιώτη στην Τεργέστη, για να τα παραλάβει ο Ρήγας μαζί με τον αφοσιωμένο του φίλο Χριστόφορο Περραιβό και να τα προωθήσει στην Ελλάδα. Η επιστολή, όμως, με την οποία ενημέρωνε ο Ρήγας για την αποστολή των εντύπων του, έπεσε στα χέρια του Δημητρίου Οικονόμου, εμπορικού συνεργάτη του Αντωνίου Κορωνιού, προς τον οποίο απευθυνόταν η επιστολή. Ο Οικονόμου κατέδωσε και τους δύο στην αυστριακή αστυνομία και συγκεκριμένα στον βαρόνο Πιττόνι, διοικητή της αστυνομίας στη Τεργέστη. Ο οποίος με τη σειρά του ενημέρωσε το κυβερνήτη της πόλης Κόντε Πομπήιο Μπριγκίντο κι αυτός τον διέταξε να τον συλλάβει.

Ο Φεραίος βρήκε φρικτό θάνατο
Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη την 1η Δεκεμβρίου του 1797 μαζί με τον Περραιβό. Κατόπιν οδηγήθηκε στη Βιέννη, στις 14 Φεβρουαρίου 1798, όπου ανακρίθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του.[3] Κατάληξη των ανακρίσεων, σε συνδυασμό με τις συνεννοήσεις με τον Σουλτάνο, ήταν να εκτοπισθούν από τους συλληφθέντες οι Αυστριακοί και άλλων εθνοτήτων υπήκοοι για να δικαστούν από τις Αυστριακές αρχές, εκτός από τους Οθωμανούς, που απελάθηκαν και οδηγήθηκαν στην Οθωμανική επικράτεια για να υποστούν τις κυρώσεις του Σουλτάνου. Ο Ρήγας (41 χρονών) και οι επτά σύντροφοί του που ανήκαν στην ίδια κατηγορία, με συνοδεία των αυστριακών αρχών παραδόθηκαν στις 10 Μαΐου 1798 στους Τούρκους του Βελιγραδίου και φυλακίστηκαν στον πύργο Nebojša (Небојша), παραποτάμιο φρούριο του Βελιγραδίου. Εκεί, ύστερα από συνεχή βασανιστήρια, στις 24 Ιουνίου του 1798, στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη.

"Θούριος" Ξυλούρης






Θούριος Σχόλια

Ρήγας Βελεστινλής : Γεννήθηκε το 1857 στο Βελεστίνο ( αρχαίες Φερές ) της Μαγνησίας και αποδείχθηκε δάσκαλος του γένους.
  • Το έργο «Θούριος» είναι ένας πατριωτικός ύμνος που προτρέπει σε απελευθερωτικό αγώνα.
  • Περιλαμβάνει 126 στίχους από τους οποίους δίνονται στο απόσπασμα οι 40 πρώτοι.
  • Η λέξη «θούριος, σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, σήμαινε ορμητικός, πολεμικός. Με αυτό τον τίτλο θέλει να αποδώσει το επαναστατικό περιεχόμενο του ποιήματος
Είδος :  πατριωτικό, επαναστατικό άσμα
Θέμα :  Η προτροπή του ποιητή προς τους σκλαβωμένους Έλληνες για  επανάσταση κατά των Τούρκων ( Οθωμανών ).
Γλώσσα :  Δημοτική ( φαναριώτικη ) με ιδιωματισμούς ( πχ ψένουν ), τουρκικές λέξεις και λόγιες ( πχ να ζούμεν )
Ύφος :  απλό ζωντανό, γιατί παρουσιάζει το φλογερό κήρυγμα του Ρήγα
Στίχος :  ιαμβικός, οξύτονος 13 σύλλαβος ( κάθε στίχος αποτελείται από έναν 7σύλλαβο και από έναν 6σύλλαβο ), με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία
Συναισθήματα :
  • Πατριωτικός ενθουσιασμός
  • Αγάπη για ελευθερία
Δομή :
  • 1η ενότητα :  στ. 1-8 , προοίμιο- δυσκολίες των κλεφτών από τη σκλαβιά ( τα δεινά της σκλαβιάς )
  • 2η ενότητα : στ 9-20 Αποτελέσματα δουλείας
  • 3η ενότητα : στ. 21-30 Προτροπή σε απελευθερωτικό αγώνα
  • 4η ενότητα : στ. 31-40 όρκος για κοινό αγώνα και συνέπειες παράβασης του όρκου
Ανάλυση 1ης ενότητας
  • Στ. 1 « ως πότε παλικάρια» : ξέσπασμα απελπισίας, αγανάκτησης, οργής του ποιητή για τις άθλιες συνθήκες των σκλαβωμένων Ελλήνων.
  • Παρουσίαση δυσκολιών των κλεφτών ( στ 1-8 ) :
1) ζουν σε στενότητα ( στα στενά ) = ανασφάλεια ( μεταφορικά )
2) σα λιοντάρια ( παρομοίωση ) = μοναχικά, σε μέρη δύσβατα, σε ορεινές περιοχές
3) σε σπηλιές και όχι σε σπίτια, όπως οι άλλοι άνθρωποι
4) στερούνται την κοινωνική ζωή, βλέποντας «κλαδιά» ( δάση ) αντί για ανθρώπους
5) ζουν μακριά από τους δικούς τους
6) σε μια σκλαβωμένη Πατρίδα
  • Χρησιμοποιεί α’ πληθυντικό πρόσωπο, απευθυνόμενος στους κλέφτες αλλά τοποθετώντας και τον εαυτό του μέσα σε αυτούς ( πιθανόν και από προσωπική εμπειρία )
  • Οι ερωτήσεις είναι ρητορικές και με αυτές καλεί όλους τους Έλληνες ( Ρωμιούς ) να επαναστατήσουν για την ελευθερία τους
  • Γνωμικό : διατυπώνει την άποψη για μια ώρα ελεύθερης ζωής παρά για μακροχρόνια δουλεία που ισοδυναμεί με φυλακή ( έμμεση προτροπή για αγώνα και επανάσταση ). Έμμεσα καταγράφει τις εμπειρίες των Ελλήνων ( φυλακίσεις, καταπίεση ) στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Σχήματα λόγου :
  • Παρομοίωση : στ. 2  «σα λιοντάρια»
  • Ασύνδετο :  στ. 1-2, 3-4
  • Μεταφορά : «πικρή σκλαβιά», «χάνουμε αδέρφια», «παρά σκλαβιά και φυλακή»
  • Αντίθεση : «ελεύθερη ζωή- σκλαβιά»

Ανάλυση 2ς ενότητας
  • Χρησιμοποιεί β’  ενικό πρόσωπο γιατί απευθύνεται σε όλους τους σκλαβωμένους ( αμεσότητα )
  • Στ. 9 ρητορική ερώτηση ( η ζωή χωρίς ελευθερία δεν έχει αξία )
  • Στ. 10 καλεί κάθε σκλαβωμένο Ρωμιό να σκεφτεί τα αποτελέσματα, τις συνέπειες της δουλείας :
Α) απώλεια ζωής ή ισόβια βάσανα ( ψένουν στη φωτιά )
Β) απόλυτη υποταγή στον τύραννο ( Σουλτάνο ) και εκμετάλλευση από αυτόν ( στ.12-14 )
Γ) Ο τύραννος κοιτά το συμφέρον του και την εξουσία του και θανατώνει/τιμωρεί όλους ανεξάρτητα από αξιώματα, τίτλους, εθνικότητες, φυλές, κοινωνικές τάξεις ( παραδείγματα επωνύμων Φαναριωτών που θανατώθηκαν )
Δ) Καμία πρόοδος δε σημειώνεται ( στασιμότητα, στ 20 )

  • Υπάρχει ιεραρχική κλιμάκωση των δεινών της δουλείας που ξεκινά από την καταπίεση ( στ 11-16 ) και φτάνει μέχρι τη θανάτωση ( στ. 17-20 ) – δραματική ατμόσφαιρα : άρα απευθύνεται όχι μόνο στους Έλληνες- Ρωμιούς και στους άλλους λαούς των Βαλκανίων αλλά και στους καταπιεσμένους Τούρκους
Σχήματα λόγου :
  • Παρομοίωση :  στ 10 ( «ψένουν …φωτιά» )
  • Μεταφορά : ( το αίμα σου να πιει, καθρέπτης είν’ να ιδής )

Ανάλυση 3ης ενότητας
Αποτελεί παραινετική στροφή
  • Χρήση β’ ενικού, α’ πληθυντικού πληθυντικού ( ελάτε, ας κάμωμεν, να βάλωμεν, προτρεπτική προστακτική και υποτακτική )
  • Στ.22 η απόφαση για Αγώνα ( επανάσταση ) πρέπει να επισφραγιστεί με όρκο στο Σταυρό
  • Στ. 23  όραμα για ίδρυση ενός κράτος με ικανούς, άξιους ηγέτες που διαπνέονται από πατριωτισμό
  • Στ. 25    Οι νόμοι ορίζουν το «κράτος δικαίου» , απαραίτητη η υπακοή στους νόμους, ενώ η αναρχία θεωρείται δουλεία, αφού δεν υπάρχουν νόμοι για να περιφρουρούν τα δικαιώματα των ανθρώπων ( στ. 27 )
Σχήματα λόγου :
Προσωποποίηση : « οι Νόμοι», «η Πατρίδα»
Παρομοίωση : ( η αναρχία ομοιάζει την σκλαβιά )
Μεταφορά : ( σκληρή φωτιά )
Αντίθεση : αρχηγός- αναρχία
Ανάλυση 4ης ενότητας
  • Προηγείται η αφήγηση :  ορκίζεται στον Ουρανό και όχι στο σταυρό, ίσως για να δείξει έναν υπερεθνικό χαρακτήρα της επανάστασης
  • Σε α’ πρόσωπο, αρχίζει με την επίκληση του Θεού
  • Δεσμεύσεις όρκου :
α) δε θα γίνει όργανο του κατακτητή, στ. 32
β) δε θα δουλέψει για τα συμφέροντά τους και δε θα παρασυρθεί από τις υποσχέσεις τους  στ 33-34
γ) μόνος σκοπός : ο αφανισμός των εχθρών ( τυράννων )  στ.35-36
δ) πίστη στη πατρίδα στ. 37
ε) απόλυτη υπακοή στους άρχοντες ( στρατηγό ) στ.38
στ ) τιμωρία στους επίορκους – σκληρή τιμωρία από την παράβαση του όρκου
( εικόνα- παρομοίωση : σαν καπνός και υπερβολή : «ν’ αστράψει …καπνός» )

Αφιέρωμα Α.Σαμαράκη



Ζητείται ελπίς: Α.Σαμαρακης


Στο παρακάτω ιστολόγιο θα βρείτε την ανάλυση του διηγήματος "Ζητείται Ελπίς" : Διδασκαλία φιλολογικών μαθημάτων

Βιογραφία Αντώνη Σαμαράκη


Τόπος Γέννησης:Αθήνα
Έτος Γέννησης:1919
Έτος Θανάτου:2003
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:Πεζογραφία

Βιογραφικό Σημείωμα
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ (1919-2003)


Ο Αντώνης Σαμαράκης του Ευριπίδη και της Ανδριανής γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε νομικά (1937-1941). Από το 1935 ως το 1963 εργάστηκε στο Υπουργείο Εργασίας, θέση από την οποία παραιτήθηκε με την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά και στην οποία επέστρεψε το 1945. Συμμετείχε ως εκπρόσωπος της χώρας μας σε διεθνείς συναντήσεις για θέματα εργασιακά και μεταναστευτικά. Το 1963 παντρεύτηκε την Ελένη Κουρεμπανά. Την περίοδο 1968-1969 ηγήθηκε αποστολής εμπειρογνωμοσύνης στις χώρες της Αφρικής μετά από ανάθεση της Διεθνούς Ομάδας Εργασίας. Ως εκπρόσωπος της Ουνέσκο ταξίδεψε στην Αιθιοπία και δραστηριοποιήθηκε με άρθρα του για τη διεθνή κινητοποίηση υπέρ της επίλυσης των προβλημάτων των κατοίκων της χώρας. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ως ποιητής από τις στήλες των περιοδικών Παιδικός κόσμος και Διάπλασις των Παίδων. Ακολούθησαν δημοσιεύσεις του στις σελίδες της Νέας Εστίας και άλλων περιοδικών, όπως το Ξεκίνημα, και τα Νεοελληνικά Γράμματα. Συνεργάστηκε επίσης με το περιοδικό Ακτίνες μετά τον πόλεμο του 1940. Το 1954 εκδόθηκε η πρώτη του συλλογή διηγημάτων με τίτλο Ζητείται ελπίς. Ακολούθησαν πέντε ακόμη βιβλία του, τα οποία γνώρισαν πολλές επανεκδόσεις και μεταφράσεις σε ξένες γλώσσες. Τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο διηγήματος (1962 για το Αρνούμαι), το Βραβείο των Δώδεκα - Έπαθλο Κώστα Ουράνη (1966 για το Λάθος), το Μέγα Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας στη Γαλλία (1970 για το Λάθος). Τιμήθηκε επίσης για τη συνολική προσφορά του από τη διοργάνωση Europalia (1982) και με το Σταυρό του ιππότη των Γραμμάτων και των Τεχνών (1995). Μετά τη μεταπολίτευση δημοσίευσε κείμενα κοινωνικού και πολιτικού περιεχομένου στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Διηγήματά του έγιναν σενάρια για κινηματογραφικές ταινίες. Ταινία έγινε επίσης Το λάθος από τον Peter Fleischmann. Η πεζογραφία του Αντώνη Σαμαράκη τοποθετείται στο χώρο της κοινωνικής καταγγελίας. Μέσα από τα έργα του προβάλλει έντονη η αγωνία για την πορεία του σύγχρονου κόσμου, η κοινωνική συνείδηση και η ανθρωπιστική κοσμοθεωρία του συγγραφέα. Η γλώσσα του είναι απλή, χωρίς επιτηδευμένο ύφος, ξεχωρίζει κυρίως για την πυκνότητα των νοημάτων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η ευρηματικότητα στην εξέλιξη και το τέλος της δράσης και η συχνή χρήση οπτικής χρήσης του λόγου (κείμενα δακτυλογραφημένα, σκίτσα, κ.α.). 1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Αντώνη Σαμαράκη βλ. Δασκαλόπουλος Δημήτρης «Αντώνης Σαμαράκης», Η μεταπολεμική πεζογραφία · Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ‘67Ζ΄, σ.54-99. Αθήνα, Σοκόλης, 1988, Ζήρας Αλεξ., «Σαμαράκης Αντώνης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό9α. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Παππάς Γιάννης Η. – Σκιαθάς Αντώνης Δ., «Σχεδίασμα εργοβιογραφίας Αντώνη Σαμαράκη», Ελί-τροχος17-18 (Πάτρα), Χειμώνας – Άνοιξη 1999, σ.7-13.


Πηγή : Εθνικό Κέντρο Βιβλίου